Κανένας κίνδυνος δεν υπάρχει ιδίως για εκείνους που δεν έχουν να κρύψουν κάτι, δήλωσε, απευθυνόμενος κυρίως στους δικαστικούς λειτουργούς, ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Δημήτρης Παπαγγελόπουλος ανοίγοντας τη διαδικασία της επεξεργασίας και συζήτησης του νομοσχεδίου με το οποίο εισάγονται επείγουσες ρυθμίσεις για την υποβολή των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης.
«Κατανοώ πλήρως την ανησυχία ορισμένων για την ηλεκτρονική υποβολή πόθεν έσχες, όμως θέλω να διαβεβαιώσω όλους τους υπόχρεους και ιδίως τους δικαστικούς λειτουργούς, ότι κανένας κίνδυνος δεν υπάρχει για όσους δεν έχουν να κρύψουν κάτι. Πιστεύω ακράδαντα ότι η αντιπαράθεση που υπήρξε στο παρελθόν, οφείλεται στη δικαιολογημένη και ανθρώπινη ανησυχία για κάθε τι καινούργιο, η οποία υποδαυλίστηκε από ελάχιστους, που κάτι θέλουν να κρύψουν, και από μερικούς άλλους οι οποίοι για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας- σπεύδω να εξαιρέσω την αξιωματική αντιπολίτευση- θέλησαν για άλλη μια φορά να αντιπαρατεθούν στην κυβέρνηση», είπε ο αναπληρωτής υπουργός και εκτίμησε ότι «από την αντιπαράθεση αυτή, η κυβέρνηση δεν ζημιώθηκε. Αντίθετα ο ελληνικός λαός πίστωσε στην κυβέρνηση άλλη μια προσπάθεια για διαφάνεια και για ισονομία».
«Θεωρώ ότι η αντιπαράθεση αυτή πρέπει να λήξει για να μην δίνεται η εντύπωση στον ελληνικό λαό ότι οι δικαστές δεν θέλουν να ελέγχονται, όπως οι υπόλοιποι Έλληνες και ακόμη χειρότερο ότι κάτι θέλουν να κρύψουν», επέμεινε ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος ο οποίος νωρίτερα ενημέρωσε τους βουλευτές που μετέχουν στη συζήτηση ότι «η πολυσυζητημένη απόφαση του ΣτΕ ελήφθη υπόψη στο νομοσχέδιο, υπήρξε συμμόρφωση σε αυτή όπως επιβάλλει το σύνταγμα, χωρίς όμως η κυβέρνηση να απεμπολήσει τα δικαιώματά της ως προς τη νομοθετική διαδικασία, όπως αυτά απορρέουν από το Σύνταγμα, τη διάκριση των εξουσιών και τη λαϊκή κυριαρχία».
Ο κ. Παπαγγελόπουλος ανέφερε ότι για την κατάρτιση του νομοσχεδίου «καταβλήθηκε τεράστια προσπάθεια προκειμένου η ηλεκτρονική υποβολή περιουσιακής κατάστασης να καλύψει αφενός την απαίτηση του ελληνικού λαού για πλήρη διαφάνεια στο δημόσιο βίο της χώρας, αφετέρου την ισχυρή και αταλάντευτη θέληση της κυβέρνησης για διαφάνεια και ισονομία παντού, για όλους και για όλα». Πολύτιμα όπλα στην προσπάθεια αυτή, όπως είπε, υπήρξαν η ελληνική εμπειρία από τα προηγούμενα χρόνια υποβολής πόθεν έσχες, η διεθνής εμπειρία, τα διεθνή πρότυπα και δεδομένα και οι παρατηρήσεις των αρμοδίων ελεγκτικών οργάνων και των διεθνών οργανισμών.
Ανέφερε επίσης ότι από τον περασμένο Ιανουάριο υπήρξε συνεχής ανταλλαγή απόψεων με τα ελεγκτικά όργανα ώστε να βρεθούν οι καλύτερες δυνατές λύσεις στα επιμέρους ζητήματα και καταβλήθηκε προσπάθεια ώστε οι προτάσεις τους να ενσωματωθούν όσο το δυνατό περισσότερο στο νομοσχέδιο. Ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης δήλωσε βέβαιος ότι από τη συζήτηση θα αναδειχθεί πόσο ορθές και αναγκαίες είναι οι διατάξεις και κάλεσε όλες τις πλευρές σε εποικοδομητική συζήτηση ώστε να προκύψουν βελτιώσεις.
Με την έναρξη της διαδικασίας ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου ενημέρωσε τους βουλευτές ότι κατατίθεται τροπολογία που αφορά σε τροποποίηση του άρθρου 110 Α του Ποινικού Κώδικα που αφορά στους λόγους αποφυλάκισης για λόγους υγείας. «Καλύπτουμε κενό με βάση και πρόσφατα περιστατικά, δηλαδή τι συμβαίνει σε περίπτωση που έχει γίνει χρήση πλαστών εγγράφων ή ψευδών στοιχείων και έχουν παρέλθει οι προθεσμίες άσκησης ένδικων μέσων» ανέφερε ο ίδιος και πρόσθεσε ότι η τροπολογία αφορά και σε παράταση της αποσυμφορητικής διάταξης.
Επείγουσες ρυθμίσεις για την υποβολή δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης εισάγει νομοσχέδιο των υπουργείων Δικαιοσύνης και Οικονομικών, η συζήτηση και επεξεργασία του οποίου ξεκίνησε σήμερα στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή.
Με το νομοσχέδιο επανακαθορίζονται οι κατηγορίες των υπόχρεων προσώπων, στα οποία μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται οι γενικοί διευθυντές των Υπουργείων, οι εκδότες διαδικτυακών και έντυπων ενημερωτικών μέσων, οι κατά νόμο αναπληρωτές των προϊσταμένων των Δασαρχείων και των Δασονομείων, τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη καθώς και οι εισηγητές των Επιτροπών Εξέτασης Προσφυγών Αυθαιρέτων κλπ.. Στο νομοσχέδιο ορίζεται ρητά ότι η υποχρέωση για την υποβολή Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης καταλαμβάνει και το πρόσωπο με το οποίο ο υπόχρεος έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης.
Διευκρινίζεται επίσης, όσον αφορά στις Σχολικές Επιτροπές ότι υπόχρεοι είναι οι πρόεδροι και οι διαχειριστές των τραπεζικών λογαριασμών αυτών. Στο σχέδιο νόμου έχουν περιληφθεί και διατάξεις για το αρμόδιο όργανο που θα λαμβάνει τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών και για τα στοιχεία που κρίνεται σκόπιμο να μην δημοσιοποιούνται, «ρύθμιση που αφορά στον μικρό αριθμό δηλώσεων που δημοσιεύονται».
Με τις προωθούμενες διατάξεις ορίζεται ότι στην Επιτροπή Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής κατάστασης του ν. 3213/2003, άρθρο 3Α, θα είναι τακτικό μέλος ο γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης (αντί για το Συνήγορο του Πολίτη που ισχύει). Επανακαθορίζεται επίσης το πλαίσιο εκπρόθεσμης υποβολής Δήλωσης Περιουσιακής Κατάστασης και προβλέπεται ότι εάν η δήλωση υποβληθεί μετά την πάροδο 60 ημερών (αντί 30 ημερών που ισχύει), το υπόχρεο πρόσωπο υπέχει και ποινική ευθύνη. Θεσπίζονται εξάλλου ποινικά αδικήματα και επιβάλλονται οι προβλεπόμενες ποινές στην περίπτωση που σύζυγος, μέρος του συμφώνου συμβίωσης ή εν διαστάσει σύζυγος παραλείπει να δηλώσει τα δικά του περιουσιακά στοιχεία ή των ανήλικων τέκνων τους μετά την πάροδο της προβλεπόμενης προθεσμίας ή εάν δηλώσει αυτά ανακριβώς ή ελλιπώς.
Με το νομοσχέδιο επανακαθορίζεται η διαδικασία, το αντικείμενο και η έκταση του ελέγχου, ο οποίος πραγματοποιείται εντός πενταετίας από τη λήξη του έτους υποβολής και, κατ΄εξαίρεση, μέχρι τη συμπλήρωση της ποινικής παραγραφής των αδικημάτων, εφόσον υπάρχουν ενδείξεις τέλεσης αυτών. Τα όργανα ελέγχου δεν υπόκεινται κατά τη διάρκεια του διενεργούμενου ελέγχου σε περιορισμούς περί τραπεζικού, χρηματιστηριακού, φορολογικού και επαγγελματικού απορρήτου των στοιχείων, έχουν δε πρόσβαση στο Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών.
Δεδομένου ότι ο έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης έχει αποδειχθεί (διεθνώς και βάσει και των εκθέσεων των αξιολογήσεων της GRECO) ως ένα ιδιαίτερα σημαντικό εργαλείο για την καταπολέμηση της διαφθοράς, η κυβέρνηση εισηγείται τις διατάξεις αυτές αποσκοπώντας στην αύξηση της διαφάνειας, και την καταστολή της διαφθοράς. Το νομοσχέδιο υπογράφεται από τους υπουργούς Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μιχάλη Καλογήρου και τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο.