«Το 2019 θα υπάρχει χώρος για να διατηρηθεί ένα μέρος των αντιμέτρων μαζί με την προσωπική διαφορά στις συντάξεις» εκτιμά ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Φραγκίσκος Κουτεντάκης, δύο μέρες πριν από την κατάθεση του νέου προϋπολογισμού.
«Ο στόχος του 3,5% έχει επιτευχθεί από το 2016 και σύμφωνα με τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού φαίνεται ότι θα επιτευχθεί και φέτος. Συνεπώς, αν δεν υπάρξει κάποια μεγάλη αρνητική μεταβολή, το ίδιο αναμένεται να συμβεί και του χρόνου. Άρα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί και χωρίς το πακέτο μέτρων – αντιμέτρων. Αντίθετα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, το 2019 θα υπάρχει χώρος για να διατηρηθεί ένα μέρος των αντιμέτρων μαζί με την προσωπική διαφορά στις συντάξεις. Βεβαίως οι αποφάσεις δεν είναι τεχνικές αλλά πολιτικές» αναφέρει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Επισημαίνει ακόμη ότι οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις της χώρας είναι συγκεκριμένες και δεν υπάρχει περιθώριο να μην τηρηθούν. Επισημαίνει ωστόσο ότι είναι σημαντικό οι εξαγγελίες της κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης «να μη στείλουν μηνύματα που μπορούν να αμφισβητήσουν αυτές τις δεσμεύσεις και να διαταράξουν τις προσδοκίες που έχουν δημιουργηθεί σχετικά με τη θετική δημοσιονομική πορεία της χώρας».
«Πρέπει να θυμόμαστε ότι από τη στιγμή που βγήκαμε από το πρόγραμμα, η ομαλή πορεία της χώρας εξαρτάται από τη δυνατότητα δανεισμού από τις διεθνείς αγορές με βιώσιμους όρους» σημειώνει.
Ο ίδιος πάντως ξεκαθαρίζει ότι η τελευταία έκθεση του Γραφείου του Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή δεν υπάρχει η πρόβλεψη ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα ανέλθει φέτος στο 4,5% του ΑΕΠ και ότι αυτό που καταγράφεται είναι η υπέρβαση του κατά 1,1 δισ. ευρώ το εννεάμηνο σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι.
Σχετικά με την ιταλική κρίση ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή εκφράζει την αισιοδοξία του ότι η Ευρώπη θα βρει τελικά λύση, παρ’ ότι οι εξελίξεις, μέχρι τώρα, προκαλούν ανησυχία στις αγορές και αύξηση των επιτοκίων όχι μόνο για την Ιταλία αλλά και για μικρότερες χώρες του ευρώ όπως η Ελλάδα. Όπως αναφέρει: «Αυτό μπορεί να προκαλέσει έναν ανασχεδιασμό της πορείας επανόδου στις αγορές που δεν θα δημιουργήσει πρόβλημα υπό την προϋπόθεση ότι η ιταλική κρίση θα ξεπεραστεί σχετικά σύντομα χωρίς να προκαλέσει αύξηση της αποστροφής κινδύνου των διεθνών επενδυτών με διάρκεια χρόνου».