Οι οικονομικές εξελίξεις στην Ιταλία και η αντιπαράθεση με τις Βρυξέλλες σχολιάζονται εκτενώς στον γερμανικό Τύπο.
Σε μία προσπάθεια να αυξήσει τα δημόσια έσοδα, το ιταλικό κράτος εξέδωσε πρόσφατα, για μία ακόμη φορά, ομόλογο που απευθυνόταν κυρίως στα μικρότερα βαλάντια, στο εσωτερικό της χώρας, το αποκαλούμενο και “λαϊκό ομόλογο” ή “ομόλογο του …πατριώτη”. Όμως οι εισπράξεις προμηνύονται απογοητευτικές καθώς, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, τις πρώτες ημέρες δεν είχαν ξεπεράσει τα 646 εκατομμύρια ευρώ. Όπως γράφει η Deutsche Welle, η ηλεκτρονική έκδοση του DER SPIEGEL σχολιάζει: “Τα ομόλογα αυτά απευθύνονται λιγότερο σε θεσμικούς επενδυτές και περισσότερο σε ιδιώτες με μικρότερο πορτοφόλι. Προβλέπουν ένα ελάχιστο επιτόκιο προστασίας από τον πληθωρισμό και εκδίδονται από το 2012 σε τακτά χρονικά διαστήματα από το ιταλικό κράτος. Παλαιότερες εκδόσεις είχαν αποφέρει έσοδα δεκάδων δισεκατομμυρίων. Η μέχρι στιγμής χαμηλή ζήτηση ερμηνεύεται από τις αγορές ως κακός οιωνός για την ιταλική κυβέρνηση, καθώς οι ξένοι επενδυτές απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τα ιταλικά κρατικά ομόλογα”.
“Η Ρώμη βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο” επιγράφεται ανάλυση της εφημερίδας Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), η οποία αναφέρει τα εξής: “Αν και η ευρωζώνη έχει επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης εδώ και χρόνια, το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της Ιταλίας βρισκεται ακόμη σε επίπεδα χαμηλότερα από ότι προ κρίσης. Η παραγωγικότητα έχει ελάχιστα αυξηθεί τις δύο τελευταίες δεκαετίες, γιατί συν τοις άλλοις η μεταποίηση δεν έχει αξιοποιήσει την τεχνολογική πρόοδο. Το ποσοστό ανεργίας κυμαίνεται στο 10%, ενώ είναι τριπλάσιο στους νέους. Αυτό προκαλεί φόβους ότι πολλοί νέοι άνθρωποι- το πιο πολύτιμο αγαθό για μία οικονομία που βασίζεται στη γνώση- δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Η Ιταλία κινδυνεύει να υποχωρήσει περαιτέρω στον διεθνή ανταγωνισμό”.
Σε σχόλιό της με τίτλο “Η αποτυχία του κράτους” η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt επισημαίνει ότι “η αντιμετώπιση της Ιταλίας στη διαμάχη για τον προϋπολογισμό έχει κεφαλαιώδη σημασία για την ΕΕ”. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο “και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα γνωρίζει ότι οι αγορές, με τη συμπεριφορά του κοπαδιού που επιδεικνύουν, ποτέ δεν θα είναι αξιόπιστος εταίρος για την επίλυση του ιταλικού προβλήματος. Το ζήτημα είναι να ασκηθεί επαρκής πίεση στην Ιταλία, αλλά όχι και υπερβολική πίεση που θα οδηγούσε σε κατάρρευση της χώρες και κρίση του ευρώ. Η οποία θα ήταν πολύ πιο επικίνδυνη από την ελληνική κρίση, γιατί εδώ μιλάμε για άλλες διαστάσεις: το ιταλικό δημόσιο χρέος ανέρχεται σε 2,3 τρισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή σχεδόν το ένα τέταρτο του συνολικού χρέους της ευρωζώνης. Η χώρα είναι υπερβολικά μεγάλη για να αποτύχει, αλλά και υπερβολικά μεγάλη για να σωθεί”.