«Η αυριανή συνάντηση του πρωθυπουργού μας με τον Πρόεδρο Πούτιν και τον πρωθυπουργό Μεντβέντεφ θα επιβεβαιώσει αυτήν την πολύ καλή κατάσταση των διμερών μας σχέσεων και θα δώσει την αναγκαία περαιτέρω ώθηση που απαιτεί», τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος, κατά την έναρξη της 11ης Μεικτής Διυπουργικής Επιτροπής (ΜΔΕ) Οικονομικής, Βιομηχανικής, Τεχνολογικής και Επιστημονικής Συνεργασίας Ελλάδας-Ρωσίας.
Οι εργασίες της 11ης ΜΔΕ αποσκοπούν στην προώθηση της δράσεων της διμερούς συνεργασίας στους ανωτέρω τομείς και στο σχεδιασμό και προώθηση συναφών μελλοντικής δράσεων. Στο πλαίσιο αυτό, οι δύο πλευρές εστιάζουν και στην προετοιμασία της υπογραφής σειράς συμφωνιών αύριο, παρουσία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του Προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ο κ. Κατρούγκαλος, που συμπροεδρεύει με τον υπουργό Μεταφορών της Ρωσίας, Εβγκένι Ντίτριχ, υπογράμμισε ότι «η Ελλαδα και η Ρωσία έχουν πατροπαράδοτα καλές σχέσεις». Επισήμανε ότι «γιορτάζουμε φέτος τα 190 χρόνια των στενών διπλωματικών μας σχέσεων» και πως η αυριανή επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Ρώσο Πρόεδρο και τον Ρώσο πρωθυπουργό δεν είναι η μόνη, αλλά είναι παραπάνω από δύο φορές που έχουν συναντηθεί, όπως επανειλημμένες ήταν και οι επισκέψεις σε επίπεδο ΥΠΕΞ, αλλά και υπουργών Ενέργειας και Μεταφορών. «Όλα αυτά δείχνουν το πολύ καλό επίπεδο στο οποίο βρίσκονται οι διμερείς οικονομικές σχέσεις, αλλά και το περιθώριο ακόμα μεγαλύτερης βελτίωσης τους είναι πολύ σημαντικό».
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ, ο ΑΝΥΠΕΞ είπε ότι και προσωπικά έχει προσπαθήσει να συνεισφέρει στη βελτίωση αυτή και ανακοίνωσε ότι αποδέχεται με χαρά την πρόσκληση για το προσεχές διεθνές οικονομικό φόρουμ της Πετρούπολης, «στο οποίο θα είμαι όπως και τις τελευταίες δύο χρονιές, που είχα τη χαρά να συμμετέχω, έχοντας μαζί μου και ένα σημαντικό κύκλο επιχειρηματιών από τη χώρα μας».
Ο. Κ. Κατρούγκαλος τόνισε ότι «η στιγμή που λαμβάνει χώρα η σύνοδος της Επιτροπής μας, είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί συμπίπτει με την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση». «Είχαμε συνεχή αύξησης της οικονομίας μας για τα τελευταία 6 τρίμηνα, κάτι που είχε να συμβεί εδώ και 15 χρόνια στην Ελλάδα», είπε, ενώ επισήμανε ότι για το τελευταίο τρίμηνο η ανάπτυξη της οικονομίας τρέχει με 2,2% και οι προβλέψεις για την επόμενη χρονιά ανάγονται στο 2,5%. Είπε ότι δεν είναι μόνο ποσοτική η βελτίωση, αλλά και ότι η Ελλάδα επιδίωξε να έχει ένα νέο οικονομικό-παραγωγικό μοντέλο που αντιμετωπίζει τις αδυναμίες του παρελθόντος και αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας. «Σε πολλά από αυτά έγκεινται και οι πολλές ευκαιρίες που έχουμε για τη βελτίωση των διμερών μας σχέσεων».
«Θεωρούμε», σημείωσε, «ένα από τα βασικά συγκριτικά μας πλεονεκτήματα, τη γεωπολιτική θέση της χώρας μας, μια φυσική γέφυρα ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική. Γι’ αυτόν τον λόγο θέλουμε να γίνουμε ένα κόμβος ενέργειας και μεταφορών και logistics, κάτι που είναι στην ‘καρδιά’ των διμερών μας σχέσεων». Ο κ. Κατρούγκαλος είπε ότι η Ελλάδα, όπως και η Ρωσία, ενδιαφέρεται για τις τεχνολογίες αιχμής, «έχουμε την πιο μορφωμένη γενιά νέων Ελλήνων από καταβολής ελληνικού κράτους, όπως αντιστοίχως κι εσείς, και θεωρούμε ότι τομείς όπως των νέων τεχνολογιών -σε ορισμένους από τους οποίους έχουμε κι εμείς ένα σχετικό προβάδισμα, όπως ιδιαίτερα στις ΑΠΕ- μπορούν να είναι από τα βασικά σημεία συνεργασίας μας».
Ο κ. Κατρούγκαλος ανέφερε ακόμη ότι «και στο πλαίσιο της ΕΕ έχουμε προσπαθήσει να είμαστε μια πολιτική γέφυρα ανάμεσα σε αυτό που είναι το πολιτικό μας σπίτι, την ΕΕ, και τη Ρωσία». Πρόσθεσε ότι είχε την πρωτοβουλία να αναζητήσει τις δυνατότητες συνεργασίας και με την Ευρασιατική Ένωση, «στο βαθμό βέβαια που αυτό είναι δυνατό, ενόψει των αποκλειστικών αρμοδιοτήτων που η ΕΕ έχει στις περισσότερες εμπορικές σχέσεις.
«Έχουμε μια ευκαιρία να προάγουμε ακόμα περισσότερο τις διμερείς οικονομικές σχέσεις», σημείωσε, και δήλωσε ιδιαίτερα ευγνώμων για τον τρόπο που ο Ρώσος υπουργός Μεταφορών χειρίστηκε τις μέχρι τώρα συζητήσεις της Επιτροπής. Δεσμεύτηκε να μην είναι αποσπασματική, αλλά συστηματική, αυτή η συνεργασία, ώστε να είναι συνεχής για να προωθήσει όλα τα κοινά οικονομικά μας συμφέροντα».