Αν και δεν το έχει ακόμη ανάγκη η Ελλάδα πρέπει να βγει στις αγορές για να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, επισημαίνει η ελβετική NZZ. Υπάρχουν καλές επενδυτικές ευκαιρίες σύμφωνα με έλληνες ειδικούς στο χώρο.
Την ελληνική οικονομική πραγματικότητα στις κρίσιμες ημέρες αποφάσεων που δρομολόγησε το μακεδονικό καταγράφει αναλυτικά η ελβετική Neue Zürchner Zeitung. Επιχειρεί να εξηγήσει, γιατί η Ελλάδα παρά το ότι έχει κάνει θετικά βήματα, όπως στη δημοσιονομική πειθαρχία ή το ποσοστό ανάπτυξης, εν τούτοις δεν προσελκύει ακόμη επενδυτές.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, ο αρθρογράφος επισημαίνει δύο λόγους. «Ο πρώτος είναι ότι η Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση του μνημονίου δεν τόλμησε να αντλήσει κεφάλαια από την αγορά. Ο δεύτερος λόγος αφορά στην απογοητευτική κατάσταση του τραπεζικού συστήματος. Τα κόκκινα δάνεια συνολικού ύψους 88,5 δις ευρώ, αγγίζουν ακόμα το 47,8% των χορηγούμενων πιστώσεων. Έτσι καθίστανται εμπόδιο για τις τράπεζες να τροφοδοτήσουν την οικονομία με νέα δάνεια και συνιστούν παράγοντα κινδύνου για δυνητικούς επενδυτές». Η εφημερίδα περιγράφει την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου, «που είναι υψηλότερη από ότι σε όλες τις άλλες χώρες του ευρώ, ενώ πιο ανησυχητική είναι η αύξηση των ασφάλιστρων κινδύνου στα πενταετούς διάρκειας ελληνικά ομόλογα». Η εφημερίδα σπεύδει βέβαια να προσθέσει ότι έξοδος στις αγορές δεν είναι αναγκαία, τη στιγμή που υπάρχει το μαξιλάρι των 26,5 δις ευρώ, με τα οποία η Ελλάδα μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της για τους επόμενους 22 μήνες.
«Ωστόσο», επιμένει, «εάν η χώρα παραμείνει για καιρό εκτός αγορών, τότε θα ελαχιστοποιηθεί η ευκαιρία ανάκτησης της εμπιστοσύνης των επενδυτών. Εκτός αυτού, η αποχή από τις αγορές έχει αρνητικές επιπτώσεις στις τράπεζες και σε επιχείρησεις που προσπαθούν να αντλήσουν φτηνή χρηματοδότηση από το εξωτερικό». Όλοι αυτοί οι λόγοι ωθούν το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών να προχωρήσει το Φεβρουάριο στην έκδοση πενταετούς ομολόγου. «Για να δοκιμάσει τις αντιδράσεις των αγορών», εκτιμά ο αρθρογράφος. «Θα είναι περιορισμένου όγκου, το πολύ 2,5 δις ευρώ, και όσο γίνεται πιο καλά προστατευμένο από τις κερδοσκοπικές απαιτήσεις».
Περί ελληνική οικονομίας ο λόγος και στην Frankfurter Allgemeine Zeitung. Ο αρθρογράφος υπενθυμίζει την υπόθεση Folie Folie ως ένα ακόμη σκάνδαλο που μετά την παραποίηση των δημόσιων στατιστικών στοιχείων επιβαρύνει σημαντικά την αξιοπιστία της χώρας. Γρήγορα ωστόσο η εφημερίδα προσπερνά το θέμα για να δώσει βήμα σε ελληνικά στελέχη τραπεζών, επενδυτικών και χρηματιστηριακών οίκων, για να καταθέτουν την άποψή τους σχετικά με την οικονομική πορεία της χώρας. Ενδεικτικά δύο απόψεις: «Κατά τον Τάσο Αναστασιάδη, επικεφαλής οικονομολόγο της Eurobank, η Ελλάδα έχει ξεπεράσει τα χειρότερα, ακόμη κι αν το διεθνές οικονομικό περιβάλλον το 2019 δεν θα είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό και οι εσωτερικές εξελίξεις κρύβουν ακόμη πολλούς κινδύνους. Οι πολιτικές αβεβαιότητες σε μια εκλογική χρονιά δεν αποτελούν ελληνική ιδιαιτερότητα. Ακόμη και σοβαρά επιχειρηματικά σκάνδαλα έχουν θετικές επιπτώσεις, διότι έτσι αποτελούν αφορμή για δημόσιες συζητήσεις γύρω από χρονίζουσες μεταρρυθμίσεις της επιχειρηματικής νομοθεσίας».
Ο Μάνος Χατζηδάκης, επικεφαλής αναλυτής του ελληνικού χρηματοπιστωτικού οίκου Beta Securities κάνει τις παρατηρήσεις του στην εφημερίδα από τον χώρο του χρηματιστηρίου. «Υπό τις υπάρχουσες αξίες υπάρχουν στο ελληνικό χρηματιστήριο ευκαιρίες με ελκυστικές αποδόσεις, όπως η Jumbo ως μεγαλέμπορος παιγνιδιών, η αεροπορική εταιρεία Aegean Airlines και ο όμιλος επιχειρήσεων Μυτιληναίος …
Δύο άλλες εταιρείες εισηγμένες στο χρηματιστήριο θα μπορούσαν να παρουσιάσουν επενδυτικό ενδιαφέρον λόγω προοπτικών προόδου στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων. Σε αυτές ανήκουν η κρατική Hellenic Petrroleum και ο επενδυτικός κολοσσός Lamda, που θα επενδύσει στο έργο στο παλαιό αεροδρόμιο των Αθηνών. Μια ενδεχόμενη κυβερνητική αλλαγή θα ανοίξει οριστικά τον δρόμο στην εταιρεία».