“Με τη χθεσινή ψηφοφορία για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση κρίθηκε το θέμα της κυβερνητικής σταθερότητας από τώρα και για τους επόμενους μήνες μέχρι τη συνταγματική λήξη της κυβερνητικής θητείας”, τόνισε μιλώντας στην ΕΡΤ ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο οποίος τόνισε επίσης:
“Η Βουλή έδωσε μια καθαρή απάντηση σε πείσμα όσων μας κατηγορούσαν ότι δεν τολμάμε να ζητήσουμε ψήφο εμπιστοσύνης μετά την αποχώρηση του Πάνου Καμμένου, αντιθέτως εκείνος που έδειξε ότι δεν τολμά να χρησιμοποιήσει τις δυνατότητες που του δίνει το Σύνταγμα είναι ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης”.
“Ο κ. Μητσοτάκης”, συνέχισε, “παρουσιάστηκε στη Βουλή με ένα πολιτικό λόγο που έβριθε από ύβρεις, απειλές, ακροδεξιές ατάκες και σενάρια συνομωσίας και δεν κατάλαβε κανείς ότι μπορεί να αρθρώσει πολιτικό λόγο, απέναντι στον πολιτικό λόγο της κυβέρνησης και ιδιαίτερα του πρωθυπουργού”.
Ο κ. Τζανακόπουλος επανέλαβε τη βεβαιότητά του ότι οι εκλογές θα γίνουν με τη λήξη της κυβερνητικής θητείας και αυτό, όπως είπε, σχετίζεται κυρίως με την εμπέδωση της αίσθησης ότι έχει επιστρέψει η κανονικότητα και τόνισε ότι κατά τη διάρκεια του 2019 θα αρχίσουν να ξεδιπλώνονται οι νέες κυβερνητικές πρωτοβουλίες όπως η συνταγματική αναθεώρηση.
“Ούτως ή άλλως θα φθάσουμε κάποτε στις εκλογές και είμαι βέβαιος ότι για άλλη μια φορά θα είναι νικηφόρες για τον ΣΥΡΙΖΑ”, τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Ερωτηθείς για τις επιθέσεις κατά βουλευτών που έχουν δηλώσει ότι στηρίζουν τη Συμφωνία των Πρεσπών, εκτίμησε ότι τόσο τα μηνύματα όσο και οι αφίσες που κυκλοφόρησαν, εντάσσονται σε μια ενιαία αντιπολιτική, όπως την χαρακτήρισε, καμπάνια.
“Υπάρχει ένα σύνολο από πρακτικές που εντάσσονται σε ένα ενιαίο πολιτικό σχέδιο κατατρομοκράτησης βουλευτών. Ο κ. Μητσοτάκης, μη καταδικάζοντας, σημαίνει ή ότι τα καλύπτει, ή ακόμα χειρότερα, τα οργανώνει. Διότι έχουμε ένα κορυφαίο στέλεχος της ΝΔ το οποίο συμμετείχε, εάν δεν εκκίνησε όλες αυτές τις διαδικασίες με τα μοιράσματα τηλεφώνων βουλευτών. Υιοθετώντας, ο κ. Μητσοτάκης έναν ακροδεξιό λόγο σε σχέση με τη Συμφωνία των Πρεσπών, στην πραγματικότητα απελευθέρωσε τα αντανακλαστικά μιας ακραίας Δεξιάς στη χώρα, τα οποία απολήγουν σε τέτοιου είδους παρακρατικές μεθόδους και πρακτικές. Στην ελληνική κοινωνία αναδύονται φαινόμενα επικίνδυνα για τη Δημοκρατία”, σημείωσε ο κ. Τζανακόπουλος.
Ερωτηθείς για το χρονοδιάγραμμα μέσα στο οποίο η κυβέρνηση αναμένει να ολοκληρωθεί η συζήτηση για την επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε ότι επιθυμία της κυβέρνησης είναι να ολοκληρωθεί ο διάλογος.
“Δεν βιαζόμαστε. Θέλουμε να γίνει εξαντλητική συζήτηση, για να πάρουν όλοι καθαρή θέση, με γνώση των πραγματικών ρυθμίσεων και των πραγματικών συμφωνηθέντων”.
Αναφερόμενος στη χθεσινή ρηματική διακοίνωση, είπε ότι “στην ουσία κατεδάφισε την οποιαδήποτε αμφιβολία για το εάν και κατά πόσο, τα επιχειρήματα της ΝΔ στέκουν. Έχουμε εκ μέρους των γειτόνων μας μια σαφή διατύπωση που λέει ότι η ερμηνεία της συμφωνίας ότι ο όρος citizen με κανένα τρόπο δεν προκαταλαμβάνει την εθνικότητα και ότι η γλώσσα τους ανήκει στην οικογένεια των νότιων σλαβικών γλωσσών”.
Απαντώντας σε ερώτηση για τις διεργασίες που έχει προκαλέσει στο εσωτερικό άλλων κομμάτων η Συμφωνία των Πρεσπών, ο κ. Τζανακόπουλος είπε πως η κυβέρνηση αυτή δεν φοβήθηκε το πολιτικό κόστος “και πολύ περισσότερο δεν φοβηθήκαμε ποτέ να θέτουμε τα διλήμματα με τον καθαρότερο τρόπο. Αυτό ως ηθική της πολιτικής είναι αυτό που δημιουργεί οριζόντιες πιέσεις σε όλα τα πολιτικά κόμματα του ελληνικού κοινοβουλίου”.
“Από το 2010 έως το 2018”, συνέχισε, “ο πολιτικός λόγος ήταν αυτοπροσδιορισμένος από την αντίθεση μνημόνιο-αντιμνημόνιο. Αυτό γέννησε μια σειρά από πολιτικά μορφώματα, δεν αναφέρομαι στα κόμματα του κοινοβουλίου, τα οποία προέκυψαν από τη διάλυση του παραδοσιακού δικομματισμού. Σιγά σιγά, όσο αφήνουμε πίσω μας την κρίση, οι διεργασίες αυτές οδηγούνται προς ένα πολιτικό διπολισμό που ορίζεται από τον άξονα Αριστερά -Δεξιά”, εκτίμησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Ερωτηθείς για την προσφυγή του Υπερταμείου στο ΣτΕ, είπε ότι πρόκειται για μια δικονομική ενέργεια του Υπερταμείου και τόνισε ότι “δεν υπάρχει κανένα θέμα καθώς ο νόμος είναι απολύτως σαφής. Κανένα από τα αρχαιολογικά μνημεία δεν πρόκειται να μεταβιβασθεί στο Υπερταμείο”.
Κληθείς τέλος να σχολιάσει τα αιτήματα των εκπαιδευτικών και την αντιμετώπιση των κινητοποιήσεων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, είπε πως έχουν γίνει “απαράδεκτες”, όπως τις χαρακτήρισε ενέργειες από άνδρες των ΜΑΤ, ενώ σε ό,τι αφορά την ουσία των διεκδικήσεων, είπε ότι το υπουργείο Παιδείας προσπάθησε να σταθμίσει συμφέροντα διαφορετικών κοινωνικών κατηγοριών.
“Οι αναπληρωτές δάσκαλοι και καθηγητές θα μοριοδοτηθούν με βάση την προϋπηρεσία τους, όπως θα μοριοδοτηθούν και τα ατομικά προσόντα. Με την ολοκλήρωση των νέων προσλήψεων το σύνολο θα είναι μεγαλύτερο, απ’ όσους σήμερα υπηρετούν και θα έχουν περισσότεροι εκπαιδευτικοί δουλειά”, κατέληξε ο κ. Τζανακόπουλος.