Την ώρα που έχουν εξαφανιστεί οι αγοραστές και ο τραπεζικός δείκτης έχει κάνει «βουτιά» -13%, τα funds που σορτάρουν συστηματικά τις ελληνικές τραπεζικές μετοχές ποντάρουν στα αρνητικά σενάρια για τις τράπεζες.
Στα τέλη του έτους, όταν έγιναν γνωστά τα σχέδια κυβέρνησης και Τράπεζας της Ελλάδος για υποστήριξη των τραπεζών στην προσπάθεια εξυγίανσης των ισολογισμών τους, οι short φάνηκε να κάνουν ένα βήμα πίσω, κλείνοντας ορισμένες θέσεις, με πιο χαρακτηριστική περίπτωση το κλείσιμο της θέσης που διατηρούσε η Oceanwood Capital Management στη μετοχή της Εθνικής.
Όμως, από τις πρώτες ημέρες του νέου έτους, έγινε σαφές ότι τα funds όχι μόνο δεν θα συνεχίσουν να κλείνουν τις θέσεις τους, αλλά και θα αυξήσουν τα «πονταρίσματα» κατά των τραπεζών.
Όπως φαίνεται στον πίνακα (στοιχεία από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς), στις 14 και 15 Ιανουαρίου έγιναν οι τελευταίες μεταβολές θέσεων από τα funds Lansdowne Partners και Oceanwood στις μετοχές Alpha και Eurobank.
Και στις τρεις περιπτώσεις, οι αρνητικές θέσεις αυξήθηκαν, με τη μεγαλύτερη αύξηση (από 0,60% σε 0,75%) να εντοπίζεται στη θέση της Lansdowne Partners στη μετοχή της Alpha. Ταυτόχρονα, η Lansdowne Partners διατηρεί αμετάβλητο το «ποντάρισμά» της κατά της μετοχής της Τρ. Πειραιώς, με τη θέση αυτή να διατηρείται στο 2,74% του συνόλου των μετοχών.
Την ίδια στιγμή που οι short παίρνουν… θάρρος, δεν υπάρχουν long επενδυτές πρόθυμοι να αντισταθούν στις πιέσεις, ποντάροντας στην ανάκαμψη του κλάδου, καθώς όσοι το έχουν κάνει ως τώρα έχουν «καεί». Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Μάνος Χατζηδάκης (Beta), «η κεφαλαιοποίηση του κλάδου έχει συρρικνωθεί στα 3,6 δις ευρώ και το μετοχολόγιο όλων των τραπεζών έχει μόνο χαμένους επενδυτές».
Οι μεγάλοι ξένοι long επενδυτές των ελληνικών τραπεζικών μετοχών, όπως ο Κάιλ Μπας της Hayman Capital, είναι εξαιρετικά νευρικοί. Ο Μπας, που πριν από ένα χρόνο προέβλεπε με βεβαιότητα ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν θα χρειασθούν νέα κεφάλαια, τώρα καλεί την κυβέρνηση, μέσω Twitter, να κινητοποιηθεί για να σταθεροποιήσει τις τράπεζες.
Η εικόνα στο τραπεζικό ταμπλό είναι πλέον αποκαρδιωτική, καθώς όλες τράπεζες έχουν αξία μόλις 3,6 δισ. ευρώ, τη στιγμή που η χρηματιστηριακή αξία του ΟΤΕ ξεπερνά τα 5,2 δισ. ευρώ. Η Λεωφόρος Αθηνών είναι μόνο κατ’ όνομα μια τραπεζοκεντρική χρηματιστηριακή αγορά, αφού η συμμετοχή του κλάδου στη συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς δεν ξεπερνά το 8%.
Μάλιστα, όπως φαίνεται στον πίνακα (στοιχεία της Beta), η χρηματιστηριακή αξία των τραπεζικών μετοχών αντιστοιχεί στο 17% της λογιστικής τους αξίας, με την αντίστοιχη σχέση για τη μετοχή της Πειραιώς να έχει πέσει στο εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό του 5%.
Τα σενάρια
Η αγορά είναι έτοιμη να αποτυπώσει στις αξίες των τραπεζών οποιοδήποτε κακό νέο, ενώ δείχνει εξαιρετική δυσπιστία στις θετικές ειδήσεις για τον κλάδο. Αυτό φάνηκε με έντονο τρόπο αυτή την εβδομάδα, όταν ένα δημοσίευμα του Reuters για την πρόθεση της ΕΚΤ να υποχρεώσει τις τράπεζες να σχηματίσουν πλήρεις προβλέψεις για τα προβληματικά τους δάνειο σε ρητές προθεσμίες, ήταν αρκετό για να ασκηθεί ακραία πίεση, κυρίως στις μετοχές της Εθνικής και της Alpha.
Οι short κινούνται με αρκετή αποφασιστικότητα στο χρηματιστηριακό ταμπλό, επειδή βλέπουν ότι υπάρχουν… ατυχήματα, που θα μπορούσαν να συμβούν σε αυτή την κρίσιμη, μεταβατική περίοδο για τις τράπεζες:
Αρνητικές εκπλήξεις μπορεί να έλθουν στο άμεσο μέλλον από τα οικονομικά αποτελέσματα τέταρτου τριμήνου και χρήσης 2018 των τραπεζών, όπως είχε συμβεί και τον Αύγουστο, με τα απογοητευτικά αποτελέσματα α’ εξαμήνου. Γενικά, εκτιμάται ότι είναι πιθανό να επιβεβαιωθεί (με το παραπάνω…) ότι η κερδοφορία των τραπεζών παραμένει πολύ ασθενής για να αποτελέσει ανάχωμα στις πιστωτικές ζημιές που θα φέρει η γρήγορη μείωση των προβληματικών δανείων. Φήμες που κυκλοφορούν στην αγορά, μάλιστα, κάνουν λόγο για σχηματισμό προβλέψεων – έκπληξη από ορισμένες τράπεζες στο τελευταίο τρίμηνο του έτους.
Τα δύο σχέδια που έχουν παρουσιασθεί από κυβέρνηση και Τράπεζα της Ελλάδος δεν έχουν πείσει την αγορά. Ακόμη και αν το σχέδιο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για εφαρμογή του ιταλικού μοντέλου μείωσης των προβληματικών δανείων (τιτλοποιήσεις με κρατική εγγύηση) περάσει την εγκριτική διαδικασία της Κομισιόν, εκφράζονται φόβοι ότι θα επιβαρύνει τις τράπεζες με υψηλές προμήθειες προς το Δημόσιο για την «αγορά» κρατικών εγγυήσεων και, τελικά, δεν θα εφαρμοσθεί σε μεγάλη έκταση, ώστε να υπάρξει το επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή να «ξεφορτωθούν» οι τράπεζες μεγάλο όγκο «κόκκινων» δανείων, χωρίς να χάσουν πολλά κεφάλαια και να μην υποχρεωθούν να ξεφύγουν από την «ήπια», για τους μετόχους, λύση της έκδοσης ομολογιακών δανείων. Το δε σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος προς το παρόν δεν προωθείται από την κυβέρνηση στις ευρωπαϊκές αρχές και έχει τις δικές του αδυναμίες.
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ετοιμάζεται να οριστικοποιήσει τις ελάχιστες απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας για το 2019, αλλά και να εγκρίνει τα νέα σχέδια για τη μείωση των προβληματικών δανείων της περιόδου 2019-2021, που θα συνοδευθούν με ρητές προθεσμίες για την πλήρη κάλυψη των «κόκκινων» δανείων με προβλέψεις.
Σε αυτές τις συνθήκες, το μεγάλο ερώτημα είναι αν μέσα στους επόμενους μήνες θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις δυνατότητες των τραπεζών να αποφύγουν την αναζήτηση μεγάλων κεφαλαιακών ενισχύσεων, ή αν θα αρχίσουν να σβήνουν οι ελπίδες για μια γρήγορη εξυγίανση των χαρτοφυλακίων χωρίς «χτυπήματα» στους μετόχους. Οι short, πάντως, φαίνεται ότι προς παρόν στοιχηματίζουν υπέρ της κακής εκδοχής…