Σημαντικές ζημίες καταγράφει και το 2011 ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας, καθώς το πρώτο πεντάμηνο ο όγκος της παραγωγής μειώθηκε κατά 19,1%, έναντι 17,5% την ίδια περίοδο του περασμένου έτους.
Οι ζημιές αυτές, στον χώρο των μεσαίου και μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων του κλάδου, ήταν αντίστοιχες προς εκείνες του 2009 και ίσες προς το 6,4% των εσόδων των εταιρειών, τα οποία αυξήθηκαν κατά 3% λόγω της εκτίναξης των τιμών του βάμβακος τους τελευταίους μήνες του έτους. Η παραγωγή του κλάδου υποχώρησε το 2010, σε σχέση με το 2009, κατά 20,4%.
Ειδικότερα τον περασμένο Μάιο και ενώ οι τιμές του βάμβακος είχαν εισέλθει ξανά σε πτωτική τροχιά, ο όγκος της παραγωγής κλωστοϋφαντουργικών υλών μειώθηκε κατά 22%, σε σύγκριση με αυτόν που είχε παραχθεί τον ίδιο μήνα του 2010, υποχωρώντας σε επίπεδα τα οποία είναι κατά 65,1% χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του έτους 2005.
Η σταθεροποίηση των ζημιών των μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου το περασμένο έτος οφείλεται στο γεγονός ότι ο υποκλάδος της εκκόκκισης βάμβακος βελτίωσε θεαματικά την αποδοτικότητά του, για δεύτερο συνεχόμενο έτος, αξιοποιώντας τη βελτίωση των διεθνών τιμών. Τόσο η νηματουργία όσο και η υφαντουργία κατέγραψαν αυξημένες απώλειες. Οι βελτιώσεις που σημειώθηκαν στον προαναφερθέντα υποκλάδο είχαν αποτέλεσμα οι κερδοφόρες του κλάδου να υπερτερούν αριθμητικά των ζημιογόνων.
Αυτά προκύπτουν από στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και την επεξεργασία των ισολογισμών των 56 μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κλάδου με πωλήσεις άνω των τριών εκατομμυρίων ευρώ και συνολικές πωλήσεις 719,2 εκατ. ευρώ, οι οποίες γνωστοποίησαν τα οικονομικά τους αποτελέσματα του προηγούμενου έτους ως τις 10 Ιουλίου 2011. Το καθαρό αποτέλεσμα αυτών των επιχειρήσεων, στις οποίες περιλαμβάνεται μία βιομηχανία που λειτούργησε το 2010 με νέα εταιρική μορφή, ήταν ζημιά 47,4 εκατ. ευρώ.
Οι 55 μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κλάδου με πωλήσεις άνω των τριών εκατομμυρίων ευρώ και συνολικές πωλήσεις 696,4 εκατ. ευρώ, εξαιρουμένης αυτής που λειτούργησε το 2010 με νέα εταιρική μορφή και δεν έχει παρουσιάσει συγκρίσιμα στοιχεία για το 2009, εμφανίζουν βελτίωση της λειτουργικής αποδοτικότητάς τους στο επίπεδο των αποτελεσμάτων προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA).
Ωστόσο, 31 κερδοφόρες (56,4% του συνόλου) εμφανίζουν καθαρά κέρδη ύψους 21,9 εκατ. ευρώ και 24 ζημιογόνες (43,6%) παρουσιάζουν ζημιές ύψους 66,3 εκατ. ευρώ, με συνέπεια να προκύπτουν συνολικές καθαρές ζημιές ύψους 44,4 εκατ. ευρώ, έναντι συνολικών καθαρών ζημιών 44,8 εκατ. ευρώ που είχαν παρουσιάσει οι ίδιες αυτές επιχειρήσεις το 2009. Στις επιχειρήσεις αυτές με πωλήσεις άνω των τριών εκατομμυρίων ευρώ το 2010 δεν περιλαμβάνεται η εισηγμένη στο χρηματιστήριο νηματουργική βιομηχανία που έχει διακόψει την παραγωγική λειτουργία της και το 2009 είχε καταγράψει ζημιά δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, καθώς δεν έχει παρουσιάσει ισολογισμό χρήσης 2010. Επίσης, αν αθροιστούν και τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων μικρότερου μεγέθους προκύπτουν ακόμα υψηλότερες ζημιές για το σύνολο του κλάδου.
Τα συνολικά έσοδα των επιχειρήσεων κάθε μεγέθους που ασχολούνται με τη νηματουργία, την υφαντουργία και συναφείς υποκλάδους, εκτός αυτού της εκκόκκισης βάμβακος, εκτιμάται ότι μειώθηκαν το περασμένο έτος κατά 13%.
Από την ανάλυση των στοιχείων του συγκεντρωτικού ισολογισμού των 55 επιχειρήσεων, συνάγεται ότι ο κλάδος το 2010, ως σύνολο, δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει αποτελεσματικά τη μεγάλη άνοδο των διεθνών τιμών του βάμβακος.
Συγκεκριμένα, ενώ κατεγράφη βελτίωση των εσόδων κατά 3%, των μεικτών κερδών κατά 27% και των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) κατά 71%, το αποτέλεσμα προ φόρων και τόκων (EBIT) ήταν και πάλι αρνητικό, αν και βελτιώθηκε κατά 47%, με συνέπεια να καταγραφούν και πάλι υψηλές τελικές ζημιές. Συγχρόνως, βελτιώθηκαν οι συντελεστές των μεικτών κερδών από το 7,1% στο 8,7%, των κερδών προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) από το 1,6% στο 2,7% και των κερδών προ φόρων και τόκων (EBIT) από το -3,4% στο -1,7%.
Αναλυτικότερα, οι 31 κερδοφόρες πραγματοποίησαν συνολικές πωλήσεις 393,9 εκατ. ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν στο 56,5% των συνολικών των 55 μεγαλύτερων επιχειρήσεων του κλάδου. Οι πωλήσεις των 24 ζημιογόνων ήταν ύψους 302,5 εκατ. ευρώ (43,5%). Περίπου το ήμισυ των πωλήσεων των 55 εταιρειών προήλθε από αυτές του υποκλάδου της εκκόκκισης βάμβακος.
* 22 επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2009, παρέμειναν και κατά το 2010 κερδοφόρες, πραγματοποιώντας καθαρά κέρδη ύψους 16,2 εκατ. ευρώ έναντι 12 εκατ. ευρώ το 2009, αυξημένα κατά 4,2 εκατ. ευρώ.
* Εννιά επιχειρήσεις οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2009 με κέρδη 1,4 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2010 ζημιές ύψους 5,4 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι απώλειες ύψους 6,8 εκατ. ευρώ.
* 15 επιχειρήσεις οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2009, παρέμειναν και κατά το 2010 ζημιογόνες, πραγματοποιώντας ζημιές 61 εκατ. ευρώ έναντι 53,2 εκατ. ευρώ το 2009, αυξημένες έτσι κατά 7,8 εκατ. ευρώ.
* Εννιά επιχειρήσεις οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2009 με ζημιές 4,9 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2010 κέρδη της τάξης των 5,7 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι ωφέλεια ύψους 10,6 εκατ. ευρώ.
Οι συνολικές πωλήσεις εμφανίζονται κατά 3% αυξημένες (+22,4 εκατ. ευρώ), χάρη στην άνοδο των πωλήσεων περίπου των μισών επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, αυτές που τις αύξησαν ήταν 28 (50,9%), καθώς οι υπόλοιπες 27 (49,1%) είδαν τις πωλήσεις τους να μειώνονται.
Τα μεικτά κέρδη αυξήθηκαν κατά 12,8 εκατ. ευρώ, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) ανήλθαν στο επίπεδο των 18,9 εκατ. ευρώ, από 11 εκατ. ευρώ το 2009 (+7,9 εκατ. ευρώ), ενώ οι ζημιές προ φόρων και τόκων (EBIT) ανήλθαν στο επίπεδο των 12,1 εκατ. ευρώ έναντι 23 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 10,9 εκατ. ευρώ.
Βελτίωσαν τα μεικτά κέρδη οι 34 από τις 55 επιχειρήσεις (61,8%) και τα λειτουργικά 36 (65,5%). Συγχρόνως, βελτίωσαν τους συντελεστές του μεικτού κέρδους και του λειτουργικού κέρδους 35 (63,6%).
Στο σύνολο των 55 επιχειρήσεων η αποδοτικότητα του ενεργητικού σε κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), με βάση τα μεγέθη του 2010, ήταν 1,8% (1% το 2009).
Οι ζημιές προ φόρων ήταν ύψους 39,7 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 2,1 εκατ. ευρώ σε αξία και κατά 5% σε ποσοστό, ενώ οι καθαρές ζημιές μειώθηκαν κατά 1%. Σε σχέση με το 2009 αυξήθηκαν τόσο οι χρηματοοικονομικές όσο και οι ανόργανες δαπάνες και, αντιθέτως, μειώθηκαν τα ανόργανα έσοδα.
Επιδείνωση των καθαρών αποτελεσμάτων παρουσιάζουν συνολικά οι 22 από τις 55 επιχειρήσεις (40%), καθώς οι υπόλοιπες 33 (60%) τα βελτίωσαν. Στο επίπεδο των προ φόρων αποτελεσμάτων επιδείνωση εμφανίζουν 24 (43,6%).
Οι ζημιές, σε συνδυασμό με τη μείωση των δανειακών κεφαλαίων, οδήγησαν σε οριακή άνοδο της αναλογίας των ξένων κεφαλαίων προς τα συνολικά κεφάλαια από το 55,7% στο 55,8%, με παράλληλη οριακή μείωση της αναλογίας των ιδίων από το 44,3% στο 44,2%. Βελτίωση της χρηματοοικονομικής διάρθρωσης επιτεύχθηκε από το 56,4% των επιχειρήσεων (31 από τις 55). Μειωμένα ίδια κεφάλαια κατέγραψαν 26 (47,3%). Οι βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες οφειλές των 55 επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 8,5%. Συγχρόνως, όμως, τα ίδια κεφάλαιά τους μειώθηκαν κατά 9%. Ο δείκτης γενικής ρευστότητας παρουσίασε οριακή πτώση, παραμένοντας σε θετικά επίπεδα.
Οπως προκύπτει από επεξεργασία στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για τη νηματουργία, την υφαντουργία και άλλους υποκλάδους, το 2010 αυξήθηκε η παραγωγή νημάτων για ράψιμο από βαμβάκι κατά 16,1% και νημάτων από ασυνεχείς συνθετικές ίνες κατά 5,3%. Συγχρόνως, όμως, μειώθηκε η παραγωγή λοιπών νημάτων κατά 7%, νημάτων από τεχνητές συνεχείς ίνες κατά 31,8%, βαμβακερών υφαντών υφασμάτων κατά 0,7%, υφαντών υφασμάτων από φυτικές ίνες εκτός των βαμβακερών κατά 61,7%, υφαντών υφασμάτων από συνθετικά και τεχνητά νήματα συνεχών ινών κατά 26,15%, εργασιών φινιρίσματος κατά 13,25%, άλλων υφασμάτων πλεκτών και κροσέ κατά 15,5%, κουβερτών και κλινοσκεπασμάτων ταξιδιού κατά 32,1%, σεντονιών και μαξιλαροθηκών κατά 65,8%, σάκων και σακιδίων για συσκευασία προϊόντων κατά 72,8%, ταπήτων και άλλων, θυσσανωτών υφαντικών καλυμμάτων δαπέδου κατά 29,6% και λοιπών ταπήτων κατά 20%. Η παραγωγή ταπήτων και άλλων υφαντικών καλυμμάτων, με κόμπους, ήταν μηδενική.