Αντίστροφη μέτρηση
Κανονικά η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λάβει χώρα σε 10 μέρες ακριβώς: στις 29 Μαρτίου.
Ωστόσο, το κοινοβούλιο της χώρας έχει απορρίψει κάθε πρόταση συμφωνίας για τη σχέση της χώρας με την ΕΕ από εδώ και πέρα, έχει απορρίψει κάθε σκέψη παράτασης της συμφωνίας αλλά και έχει απορρίψει το ενδεχόμενο εξόδου χωρίς συμφωνία, την ώρα που ο προεδρεύων της Βουλής των Κοινοτήτων έχει κάνει σαφές ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να επαναφέρει προς ψηφοφορία μια πρόταση συμφωνίας που θα είναι παρόμοια με όσες δοκίμασε μέχρι τώρα να περάσει.
Εάν υπήρχε διαγωνισμός για το πώς μπορεί μια χώρα και ένα σύστημα διακυβέρνησης να βρεθούν σε κατάσταση οριακού αδιεξόδου, τότε σίγουρα η Βρετανία θα είχε πάρει το πρώτο βραβείο.
Άλλωστε, και η πρωθυπουργός της χώρας Τερέζα Μέι παραδέχτηκε επισήμως ότι η χώρα βρίσκεται «σε κρίση», έστω και εάν προσπάθησε να δώσει έναν τόνο αισιοδοξίας ότι αυτή μπορεί και να είναι πρόσκαιρη.
Και το μεγαλύτερο πρόβλημα της βρετανικής κυβέρνησης δεν είναι η απόφαση του προεδρεύοντος του σώματος, του Speaker of the House Τζον Μπέρκοου, γνωστού παγκοσμίως πλέον για τη χαρακτηριστική κραυγή Order! με την οποία επαναφέρει στην τάξη τους βουλευτές ενός κοινοβουλίου που μόλις το 1989 επέτρεψε την τηλεοπτική μετάδοση των συνεδριάσεών του, καθώς μέχρι τότε θεωρούσαν, ίσως και ορθά, ότι η εικόνα μάλλον θα αφαιρούσε παρά θα προσέθετε κύρος.
Καμιά πλειοψηφία
Το μεγαλύτερο πρόβλημα της βρετανικής κυβέρνησης είναι ταυτόχρονα πάρα πολύ απλό: δεν έχει πλειοψηφία που να μπορεί να υποστηρίξει τη συμφωνία.
Με βάση τα βρετανική κοινοβουλευτικά ήθη, εάν υπήρχε πλειοψηφία, αυτή θα μπορούσε να έκανε ό,τι ήθελε. Θα μπορούσε να έπαιρνε πρώτα μια απόφαση που θα επικύρωνε την ανάγκη να ψηφίσει ξανά πάνω σε μια πρόταση συμφωνίας (θα ψήφιζε δηλαδή μια “paving motion”) και μετά θα έφερνε την συμφωνία προς επικύρωση και με αυτή θα προχωρούσε στο Brexit.
Όμως, μέχρι στιγμής η συμφωνία που θα μπορούσε να διαμορφώσει και μια πλειοψηφία υπέρ της δεν υπάρχει.
Η κ. Μέι, που υπολόγιζε να είχε μια νέα συμφωνία πριν τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ την Πέμπτη και σε αυτή τη βάση να προχωρούσε κανονικά με το χρονοδιάγραμμα του Brexit.
Τώρα θα απευθυνθεί προς τους ευρωπαίους ηγέτες ώστε να πάρει μια παράταση της διαδικασίας του άρθρου 50 της Συνθήκης της Ένωσης με την ελπίδα ότι αυτό θα έδινε ένα περιθώριο για τη διαμόρφωση μιας νέας συμφωνίας που να μπορούσε να έχει την έγκριση της Βουλής των Κοινοτήτων. Προφανώς και η παράταση αυτή δεν μπορεί να είναι πολύ μεγάλη, ώστε να αποφευχθεί και το θεσμικό πρόβλημα μιας χώρας που τυπικά θα παραμένει μέλος της ένωσης αλλά δεν θα έχει κάνει εκλογές για ευρωβουλευτές.
Ωστόσο, σαν επιτραπέζιο παιχνίδι, ακόμη και αυτή η δυνατότητα μας επιστρέφει στο αρχικό τετραγωνάκι. Προφανώς και μια παράταση θα μπορούσε να είναι επαρκής λόγος για μια νέα ψηφοφορία πάνω σε ένα έστω και ελαφρά τροποιημένο σχέδιο συμφωνίας. Όμως, το ερώτημα είναι έστω και τώρα θα υπάρξει η πλειοψηφία για τη συμφωνία, ή απλώς θα έχουμε την επανάληψη του ίδιου αδιεξόδου.
Και εδώ επανερχόμαστε στην ουσιώδη αντίφαση που εξακολουθεί να διαπερνά το βρετανικό πολιτικό σύστημα.
Από τη μια οποιαδήποτε συμφωνία μπορεί να λύνει προβλήματα (από την πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά μέχρι την αποφυγή αναζωπύρωσης του ιρλανδικού προβλήματος), όμως δεν ικανοποιεί τις ιδεολογικές εμμονές όσων εξαρχής ήταν υπέρ του Brexit.