Πόσο επιβαρύνονται οι επιχειρήσεις και τι μένει στην τσέπη των εργαζομένων με την ισχύουσα φορολογία
Ο τρόπος της εφαρμογής του κατώτατου μισθού φαίνεται πως πιο πολλές τρύπες ανοίγει παρά κλείνει. Και οι εργοδότες ξοδεύουν περισσότερα για το προσωπικό τους, αλλά και οι υπάλληλοι χάνουν χρήματα από την αύξηση του κατώτατου μισθού καθώς τα αποδίδουν σε φόρους.
Ένας επιπλέον μισθός…που χάνεται
Πιο συγκεκριμένα μεγάλη είναι η επιβάρυνση που υφίστανται οι επιχειρήσεις μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% από την 1η Φεβρουαρίου.
Το κόστος εργασίας για έναν εργαζόμενο άνω των 25 ετών χωρίς προϋπηρεσία, σύμφωνα με τον Αντιπρόεδρο της Επιτροπής Φοροτεχνικών του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών κύριο Ηλία Χατζηγεωργίου, αυξήθηκε από τα 732,95 ευρώ που ήταν μέχρι τις 31/1/2019 στα 812,89 ευρώ με αποτέλεσμα η μηνιαία επιβάρυνση της επιχείρησης για έναν εργαζόμενο χωρίς προϋπηρεσία είναι πλέον 79,94 ευρώ ενώ η ετήσια επιβάρυνση ανέρχεται στα 1.119,16 ευρώ.
Κοστίζουν πολύ οι εργαζόμενοι κάτω των 25 ετών
Ακόμη μεγαλύτερη είναι η επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις που απασχολούν εργαζόμενους κάτω των 25 ετών. Για έναν εργαζόμενο χωρίς προϋπηρεσία το πρόσθετο κόστος είναι 196,14 ευρώ το μήνα ενώ η ετήσια επιβάρυνση είναι 2745,96 ευρώ.
600.000 εργαζόμενοι
Οι αυξήσεις αυτές αφορούν 600.000 εργαζόμενους κι όπως έχουν επισημάνει οι εργοδοτικές οργανώσεις το κόστος εργασίας αυξάνεται κατά 2% και από το 25% φτάνει το 27%.
Ζητούν να μειωθεί η φορολογία των επιχειρήσεων και οι ασφαλιστικές εισφορές για να μπορέσει να αναθερμανθεί επί της ουσίας η οικονομία.
Υποστηρίζουν επίσης ότι η αύξηση δεν είναι αποτελεσματική για την αναθέρμανση της οικονομίας καθώς ένα μεγάλο μέρος το εισπράττει το κράτος και δε μένει διαθέσιμο εισόδημα στο πορτοφόλι του μισθωτού για να οδηγηθεί στην κατανάλωση.
Εξανεμίζεται η αύξηση στους φόρους
Η αύξηση του κατώτατου μισθού αναμένεται να εξανεμιστεί από την 1η Ιανουαρίου του 2020 αν ισχύσει η μείωση του αφορολογήτου ορίου.
Σύμφωνα με αυτά που έχουν νομοθετηθεί (ν. 4472/2017) τα αφορολόγητα όρια εισοδήματος για τους μισθωτούς από τα επίπεδα των 8.636 – 9.545 ευρώ θα μειωθούν στα επίπεδα των 6.250 – 7.250 ευρώ.
Οι μειώσεις του αφορολογήτου έχουν ως εξής:
Για τον άγαμο θα μειωθεί από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ, το αφορολόγητο όριο μειώνεται από 8.636 σε 5.681 ευρώ
Για τον έγγαμο με ένα παιδί θα μειωθεί από τα 1.950 στα 1.300 ευρώ, το αφορολόγητο όριο μειώνεται από 8.863 σε 5.909 ευρώ).
Για τον έγγαμο με δυο παιδιά θα μειωθεί από τα 2.000 στα 1.350 ευρώ , το αφορολόγητο όριο μειώνεται από 9.090 σε 6.136 ευρώ
Για τον έγγαμο με τρία παιδιά θα μειωθεί από τα 2.100 στα 1.450 ευρώ, το αφορολόγητο όριο μειώνεται από 9.545 σε 6.590 ευρώ.
Αν ένας άγαμος μισθωτός άνω των 25 ετών αμείβεται με το νέο κατώτατο μισθό δηλαδή με 650 ευρώ μεικτά μηνιαίως (546 ευρώ καθαρά) το συνολικό φετινό του ετήσιο εισόδημα θα είναι 9.036 ευρώ μεικτά καθώς θα εισπράξει δηλαδή 832 ευρώ περισσότερα σε σχέση με το 2018. Το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά του θα είναι φέτος 7.590 ευρώ το οποίο φορολογείται με φόρο 22% που αντιστοιχεί σε 1.669,8 ευρώ. Ο μισθωτός δεν θα πληρώσει καθόλου φόρο καθώς καλύπτεται από το ισχύον αφορολόγητο των 1.900 ευρώ.
Τα πράγματα αλλάζουν από την 1η Ιανουαρίου του 2020 καθώς ο ίδιος εργαζόμενος θα έχει ετήσιες αποδοχές 9.100 ευρώ μεικτά με φορολογητέο εισόδημα 7.644 ευρώ (546 Χ 14). Τα 7.644 ευρώ αν φορολογηθούν με την ισχύουσα κλίμακα 22% αντιστοιχεί φόρος 1.681,68 ευρώ. Αν αφαιρεθεί η έκπτωση φόρου του αφορολόγητου των 1250 ευρώ που θα ισχύσει τότε ο μισθωτός θα πρέπει να πληρώσει φόρο 431,68 ευρώ.
Αυτό σημαίνει πως το ετήσιο όφελος από την αύξηση του κατώτατου μισθού θα μειωθεί σημαντικά καθώς από τα 751,66 ευρώ που πήρε θα του μείνουν μόλις 319,98 ευρώ