Οι επενδύσεις είναι αυτές οι οποίες θα καθορίσουν τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία. Η επανεκκίνηση απαιτεί ρευστότητα και θέσεις απασχόλησης οι οποίες θα «βρέξουν» λεφτά στα -υπό ανομβρία εδώ και χρόνια- Ταμεία.
Η Ελλάδα κάνει προσπάθειες να κερδίσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών με κινήσεις κυρίως στην οικονομοπολιτική σκακιέρα. Στο πλαίσιο αυτό κινήθηκαν και οι δηλώσεις του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα από το Βελβεντό Κοζάνης ότι «Φεύγουν πάνω από το κεφάλι μας αυτοί οι οποίοι έπαιρναν αποφάσεις λάθος τις περισσότερες φορές, το ΔΝΤ».
Άλλωστε οι δηλώσεις το τελευταίο διάστημα τόσο από τον ίδιο τον πρωθυπουργό όσο και από τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο για αποπληρωμή του Διεθνούς Νομισματικού ταμείο, μαγνητίζουν το βλέμμα των αγορών οι οποίες περιμένουν να δουν τις εξελίξεις.
Αυτή την στιγμή
Και ενώ το βάρος έχει δοθεί στο να μαγνητίσουν «μνηστήρες» που θα επεκτείνουν την ελληνική προίκα αυτή την στιγμή η εικόνα δεν είναι ενθαρρυντική.
Τουναντίον, οι επενδύσεις παραμένουν αισθητά χαμηλότερες ως ποσοστό του ΑΕΠ από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, αποκαλύπτοντας το έλλειμμα εμπιστοσύνης που ακόμη υπάρχει για την Ελλάδα, εξαιτίας γραφειοκρατίας καθώς και άλλων χρόνιων προβλημάτων, όπως η ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης.
Πιο συγκεκριμένα η συρρίκνωση των επενδύσεων συγκριτικά με το επίπεδό τους πριν από την κρίση απέχει από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο, με αποτέλεσμα να απαιτείται τεράστια προσπάθεια, καθώς η χώρα κατατάσσεται τελευταία, με βάση το σύνολο της ακαθάριστης επενδυτικής δαπάνης ως ποσοστό στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (11% το 2018 στην Ελλάδα, έναντι μέσου όρου 21% στην Ε.Ε.-28), υπογραμμίζει η Alpha Bank.
Η χαρτογράφηση των 100 best επενδύσεων
Από τις 100 μεγαλύτερες επενδύσεις της προηγούμενης διετίας, οι 10 αφορούν τις βιομηχανίες, οι 13 την ενέργεια, από 4 το λιανεμπόριο και τη ναυτιλία, 13 τις επιχειρήσεις τεχνολογίας και τηλεπικοινωνιών, 5 την υγεία και 5 τις υποδομές, 2 τις φαρμακευτικές και 12 τον χρηματοοικονομικό τομέα.
Τα συνολικά κεφάλαια που προσέλκυσαν οι ελληνικές επιχειρήσεις το 2018 άγγιξαν τα 5,5 δισ. ευρώ, όσα και το 2017. Εξ αυτών, τα 635 εκατ. το 2018 και 1,9 δισ. το 2017 αφορούν την κάλυψη επιχειρηματικών ομολογιακών εκδόσεων. Αλλο 1 δισ. και 1,7 δισ. αντίστοιχα προήλθαν από ιδιωτικοποιήσεις, ενώ σημειώθηκαν και αρκετές αυξήσεις κεφαλαίου.
Τα παραπάνω προκύπτουν από την επεξεργασία των συναλλαγών της διετίας που πραγματοποίησε η PwC. Ετσι, οι γνήσιες εξαγορές είναι λιγότερες από το μισό των 11 δισ. που αθροίζουν όλες οι συναλλαγές της διετίας και εκείνες που έγιναν από Private Equity Funds ακόμα λιγότερες.
Ανακτάται το κενό;
Αποθαρρυντικά είναι τα στοιχεία που αποτυπώνουν το μέγεθος και τον όγκο των επενδύσεων στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία. Από 60 δισ. το 2007 (26% του ΑΕΠ), έπεσαν σε 20,5 δισ. το 2018 (11,1% του ΑΕΠ), ενώ οι καθαρές επενδύσεις (μετά την αφαίρεση των αποσβέσεων) είναι αρνητικές από το 2011 και μετά, σύμφωνα πάντα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Παράλληλα, μπορεί οι ξένες άμεσες επενδύσεις να αυξάνονται από το 2015 και μετά, όμως ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένουν σε ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα στην Ευρώπη (1,9% στην Ελλάδα, έναντι 3,5% περίπου στην Ε.Ε.).
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους, απαιτείται αύξηση των επενδύσεων κατά 15% ετησίως, ώστε σε ορίζοντα πενταετίας να κλείσει αυτό το επενδυτικό κενό.