Ενώ το σφυροκόπημα της μετοχής συνεχίζεται
Η θέση ρευστότητας που διαθέτει η ΔΕΗ περιορίζει τις συνέπειες από τα αδύναμα αποτελέσματα του 2018, επισημαίνει σε ανακοίνωσή του του για την Επιχείρηση ο οίκος Standard & Poor’s ενώ το σφυροκόπημα της μετοχής συνεχίζεται. Από την έκθεση ωστόσο δεν λείπουν τα καμπανάκια για τους κινδύνους που ελλοχεύουν για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της ΔΕΗ.
Ειδικότερα, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης S&P πιστεύει ότι οι υφιστάμενες σήμερα πιστωτικές γραμμές της εταιρείας θα στηρίξουν τις ανάγκες ρευστότητάς της για τους επόμενους 12 μήνες, «αν και τα οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ για το 2018 ήταν ασθενέστερα του αναμενόμενου».
«Λαμβάνουμε ήδη υπόψη τους κινδύνους που σχετίζονται με την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της ΔΕΗ, δεδομένων των συνεχιζόμενων δύσκολων συνθηκών της αγοράς, καθώς και της πολύ μοχλευμένης κεφαλαιακής διάρθρωσής της και του σχετικά βραχυπρόθεσμου χρέους», αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο οίκος.
Ο S&P αξιολογεί το αξιόχρεο της ΔΕΗ στη βαθμίδα CCC+ με θετική προοπτική, η οποία, όπως σημειώνει, αντανακλά τη θετική προοπτική του αξιόχρεου της Ελλάδας (B+) και την προσδοκία του ότι η εταιρεία θα λάβει έκτακτη στήριξη από την κυβέρνηση σε περίπτωση μεγαλύτερης οικονομικής πίεσης.
Ο οίκος αναφέρει ότι στο τέλος του 2018 το καθαρό χρέος της ΔΕΗ ανερχόταν σε 3,7 δισ. ευρώ, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου αποτελείτο από δάνεια από εγχώριες τράπεζες και την Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα, καθώς και δάνειο από κοινοπραξία ξένων τραπεζών για την κατασκευή της μονάδας της Πτολεμαΐδας.
Υπολογίζει ότι το πρώτο τρίμηνο του 2019 η ΔΕΗ είχε ρευστότητα περίπου 435 εκατ. ευρώ και επιπλέον 702 εκατ. ευρώ σε διαθέσιμες πιστωτικές γραμμές, οι οποίες «ωριμάζουν» μετά το 2022.
Αυτό συγκρίνεται με το 1,1 δισ. ευρώ χρέους που «ωριμάζει» τους επόμενους 24 μήνες, περιλαμβανομένων 350 εκατ. ευρώ την 1η Μαΐου, για τα οποία ο οίκος εκτιμά ότι είναι ήδη προχρηματοδοτημένα με μετρητά και πιστωτικές γραμμές από ελληνικές τράπεζες.
Η επόμενη σημαντική ωρίμανση χρέους, άνω των 100 εκατ. ευρώ, είναι μετά το 2020.
Ο οίκος δεν αναμένει σημαντική βελτίωση στη λειτουργική και οικονομική επίδοση της εταιρείας το 2019.
Ωστόσο εκτιμά ότι θα υπάρξει κάποια βελτίωση στα EBITDA (κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων) φέτος, χάρη στην κατάργηση της επιβάρυνσής της για την κάλυψη του Λογαριασμού για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (που ανήλθαν σε 196,3 εκατ. ευρώ το 2018), της μείωσης της έκπτωσης συνέπειας στους καταναλωτές που πληρώνουν εμπρόθεσμα τους λογαριασμούς τους (στο 10% από το 15%) και της λειτουργικής αποδοτικότητας.