Οι φορολογούμενοι που είχαν υπαχθεί στη ρύθμιση των 100 δόσεων του 2015 και συνεχίζουν κανονικά μέχρι σήμερα να πληρώνουν τις δόσεις, οι οφειλέτες με χρέη έως 3.600 ευρώ, οι οφειλέτες που δηλώνουν εισοδήματα τα οποία απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος καθώς και οι επιχειρήσεις που περίμεναν τη νέα ρύθμιση για να κλείσουν τους ανοιχτούς λογαριασμούς τους με την Εφορία, διαπιστώνουν τώρα ότι δεν θα δουν ποτέ τις 120 δόσεις.
Όπως αναφέρουν «Τα Νέα», το ίδιο ισχύει και για όσους θέλουν να κουρέψουν τις προσαυξήσεις με τις οποίες έχει επιβαρυνθεί η οφειλή τους, ενώ ακόμα και όσοι ενταχθούν στη νέα ρύθμιση κινδυνεύουν ανά πάσα στιγμή να τη χάσουν εάν δεν είναι συνεπείς στις φορολογικές υποχρεώσεις τους.
Οι επαγγελματοβιοτέχνες και οι έμποροι θεωρούν ότι η ρύθμιση των 120 δόσεων είναι δώρο – άδωρο για τις επιχειρήσεις, αφού προβλέπει μόνο 18 δόσεις για την αποπληρωμή των χρεών τους καθιστώντας το μέτρο ανούσιο, με αποτέλεσμα τα νομικά πρόσωπα να συνεχίσουν να λειτουργούν υπό την απειλή κατασχέσεων των επιχειρηματικών λογαριασμών τους και των προσωπικών περιουσιακών στοιχείων των επιχειρηματιών.
Στη ρύθμιση μπορούν να υπαχθούν οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση που βεβαιώθηκαν και κατέστησαν ληξιπρόθεσμες έως 31 Δεκεμβρίου 2018, οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης τελούν σε αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή έχουν υπαχθεί σε πάγια ρύθμιση 12 ή 24 δόσεων.
Ωστόσο, από τις 120 δόσεις εξόφλησης των οφειλών τους αποκλείονται:
1) Οι φορολογούμενοι με παλιές οφειλές τις οποίες έχουν εντάξει ήδη στη ρύθμιση των 100 δόσεων του ν. 4321/2015 ή του ν. 4305/2014 την οποία εξυπηρετούν κανονικά καταβάλλοντας κάθε μήνα τη δόση της ρύθμισης. Οι φορολογούμενοι αυτοί δεν έχουν τη δυνατότητα να επαναρρυθμίσουν το υπόλοιπο ανεξόφλητο ποσό με βάση τη νέα ρύθμιση. Αντίθετα, όσοι έχασαν τη ρύθμιση των 100 δόσεων μέχρι και τις 5 Μαΐου 2019, καθώς σταμάτησαν να πληρώνουν τις μηνιαίες δόσεις, έχουν τώρα τη δυνατότητα να ρυθμίσουν ξανά την οφειλή τους και ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος και της οφειλής να κερδίσουν ακόμα και τις 120 δόσεις.
2) Οι φορολογούμενοι που χρωστούν στην Εφορία ποσά που δεν υπερβαίνουν τα 3.600 ευρώ. Η ελάχιστη μηνιαία δόση των 30 ευρώ που ορίστηκε λειτουργεί σαν κόφτης στη διαμόρφωση του αριθμού των δόσεων εξόφλησης της οφειλής. Το μάξιμουμ των 120 μηνιαίων δόσεων κερδίζουν απευθείας όσοι έχουν εισόδημα έως 10.000 ευρώ και χρωστούν 3.600 ευρώ (30Χ120=1.500 ευρώ). Αντίθετα ένας φορολογούμενος με το ίδιο εισόδημα και οφειλή 1.500 ευρώ θα ρυθμίσει την οφειλή του σε 50 δόσεις, ενώ ένας άλλος με το ίδιο εισόδημα και οφειλή 1.000 ευρώ θα εξοφλήσει το χρέος του στην Εφορία σε 33 δόσεις. Οσον αφορά τους 2,2 εκατ. οφειλέτες που χρωστούν έως 550 ευρώ ο καθένας, δικαιούνται έως 18 δόσεις το πολύ (18 μήνες Χ 30 ευρώ = 540 ευρώ).
3) Τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Οι επιχειρήσεις που θέλουν να κλείσουν τους ανοιχτούς λογαριασμούς τους με την Εφορία θα έχουν στη διάθεσή τους μόνο 18 μηνιαίες δόσεις, ενώ έκτακτες οφειλές ρυθμίζονται σε έως 30 μηνιαίες δόσεις. Η διάταξη αυτή λειτουργεί τιμωρητικά για τις επιχειρήσεις όπως επισημαίνουν οι λογιστές, φέρνοντας ως παράδειγμα την περίπτωση ενός δικηγόρου ο οποίος ως φυσικό πρόσωπο μπορεί να ρυθμίσει τις οφειλές του στην Εφορία σε έως 120 δόσεις, ενώ αντίθετα μια δικηγορική εταιρεία την οποία έχουν συστήσει τρεις δικηγόροι θα έχουν μόνο 18 δόσεις για να πληρώσουν τα χρέη τους.
4) Οι φορολογούμενοι που δήλωσαν εισοδήματα τα οποία απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος όπως επιδόματα, αποζημίωση λόγω απόλυσης, αγροτικές επιδοτήσεις και ενισχύσεις κ.λπ. Τα εισοδήματα αυτά ανεβάζουν το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων εξόφλησης των χρεών.
5) Οσοι θελήσουν να κουρέψουν το χρέος τους στην Εφορία, διαγράφοντας μέρος των προσαυξήσεων. Οι φορολογούμενοι αυτοί, θα πρέπει να πληρώνουν αυξημένα ποσά μηνιαίων δόσεων οι οποίες θα είναι πολύ λιγότερες από τις 120. Για παράδειγμα, ένας μισθωτός με ένα παιδί που χρωστά 10.000 ευρώ στην Εφορία και το εισόδημά του είναι 20.000 ευρώ, εάν θέλει κούρεμα 45% στις προσαυξήσεις, πρέπει να δεχτεί και κούρεμα 50% στον αριθμό των δόσεων. Αυτό σημαίνει ότι οι δόσεις θα γίνουν 60, κάθε δόση θα φτάσει στα 146,25 ευρώ. Για κούρεμα 55% στις προσαυξήσεις οι δόσεις θα γίνουν 48 των 167 ευρώ η καθεμία. Εάν θέλει κούρεμα 45% στις προσαυξήσεις πρέπει να δεχτεί και κούρεμα 50% στον αριθμό των δόσεων. Αυτό σημαίνει ότι οι δόσεις θα γίνουν 60, κάθε δόση θα φτάσει στα 146,25 ευρώ. Για κούρεμα 55% οι δόσεις περιορίζονται σε 48 των 167 ευρώ.
Πότε χάνεται η ευκαιρία
Η παραμονή στη ρύθμιση απαιτεί από τους φορολογουμένους απόλυτη συνέπεια καθώς κινδυνεύουν να τη χάσουν οποιαδήποτε στιγμή και να αναβιώσει ολόκληρο το χρέος και οι προσαυξήσεις οι οποίες αρχικά σβήστηκαν. Ταυτόχρονα αναβιώνουν τα αναγκαστικά μέτρα εναντίον του οφειλέτη, όπως κατασχέσεις και ποινικές διώξεις. Η ρύθμιση χάνεται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
1) Δεν καταβάλει δύο συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα.
2) Δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της εντός τριών μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός τριών μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν από την υπαγωγή σε αυτή.
3) Δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος μέρους εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν από την υπαγωγή σε αυτή.
4) Υποπέσει σε φορολογικές παραβάσεις που αφορούν τη μη πληρωμή φόρου εισοδήματος και ΦΠΑ και γενικά σε παραβάσεις φοροδιαφυγής, οι οποίες θέτουν εκτός ρύθμισης τον παραβάτη.