Συνολικά 17 κατηγορίες για κατασκοπεία, που αφορούν τη δημοσιοποίηση αμερικανικών απορρήτων εγγράφων το 2010, απαγγέλθηκαν σε βάρος του ιδρυτή του ιστοτόπου WikiLeaks, Τζούλιαν Ασάνζ, όπως ανακοίνωσαν ομοσπονδιακοί εισαγγελείς των ΗΠΑ.
Οι κατηγορίες ενδέχεται να εγείρουν ζητήματα που άπτονται της πρώτης τροπολογίας του αμερικανικού Συντάγματος, η οποία προστατεύει την ελευθερία του λόγου. Πολλά μέσα ενημέρωσης δημοσιεύουν άλλωστε συχνά αποκαλύψεις που βασίζονται στο περιεχόμενο κλειστών πηγών, συμπεριλαμβανομένων διαβαθμισμένων εγγράφων.
Ο Ασάνζ παραμένει έγκλειστος σε φυλακή υψίστης ασφαλείας στη Βρετανία, όπου εκτίει ποινή φυλάκισης 50 εβδομάδων διότι παρέβη τους όρους της προσωρινής αποφυλάκισής του, ενώ καταζητείται επίσης από τις αρχές της Σουηδίας εξαιτίας κατηγοριών σε βάρος του για βιασμό. Αμερικανοί αξιωματούχοι δηλώνουν ότι η απόφαση για την έκδοσή του επαφίεται στο σύστημα δικαιοσύνης του Ηνωμένου Βασιλείου.
Σύμφωνα με τους εισαγγελείς, οι κατηγορίες συνδέονται με την αποκάλυψη διαβαθμισμένων πληροφοριών, ιδίως των ονομάτων πληροφοριοδοτών των ΗΠΑ που θα μπορούσαν να κινδυνεύσουν στο Ιράν, τη Συρία, την Κίνα, το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Εν μέρει, οι νέες κατηγορίες σε βάρος του Ασάνζ συνδέονται με τη συνεργασία του – ο όρος που χρησιμοποιείται στο κατηγορητήριο είναι «συνομωσία» – με την Τσέλσι Μάνινγκ, την πρώην αναλύτρια του αμερικανικού στρατού, για να εξασφαλίσει τα αρχεία. Οι εισαγγελείς διατείνονται ότι η δραστηριότητα αυτή είναι εντελώς διαφορετική από τη δημοσιογραφική δουλειά. Τονίζουν ότι ακόμη ο Αυστραλός γνώριζε ότι η αποκάλυψη των περίπου 750.000 εγγράφων θα έπληττε τις ΗΠΑ.
«Ο Τζούλιαν Ασάνζ δεν είναι δημοσιογράφος», επέμεινε ο Τζον Ντίμερς, στέλεχος του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης αρμόδιο για ζητήματα εθνικής ασφαλείας.
Ο Ασάνζ, ο οποίος συνελήφθη την 11η Απριλίου στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο, όπου του προσφερόταν άσυλο επί χρόνια, αντιμετωπίζει με βάση το νέο κατηγορητήριο ποινή 170 χρόνων κάθειρξης, σε περίπτωση που εκδοθεί στις ΗΠΑ. Η Τσέλσι Μάνινγκ, που είχε αφεθεί ελεύθερη το 2017, οδηγήθηκε ξανά στη φυλακή φέτος διότι αρνήθηκε να καταθέσει εναντίον του Ασάνζ. Ο ίδιος ο Τζούλιαν Ασάνζ και πολλοί από τους υποστηρικτές του τονίζουν πως ο Αυστραλός δεν πρέπει να διωχθεί διότι δημοσιοποίησε τα έγγραφα αυτά, επικαλούμενοι την αρχή της ελευθεροτυπίας.