Τα κράτη-μέλη της ΕΕ κάλεσαν σήμερα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προτείνει “κατάλληλα μέτρα” έναντι της Τουρκίας, λόγω των συνεχιζόμενων εξορύξεων στην κυπριακή ΑΟΖ. Αυτό ανέφερε ο επίτροπος Διεύρυνσης, Γιοχάνες Χαν, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε στο Λουξέμβουργο μετά το πέρας του Συμβουλίου Γενικών υποθέσεων της ΕΕ. Επιπλέον, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της σημερινής συνεδρίασης, η ΕΕ αποφάσισε να “παγώσει” πέρα από τις ενταξιακές συνομιλίες και τις εργασίες για την Τελωνειακή Ένωση.
“Το Συμβούλιο σημειώνει ότι η Τουρκία εξακολουθεί να απομακρύνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπενθυμίζοντας τα συμπεράσματά του της 26ης Ιουνίου 2018, το Συμβούλιο σημειώνει ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας έχουν ουσιαστικά σταματήσει και ότι δεν μπορούν να ανοίξουν ή να ολοκληρωθούν περαιτέρω κεφάλαια και δεν προβλέπεται περαιτέρω εργασία για τον εκσυγχρονισμό της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ-Τουρκίας”, αναφέρουν τα συμπεράσματα.
Εξάλλου, σε ό,τι αφορά την πρόταση της Επιτροπής για έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία και τη Β. Μακεδονία, οι υπουργοί της ΕΕ αποφάσισαν να παραπέμψουν τη λήψη αποφάσεων στη συνεδρίαση του Οκτωβρίου 2019. “Λόγω του περιορισμένου διαθέσιμου χρόνου και της σημασίας του θέματος, το Συμβούλιο θα επανέλθει στο ζήτημα αυτό, με στόχο την επίτευξη σαφούς και ουσιαστικής απόφασης το συντομότερο δυνατόν και όχι αργότερα από τον Οκτώβριο του 2019”, αναφέρουν σχετικά τα συμπεράσματα της συνεδρίασης. Ειδικότερα, ο επίτροπος Χαν εξήγησε ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε “θεσμικά προβλήματα” που αντιμετωπίζουν κάποιες χώρες, και συγκεκριμένα ανέφερε πως ο Γερμανός υπουργός επικαλέστηκε έλλειψη χρόνου που δεν επέτρεψε στη γερμανική Βουλή να συζητήσει το ζήτημα.
Σε κάθε περίπτωση, ο επίτροπος Χαν δήλωσε “εξαιρετικά αισιόδοξος” ότι τον Οκτώβρη τα κράτη-μέλη θα είναι σε θέση να ανάψουν το πράσινο φως. Τόσο ο επίτροπος, όσο και ο Ρουμάνος υπουργός για ευρωπαϊκά θέματα, Τζορτζ Τσιάμπα που ασκεί την προεδρία του Συμβουλίου για το τρέχον εξάμηνο, τόνισαν τη σημασία της διατήρησης του “μομέντουμ” της Συμφωνίας των Πρεσπών και εξέφρασαν ικανοποίηση για το γεγονός, ότι οι υπουργοί κρατάνε ζωντανή, έστω και με αυτήν την καθυστέρηση, την ευρωπαϊκή προοπτική για τις δύο χώρες.