«Η ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών μπορεί να βελτιώθηκε, τα σχέδια για τον περιορισμό των κόκκινων δανείων να υλοποιούνται σταδιακά, μπορεί ακόμη ορισμένες ελληνικές τράπεζες να παρουσίασαν μια μικρή και πολύ εύθραυστη κερδοφορία, κανείς όμως δεν αμφισβητεί πως το πιστωτικό σύστημα της χώρας παραμένει ο μεγάλος ασθενής της Ευρώπης», τόνισε ο Μιχάλης Σάλλας, προέδρος της Lyktos Group, σε ημερίδα του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου, με θέμα «Ελληνικές τράπεζες: Πυλώνας ανάπτυξης ή μεγάλος ασθενής;».
Ο γνωστός τραπεζίτης, περιγράφοντας την κατάσταση που διαμορφώθηκε τα τελευταία χρόνια, δήλωσε ότι «το μεγάλο στοίχημα δεν είναι μόνον η επαναφορά των πιστωτικών ιδρυμάτων στην κανονικότητα αλλά και η ανάκτηση του επί μία δεκαετία χαμένου εδάφους και η ταυτόχρονη προσαρμογή τους στη Νέα Κανονικότητα. Αυτήν δηλαδή που έχει δημιουργηθεί, αλλά και δημιουργείται διεθνώς, με τις ραγδαίες αλλαγές που ήδη δρομολογούνται στο τραπεζικό σύστημα».
Σε ό,τι αφορά τα κόκκινα δάνεια, σημείωσε ότι «παρά τη βελτίωση, ίσως δεν έγιναν όσα έπρεπε να γίνουν και απαιτούνται άμεσες λύσεις». Εκτίμησε δε ότι οι προτάσεις ΤΧΣ και ΤτΕΕΛΛ +0,90% για τη συστημική αντιμετώπιση του θέματος «ήρθαν αρκετά αργά και συναντούν σημαντικές δυσκολίες στην υλοποίησή τους».
«Πολλά χρόνια πριν, όταν το πρόβλημα έδειχνε τα δόντια του, είχαμε μιλήσει για τη δημιουργία μιας “Bad Bank”, ενός δηλ. ειδικού φορέα για τη διαχείριση των επιχειρηματικών δανείων που ήταν “σε εμπλοκή”. Στην περίπτωση της δημιουργίας μιας “Bad Bank”, όπως αναφέρω σε άρθρο μου, αυτή θα μπορούσε να συγκεντρώσει όλα τα καταγγελμένα δάνεια σε μια ενιαία πλατφόρμα, έχοντας τη δυνατότητα να τα ξεκαθαρίσει πολύ πιο γρήγορα, πολύ πιο αποτελεσματικά και με μικρότερο κόστος.
Η εκκαθάριση του προβληματικού χαρτοφυλακίου των τραπεζών θα είχε γίνει πολύ νωρίτερα και με μικρότερο κεφαλαιακό κόστος. Η λύση αυτή εφαρμόστηκε σε άλλες χώρες με επιτυχία. Τώρα συζητάται πια η εφαρμογή της και σε εμάς. Μόνον που χάθηκε εξαιρετικά μεγάλο χρονικό διάστημα στις συζητήσεις».
«Προτάσεις για τα κόκκινα στεγαστικά όπως αυτή του “sales and lease back”, που θα προσέφεραν προστασία στις τράπεζες και κοινωνική αλληλεγγύη, κυρίως προς αυτούς που υπέστησαν βαριές συνέπειες από τη βαθιά και παρατεταμένη κρίση, δεν συζητήθηκαν καν, λόγω μιας αντίληψης που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και τιμωρητική σε ορισμένες περιπτώσεις, σε ό,τι αφορά τη μνημονιακή μας περίοδο», συμπλήρωσε.
Ο Μιχάλης Σάλλας αναφέρθηκε και στις ευρύτερες εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα παγκοσμίως. Όπως είπε, «αναπτύσσεται ένα νέο ηλεκτρονικό βασίλειο πληρωμών και συναλλαγών, με πολύ λιγότερη γραφειοκρατία, ταχύτερους χρόνους διεκπεραίωσης και προφανώς χαμηλό κόστος. Η γρήγορη ανάπτυξη της τεχνολογίας και η εφαρμογή της στην τραπεζική αγορά θα μεταβάλει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο τραπεζικά προϊόντα προωθούνται και πωλούνται, δημιουργώντας μια ανακατανομή στην πελατεία του τραπεζικού συστήματος».
Τοποθετούμενος επ’ αυτών ξεκαθάρισε ότι «πάντα θα υπάρχει ανάγκη και ζήτηση για παροχή εξειδικευμένων τραπεζικών υπηρεσιών προς τους ενδιαφερόμενους πελάτες, που δεν μπορούν να αποκτηθούν με το πάτημα ενός κουμπιού. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας, προκειμένου να αναπτυχθούν, να περάσουν σε νέα αντικείμενα, να παρακολουθήσουν στοιχειωδώς τον ανταγωνισμό, χρειάζονται τις τράπεζες, χρειάζονται χρηματοδότηση και τις συμβουλευτικές υπηρεσίες του πιστωτικού συστήματος».
«Είναι σαφές λοιπόν ότι το στοίχημα για τις ελληνικές τράπεζες είναι διπλό: από τη μία πλευρά, πρέπει να εξυγιανθούν και να ενισχυθούν και από την άλλη, να εναρμονισθούν με μεγάλη ταχύτητα στα δεδομένα της νέας εποχής. Μεγάλη η πρόκληση και δύσκολος ο συνδυασμός. Απαιτούνται όραμα και ειδικές δεξιότητες, τις οποίες οι μέτοχοι των τραπεζών θα πρέπει προσεκτικά να αναζητήσουν σε αυτούς που τις διοικούν», κατέληξε.