Ενίσχυση του ανταγωνισμού και περαιτέρω ευελιξία στην αγορά εργασίας συνιστά στην Ελλάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην έκθεση του Αρθρου 4 στην οποία εξετάζει τις πολιτικές που εφαρμόζονται στην ευρωζώνη.
Προτεραιότητες για την Ελλάδα είναι η ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, η βελτίωση των συνθηκών ανταγωνισμού στις αγορές υπηρεσιών και προϊόντων και η περαιτέρω βελτίωση στο επιχειρηματικό περιβάλλον, επισημαίνει το Ταμείο.
Τα εργασιακά
Για τα εργασιακά, το Ταμείο υπογραμμίζει ότι βασικές μεταρρυθμίσεις του 2011 ανατράπηκαν το 2018, με τον κατώτατο μισθό να αυξάνεται κατά 10,9% και τον υποκατώτατο μισθό για τους εργαζομένους κάτω των 25 ετών να εγκαταλείπεται. Αυτές οι ανατροπές ενισχύουν τα ρίσκα για την ανάκαμψη της αγοράς εργασίας και την ανταγωνιστικότητα.
Οι αγορές προϊόντων
Το Ταμείο καταγράφει πρόοδο σε κάποιους τομείς, όπως η μερική απελευθέρωση επαγγελμάτων, ο εκσυγχρονισμός στην καταγραφή των δημόσιων έργων και η χαλάρωση εμπορικών περιορισμών. Αν και έχει προχωρήσει σημαντικά η νομοθέτηση συστάσεων σε βασικούς κλάδους, η υλοποίηση παραμένει αδύναμη.
Πρόοδο καταγράφει το ΔΝΤ και στην αδειοδότηση των επιχειρήσεων, αλλά επισημαίνει ότι βασικοί τομείς παραμένουν εκτός της νέας νομοθεσίας.
Τι προτείνει
Το ΔΝΤ προτείνει την αναζήτηση πιο ευέλικτων πολιτικών στην αγορά εργασίας, κάτι που περιλαμβάνει την επικράτηση των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών στη διαμόρφωση των μισθών, ώστε να αντανακλούν τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε επιχείρηση. Επίσης, συνίστανται διαφανείς διαδικασίες και περιοδικές επανεξετάσεις του καθεστώτος συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Παράλληλα, σημειώνει ότι θα πρέπει να υπάρξει επιτάχυνση στις μεταρρυθμίσεις μείωσης του μη εργατικού κόστους (αναφέρεται συγκεκριμένα στη φορολογική πολιτική και το κόστος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων).
Συνιστά επίσης την επανεξέταση του καθεστώτος των κλειστών επαγγελμάτων ώστε να αντιμετωπίσει πιθανά προβλήματα στον ανταγωνισμό και τη διαμόρφωση των τιμών.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο συστήνει επίσης την επανεξέταση της νομοθεσίας στην αγορά προϊόντων και την ενίσχυση της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Παράλληλα, συνιστά περαιτέρω βελτίωση στην αδειοδότηση επενδύσεων και επέκταση του πεδίου εφαρμογής της νέας νομοθεσίας και σε νέους τομείς.