Στις κάλπες καλούνται σε έναν μήνα από σήμερα οι πολίτες σε Βρανδεμβούργου και Σαξονία για την ανάδειξη των νέων τοπικών Κοινοβουλίων. Οι εκλογές αυτές ενδέχεται να αλλάξουν εκ βάθρων τον πολιτικό χάρτη στη Γερμανία.
Ακόμη και τριάντα χρόνια μετά την πτώση του Τείχους και την επανένωση, εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ ανατολικής και δυτικής Γερμανία. Του λόγου το αληθές επιβεβαιίωσαν για άλλη μια φορά περίτρανα οι Ευρωεκλογές του Μαΐου, όπου το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) αναδείχθηκε πρώτη δύναμη σε δυο κρατίδια της ανατολικής Γερμανίας. Σε περίπτωση που οι εθνολαϊκιστές καταφέρουν να επαναλάβουν την επιτυχία τους και στις επικείμενες περιφερειακές εκλογές σε Σαξονία και Βρανδεμβούργο, τότε αυτό θα προκαλούσε χωρίς αμφιβολία ένα άνευ προηγουμένου πολιτικό σεισμό με άμεσες επιπτώσεις για όλη τη χώρα.
Το ερώτημα που τίθεται κάθε τόσο από ειδικούς και μη, και αποτελεί συχνά αντικείμενο σχολιασμού και τηλεοπτικών τοκ σόου, είναι γιατί το AfD είναι τόσο ισχυρό στην ανατολική Γερμανία; Σύμφωνα με την Deutsche Welle, πρόσφατα, η προερχόμενη από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα υπουργός Ενσωμάτωσης της Σαξονίας Πέτρα Κέπινγκ είχε επιχειρήσει να δώσει απάντηση στο ερώτημα αυτό μέσα από το βιβλίο της με τον τίτλο «Ενσωματώστε πρώτα εμάς». Κυκλοφόρησε το περσινό καλοκαίρι όταν το Κέμνιτς παραδιδόταν καθημερινά στις πορείες ακροδεξιών και η υπόλοιπη Γερμανία έδειχνε για άλλη μια φορά απορημένη με το δάχτυλο τους Ανατολικογερμανούς.
Κρίση εμπιστοσύνης
Όταν οι πολιτικοί επιστήμονες επιχειρούν να εξηγήσουν την ανατολική Γερμανία και τις ιδιαιτερότητές της κάνουν συχνά λόγο για αισθήματα φόβου και ταπείνωσης, για επαναλαμβανόμενες κοινωνικές κρίσεις και ανεκπλήρωτα όνειρα. «Η κρίση εμπιστοσύνης συνδέεται άρρηκτα και με το γεγονός ότι μετά το 1990 δεν εκπληρώθηκαν οι προσδοκίες πολλών ανθρώπων», επισημαίνει ο πολιτικός επιστήμονας Χανς Φορλέντερ. Για μεγάλο μέρος των Ανατολικογερμανών, οι συνέπειες των αλλαγών που επέφερε η Επανένωση ήταν συγκλονιστικές, όπως λέει. «Άλλαξε όλος ο κόσμος τους», λέει ο ειδικός, προσθέτοντας ότι όλα αυτά εκφράζονται μέχρι και σήμερα σε έλλειψη εμπιστοσύνης.
Συχνά γίνεται λόγος για ένα γενικευμένο κλίμα ανασφάλειας. «Είναι σαφές ότι μεγάλος αριθμός ανθρώπων ανησυχούν για το μέλλον», εκτιμά ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός του Βρανδεμβούργου Ντίτμαρ Βόιντκε. «Αυτό έχει εν μέρει ένα κοινωνικό υπόβαθρο και σχετίζεται, για παράδειγμα, με τις συντάξεις». Ανασφαλείς αισθάνονται όμως και πολλοί εργαζόμενοι. Για παράδειγμα στο Λάουζιτς όπου η σχεδιαζόμενη έξοδος από την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη θα έχει άμεσες επιπτώσεις στο μέλλον 100.000 ανθρώπων.
Τα σλόγκαν που επέλεξε για τη φετινή προεκλογική του καμπάνια το κόμμα της Αριστεράς, «σεβασμός, αξιοπρέπεια και αναγνώριση» είναι ενδεικτικό αυτού του κλίματος ανασφάλειας και εν τέλει της διαφορετικότητας των ανατολικών κρατιδίων. Το ίδιο σύνθημα δεν θα είχε καμία απολύτως τύχη στη δυτική Γερμανία.
Προς ψήφο διαμαρτυρίας;
Παρά ταύτα ο πολιτικός επιστήμονας Φορλέντερ δεν πιστεύει ότι οι επικείμενες περιφερειακές αναμετρήσεις της 1ης Σεπτεμβρίου σε Βρανδεμβούργου και Σαξονία θα είναι απλώς μια ψήφος διαμαρτυρίας. Διότι η διαμαρτυρία όπως λέει, απορρέει, συνήθως, από συγκεκριμένα γεγονότα. «Υπάρχει ένα αρνητικό κλίμα εν γένει το οποίο δημιουργήθηκε σε βάθος χρόνου. Αυτό οφείλεται και στο ό,τι η πολιτική αντέδρασε με μεγάλη καθυστέρηση στη διαφαινόμενη αλλαγή κλίματος».
Όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις στη Σαξονία η μάχη θα κριθεί στο νήμα μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και εθνολαϊκιστών. Μετεκλογικά ο νυν συντηρητικός πρωθυπουργός θα πρέπει πιθανότατα να συνεργαστεί με άλλα τρία κόμματα για να σχηματίσει κυβέρνηση. Στο Βρανδεμβούργο η Εναλλακτική για τη Γερμανία συγκεντρώνει μεταξύ 19 και 21% και εναλλάσσεται δημοσκοπικά στην πρώτη θέση με τους Σοσιαλδημοκράτες.
Πάντως ακόμη κι αν οι εθνολαϊκιστές αναδειχθούν πρώτη δύναμη, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα αναλάβουν κυβερνητικές ευθύνες αφού κανένα κόμμα δεν προτίθεται να συνεργαστεί μαζί τους. Στους Χριστιανοδημοκράτες υπάρχουν μεν μεμονωμένες φωνές που ζητούν να εξεταστεί το ενδεχόμενο, εντούτοις μέχρι στιγμής δεν διαφαίνεται κάποιο γενικότερο ρεύμα προς αυτή την κατεύθυνση. Ακόμη κι αν δεν εκπροσωπηθούν σε τοπική κυβέρνηση πάντως, είναι βέβαιο ότι ενδεχόμενη επικράτηση των ακροδεξιών θα στείλει ένα ηχηρό μήνυμα που θα έχει συνέπειες και σε ομοσπονδιακό επίπεδο.