Βλέπουν τερματικό υγροποίησης το 2030
Ως τη “χρυσή εποχή” για τα ενεργειακά της ανατολικής Μεσογείου χαρακτηρίζει τους τελευταίους 15 μήνες το κορυφαίο ειδικό διεθνές περιοδικό “GEOExPro”, σύμφωνα με το philenews.com. Πρόκειται για ένα περιοδικό που απευθύνεται στους ηγέτες των εταιρειών υδρογονανθράκων, παραθέτοντας και σειρά από εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία που αφορούν στην κυπριακή ΑΟΖ, όπως το ότι το κόστος παραγωγής κυπριακού φυσικού αερίου είναι εξαιρετικά ανταγωνιστικό.
“Οι τελευταίοι 15 μήνες ήταν μια χρυσή περίοδος για τους φορείς εκμετάλλευσης στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου. Συνολικά, οι φορείς έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων κατάφεραν να ανακαλύψουν κοιτάσματα με πάνω από 1,5 δισ. ισοδύναμα βαρέλια πετρελαίου στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των “Γλαύκου” και “Καλυψώ” στην Κύπρο, του “Νουρ” στην Αίγυπτο και του “Βόρειου Καρίς” στο Ισραήλ.
Σύμφωνα με αναλύσεις του διεθνούς εμβέλειας νορβηγικού οίκου αναλύσεων για θέματα υδρογονανθράκων “Rystad Energy”, το κοίτασμα “Καλυψώ” (στο τεμάχιο 6 της κυπριακής ΑΟΖ) “είναι μια πολλά υποσχόμενη ανακάλυψη φυσικού αερίου, που επιβεβαιώνει την επέκταση του παιγνιδιού “κοιτάσματα τύπου Ζορ” στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη”.
Η Eni, συνεχίζει στη σχετική του ανάλυση το “GEOExPro”, ανέφερε ότι από τα μέχρι τώρα δεδομένα, το κοίτασμα “Καλυψώ” περιέχει περίπου 6 τρισ. έως 8 τρισ. κυβικά πόδια φυσικού αερίου.
Ο οίκος “Rystad Energy”, όπως αναφέρει η αναλυτής του που εξειδικεύεται σε θέματα ανακάλυψης και παραγωγής υδρογονανθράκων Αντίτια Σάρασβατ, εκτιμά ότι το κοίτασμα “Καλυψώ” περιέχει ανακτήσιμους υδρογονάνθρακες που ισοδυναμούν με περίπου 600 εκατ. με 700 εκατ. βαρέλια πετρελαίου.
Επίσης, η ανακάλυψη του κοιτάσματος φυσικού αερίου “Γλαύκος” της ExxonMobil είναι το τρίτο αξιοσημείωτο εύρημα στα κυπριακά νερά τα τελευταία χρόνια, ακολουθώντας την “Καλυψώ” και την “Αφροδίτη”. Υπενθυμίζουν ότι η ανακάλυψη, στο τεμάχιο 10, διαπίστωσε μια δεξαμενή φυσικού αερίου με ύψος στήλης που κυμαίνεται στα 133 μέτρα, με ανακτήσιμους πόρους περίπου 5 έως 8 τρισ. κυβικά πόδια. Σύμφωνα και πάλι με τους αναλυτές της “Rystad Energy”, το κοίτασμα “Γλαύκος” περιέχει επίσης περίπου 600 εκατ. με 700 εκατ. ισοδύναμα βαρέλια πετρελαίου.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η αναφορά των ειδικών της “Rystad Energy” ότι “η Κύπρος έχει το χαμηλότερο κόστος ανάκτησης φυσικού αερίου στο 0,20 δολάριο ανά ισοδύναμο βαρέλι πετρελαίου. Το χαμηλό κόστος ανάκτησης, σύμφωνα με τους αναλυτές, βελτιώνει τις μελλοντικές προοπτικές εξερευνήσεων στην περιοχή.
Ωστόσο, όπως σημειώνουν, υπάρχει και μία σημαντική πρόκληση που αφορά στην ανάπτυξη των κοιτασμάτων – είναι αυτή των περιορισμένων υποδομών. Η τοπική ζήτηση της Κύπρου είναι χαμηλή και δεν επιτρέπει την ανάπτυξη κοιτασμάτων μόνο για χρήση του φυσικού αερίου στην Κύπρο. Γι’ αυτό έχει ενώπιόν της σήμερα δύο επιλογές, που θα συνδράμουν στην επιτάχυνση της ανάπτυξης: Είτε με τη χρήση τερματικών σταθμών υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αιγύπτου, είτε με την ανάπτυξη εγχώριας πλωτής μονάδας υγροποίησης φυσικού αερίου (LNG).
Τα τερματικά υγροποίησης σε Νταμιέτα και Ιτκού της Αιγύπτου, συνεχίζουν στην ανάλυσή τους στο τελευταίο τεύχος του “GEOExPro” οι αναλυτές, είναι οι μοναδικοί τερματικοί σταθμοί υγροποιημένου φυσικού αερίου στην περιοχή, που μπορούν να διοχετεύσουν αποθέματα φυσικού αερίου στην παγκόσμια αγορά. Τα δύο τερματικά έχουν συνολική ικανότητα εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου της τάξης των 1,75 δισ. κυβικών ποδών την ημέρα.
Η Eni αναμένεται εντός του 2019 να ξεκινήσει να στέλνει αέριο από το κοίτασμα “Ζορ” στο τερματικό της Νταμιέτα, οπότε η χωρητικότητα του τερματικού θα αρχίσει να περιορίζεται. Ωστόσο το τερματικό στο Ιτκού θα συνεχίσει να λειτουργεί με φυσικό αέριο που καλύπτει μόλις το 20% – 25% της χωρητικότητάς του.
Η Κύπρος ήδη έχει εξασφαλίσει τη συγκατάθεση της ΕΕ για να κατασκευάσει σε συμφωνία με την Αίγυπτο υποθαλάσσιο αγωγό προς το Ιτκού, ενώ υπάρχει και συμφωνία με την Αίγυπτο για εξαγωγή κυπριακού φυσικού αερίου από το Ιτκού προς την Ευρώπη.
Αυτές είναι ακριβώς και οι εξελίξεις που βελτίωσαν τις προοπτικές ανάπτυξης του κοιτάσματος φυσικού αερίου “Αφροδίτη” μέσω του τερματικού υγροποίησης στο Ιτκού, σημειώνουν οι αναλυτές, που θεωρούν ως καταλύτη γι’ αυτή την εξέλιξη και το γεγονός ότι η Shell συμμετέχει και στις δύο πλευρές – και στο “Αφροδίτη” και στο Ιτκού.
Προσθέτουν όμως χαρακτηριστικά ότι η “Αφροδίτη”, που ανακαλύφθηκε το 2011 (όπως και το “Λεβιάθαν” έναν χρόνο νωρίτερα), δείχνουν ότι μπορεί να καθυστερήσει σοβαρά η εκμετάλλευση σημαντικών ανακαλύψεων κοιτασμάτων, αν δεν εξασφαλιστούν εξορθολογισμένες δυνατότητες αξιοποίησής τους.
Βλέπουν τερματικό υγροποίησης το 2030
Υπάρχει ακόμα ένα σημαντικό στοιχείο σε σχέση με την εκμετάλλευση κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ. Όπως επισημαίνεται, οι δυνατότητες του Ιτκού μπορεί να περιοριστούν με νέες ανακαλύψεις κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ. Ωστόσο, αν η ανάπτυξη περισσότερων κοιτασμάτων στην κυπριακή ΑΟΖ φτάσει στο σημείο που θα εξαντλήσει τις δυνατότητες υποδοχής φυσικού αερίου στο Ιτκού, αυτό θα σημαίνει ότι η Κύπρος θα διαθέτει ήδη την ποσότητα-κλειδί των 12,5 τρις κυβικών ποδών φυσικού αερίου, που είναι αρκετή για την ανάπτυξη μιας κυπριακής, εμπορικά βιώσιμης, πλωτής μονάδας –ή και χερσαίας– για υγροποίηση και εξαγωγή φυσικού αερίου.
Η ανακάλυψη του “Καλυψώ” αλλά και η ανακάλυψη του “Γλαύκου”, στις αρχές του έτους, είναι ο πρόδρομος για ένα χερσαίο τερματικό υγροποίησης στην Κύπρο, που μπορεί να αποκτήσει σάρκα και οστά σύντομα, αφού επίκεινται εντός του 2020 κι άλλες γεωτρήσεις τόσο από την ExxonMobil – Qatar Petroleum, όσο και από τις TOTAL – Eni, σημειώνουν επίσης σε άλλες αναλύσεις τους οι αναλυτές της “Rystad Energy”.
Ο εκ των κορυφαίων αναλυτών του νορβηγικού οίκου, Πάλζορ Σιένγκα, σημειώνει ότι μετά και την ανακάλυψη του “Γλαύκου”, η Κύπρος “θα μπορούσε να μετατραπεί σε σημαντικό σταθμό φυσικού αερίου και θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο να κατασκευάσει ένα χερσαίο σχέδιο υγροποίησης φυσικού αερίου”. Ο ίδιος αναλυτής βλέπει αυτή την προοπτική να υλοποιείται μετά από μια δεκαετία – γύρω στο 2030. Βέβαια, αν και εκ πρώτης όψεως φαίνεται πολύ μεγάλο διάστημα, αν σκεφτούμε ότι πέρασαν ήδη οκτώ χρόνια από την ανακάλυψη της “Αφροδίτης”, ο προβλεπόμενος χρόνος είναι λογικός.