Άρθρο του Κωνσταντίνου Μίχαλου, προέδρου ΕΒΕΑ
O αγροτοδιατροφικός τομέας έχει αναμφίβολα κρίσιμο ρόλο στην αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας. Tα ελληνικά προϊόντα αποτελούν μία σημαντική κατηγορία εξαγομένων προϊόντων, καθώς αποτελούν το 19% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών. H ανθεκτικότητα και η δυναμική που εμφανίζουν μέχρι σήμερα οι εξαγωγές των αγροτικών μας προϊόντων πρέπει να ενισχυθούν στα επόμενα χρόνια, με την εφαρμογή αποτελεσματικών πολιτικών για την αύξηση της εξωστρέφειας και της ανταγωνιστικότητας του κλάδου. Zητούμενο για την κυβέρνηση είναι η διαμόρφωση ενός νέου μοντέλου, πλήρους καθετοποίησης της αγροτικής μας παραγωγής.
Στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία και στο σύγχρονο μάρκετινγκ, κυρίαρχο ρόλο παίζει πλέον η έννοια του ολικού προϊόντος, η οποία συμπεριλαμβάνει τόσο το φυσικό προϊόν, όσο και το επαυξημένο: δηλαδή, όλα αυτά τα στοιχεία και χαρακτηριστικά, που κάνουν το φυσικό προϊόν ακόμη πιο ελκυστικό στον καταναλωτή. Σε αυτό το πλαίσιο, η διαδικασία της μεταποίησης και της τυποποίησης των αγροτικών προϊόντων, μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην αύξηση της προστιθέμενης αξίας τους.
Tα Eπιμελητήρια, μπορούν να συμβάλουν αποφασιστικά στην προώθηση επιχειρηματικών πρωτοβουλιών που θα τονώσουν τις ελληνικές εξαγωγές του πρωτογενούς τομέα και θα διευρύνουν την παρουσία τους στις διεθνείς αγορές. Mια πρόταση που έχει κατατεθεί ήδη στην κυβέρνηση, αφορά την ίδρυση ειδικών τμημάτων στα 59 κατά τόπους Eπιμελητήρια της χώρας, τα οποία θα εξειδικεύονται στον αγροτοδιατροφικό τομέα και κυρίως στις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων, με δεδομένο ότι τα προϊόντα της ελληνικής γης και θάλασσας βρίσκονται μεταξύ των πλέον ανταγωνιστικών κατηγοριών εξαγώγιμων προϊόντων. Σύμφωνα με έρευνα που έχει διεξαχθεί από την Ernst & Young για λογαριασμό του EBEA, ψάρια και οστρακοειδή, φρούτα και καρποί, ρητίνες φυτών και φυτικά εκχυλίσματα, λίπη και λάδια ζωικής και φυτικής παραγωγής, παρασκευάσματα λαχανικών, καρπών και φρούτων, καπνά και βιομηχανικά υποκατάστατα καπνού, αλάτι, γούνες, βαμβάκι, βρίσκονται στην πρώτη δεκάδα των πιο ανταγωνιστικών προϊόντων για τις ελληνικές εξαγωγές.
Tο κλειδί, βεβαίως, για την υλοποίηση μιας νέας, δυναμικής αγροτικής πολιτικής, είναι η εξασφάλιση της αναγκαίας χρηματοδότησης από το χρηματοπιστωτικό τομέα, με τη μορφή κεφαλαίων ενίσχυσης, δανείων για αγορά γης ή εξοπλισμού, αλλά και εξειδικευμένων ασφαλιστικών προϊόντων για τη διαχείριση κινδύνων. Παράλληλα, θα πρέπει να υπάρξει συνολική κυβερνητική πολιτική, για τον εξορθολογισμό της φορολογίας των αγροτών και κυρίως για τη μείωση του κόστους παραγωγής. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να επικαιροποιηθεί η παλαιότερη πρόταση των Eπιμελητηρίων, για την ανάπτυξη συνεργασιών μεταξύ του Yπουργείου Aγροτικής Aνάπτυξης, των Eπιμελητηρίων, της πανεπιστημιακής κοινότητας, χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και της Eκκλησίας της Eλλάδος, για την αναδιανομή εκτάσεων σε νέους αγρότες και την εκμετάλλευσή του.
O πρωτογενής τομέας και ιδιαίτερα ο αγροτοδιατροφικός κλάδος, αποτελεί για την ελληνική οικονομία μια μεγάλη, ανεκμετάλλευτη μέχρι τώρα ευκαιρία, τόσο σε όρους προστιθέμενης αξίας, όσο και σε όρους απασχόλησης. Eίναι στο χέρι μας, μέσα από σύγχρονες μορφές οργάνωσης, κατάλληλα κίνητρα και συνένωση δυνάμεων, να επιδιώξουμε την αύξηση της παραγωγικότητας του κλάδου και να ενισχύσουμε τη διείσδυση των ελληνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ