Στις τέσσερις αλληλένδετες κρίσεις και ταυτόχρονα προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση αναφέρθηκε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στο φόρουμ Friends of Europe στις Βρυξέλλες.
Είναι η οικονομική κρίση, η προσφυγική κρίση, η κλιματική κρίση και η ευρύτερη κρίση στην περιφερειακή σταθερότητα, είπε ο κ. Τσίπρας και πρόσθεσε: «Είναι σαφές ότι η διεθνής κοινότητα και ιδιαίτερα η Ε.Ε., δεν διέθεταν τα εργαλεία και τους μηχανισμούς ώστε να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις αυτές. Αλλά και τώρα που – επιτέλους – αρχίζουμε να συζητούμε αυτούς τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς, δεν βρίσκουμε την απαραίτητη συναίνεση για να συμφωνήσουμε επ’ αυτών».
Ακολούθως εξήγησε: «Ανοίγουμε την συζήτηση για μια τραπεζική Ένωση, έναν ενιαίο Ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, και έναν ισχυρότερο Ευρωπαικό Μηχανισμό Σταθερότητας, αλλά ο ευρωπαϊκός Βορράς δεν είναι έτοιμος να συμφωνήσει σε ένα σύστημα ασφαλείας (backstop) και επί μηχανισμών που πραγματικά χρειάζονται για να αποφύγουμε μια νέα οικονομική κρίση. Και η Γερμανία δεν είναι έτοιμη να διαθέσει τα υψηλά της πλεονάσματα σε επενδύσεις για μια νέα Ευρώπη.
Ανοίγουμε μια συζήτηση για ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, αλλά οι χώρες της ομάδας του Visegrad δεν είναι έτοιμες να δεχθούν δίκαιη κατανομή των βαρών. Και ακροδεξιές δυνάμεις στηρίζουν την παραβίαση του διεθνούς δικαίου για τους πρόσφυγες και μετανάστες.
Ανοίγουμε μια συζήτηση για την κλιματική αλλαγή και ο σημαντικός μας εταίρος, οι Ηνωμένες Πολιτείες, δεν θέλει να ακούσει τίποτα για αυτό.
Ανοίγουμε μια συζήτηση για την περιφερειακή σταθερότητα και αντί να χρησιμοποιήσουμε το ισχυρότερο εργαλείο μας – τη διεύρυνση – για να εδραιώσουμε τη σταθερότητα σε χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, που την αξίζουν, όπως η Βόρεια Μακεδονία, τις αποκλείουμε. Και αντί να αναλάβουμε ηγετικό ρόλο στις εξελίξεις στη Συρία, τη Λιβύη και την Ανατολική Μεσόγειο, αφήνουμε την Τουρκία – δυστυχώς μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες – να δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα.
Πιστεύω ότι υπάρχει ένα βασικό ζήτημα που συνδέει όλες αυτές τις εξελίξεις. Οι κρίσεις που αντιμετωπίσαμε τα τελευταία χρόνια, ενίσχυσαν τις δυνάμεις της ακροδεξιάς στην κοινωνία: τις δυνάμεις του εθνικισμού, του ρατσισμού και του ευρωσκεπτικισμού. Και αντί να αντιταχθούμε με θάρρος στις δυνάμεις αυτές και να στηρίξουμε την αειφόρο ανάπτυξη, τις πολιτικές υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την περιφερειακή ειρήνη, πολλές κυβερνήσεις αποδέχτηκαν τις ακροδεξιές θέσεις ως κυρίαρχες και στράφηκαν σε πολιτικές οικονομικού εθνικισμού και εθνικής περιχαράκωσης».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρθηκε και στην «απειλή» που συνιστά το Brexit, που δεν έχει να κάνει μόνον με τις σχέσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο και τον μελλοντικό προϋπολογισμό της Ε.Ε.: Το Brexit συμβολίζει την απειλή άλλων «εξόδων» από το κοινό ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Συνεχίζοντας, είπε ότι «πρέπει να στηρίζουμε την εθνική κυριαρχία και να αγωνιζόμαστε για τα δικαιώματα των λαών μας και συγχρόνως – όταν απαιτείται – να αναζητούμε έντιμους συμβιβασμούς στη βάση των κοινών ευρωπαϊκών μας αξιών, διότι όλες οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι κοινές, και δε μπορεί να τις λύσει ο καθένας μόνος του».
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε στις προσπάθειες που έκανε η κυβέρνησή του στην Ελλάδα: «Αγωνιστήκαμε σκληρά για να προστατέψουμε την κοινωνία και, ταυτόχρονα, φτάσαμε σε έναν συμβιβασμό σχετικά με το οικονομικό πρόγραμμα για την έξοδο από την κρίση. Αγωνιστήκαμε σκληρά για να προστατεύσουμε τα δικαιώματα προσφύγων και μεταναστών και συγχρόνως υποστηρίξαμε την κοινή δήλωση ΕΕ-Τουρκίας για να μειωθούν οι ροές και κυρίως οι θάνατοι.
Αγωνιστήκαμε σκληρά για να προστατέψουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα και την ίδια στιγμή καθίσαμε στο ίδιο τραπέζι με την Τουρκία και – για πρώτη φορά – φτάσαμε τόσο κοντά σε μια συμφωνία για το Κυπριακό. Υπογράψαμε τη Συμφωνία των Πρεσπών με τη Βόρεια Μακεδονία, που ανοίγει μια νέες προοπτικές για όλα τα Βαλκάνια, χωρίς να υπολογίσουμε το πολιτικό κόστος. Γνωρίζαμε πόσο δύσκολο ήταν να υποστηρίξουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα για τα παιδιά των μεταναστών, τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, τη μουσουλμανική μειονότητα, σε μια εποχή που οι νεοναζί ήταν το τρίτο κόμμα. Αλλά το κάναμε ούτως ή άλλως και τώρα δεν βρίσκονται πλέον στο Κοινοβούλιο».