Αύξηση ρεκόρ καταγράφηκε και φέτος στις συνολικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CΟ2) προς τον πλανήτη από την καύση ορυκτών καυσίμων (πετρέλαιο, άνθρακας/λιγνίτης, φυσικό αέριο) και από άλλες πηγές, παρά τη μείωση της χρήσης του άνθρακα.
Συγκεκριμένα, η ετήσια ανάλυση των εκπομπών που έδωσαν στη δημοσιότητα οι επιστήμονες του Παγκοσμίου Προγράμματος Άνθρακα (Global Carbon Project) και οι οποίες περιλαμβάνονται σε τρεις επιστημονικές δημοσιεύσεις στα περιοδικά «Nature Climate Change», «Environmental Research Letters» και «Earth System Science Data» σχετικά με τις τάσεις εκπομπών υποδηλώνει ότι το CO2 θα αυξηθεί κατά 0,6% το 2019.
Η άνοδος οφείλεται στη συνεχιζόμενη έντονη αύξηση της χρήσης πετρελαίου και φυσικού αερίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τη στιγμή της σύναψης της συμφωνίας του Παρισιού το 2015, που προβλέπει τη μείωση των εκπομπών CO2 με στόχο τον περιορισμό της ανόδου της θερμοκρασίας μεταξύ ενάμισι έως δύο βαθμών Κελσίου μέχρι το 2100, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 αυξήθηκαν κατά 4%. Οι συγκεντρώσεις διοξειδίου στην ατμόσφαιρα προβλέπεται ότι θα φθάσουν εφέτος τα 410 μέρη ανά εκατομμύριο (ppm), κατά 47% πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Οι παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα από την καύση των ορυκτών καυσίμων αναμένεται να φθάσουν το 2019 σχεδόν τα 37 δισεκατομμύρια τόνους, αποτελώντας περίπου το 90% των συνολικών ανθρωπογενών εκπομπών άνθρακα, που αναμένεται να φθάσουν τα 43,1 δισεκατομμύρια. Σημαντική παραμένει και η ανά κεφαλή εκπομπή άνθρακα, καθώς κατά μέσο όρο ένας άνθρωπος στη Γη ευθύνεται κάθε χρόνο για περίπου 4,8 τόνους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων.
Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος, παρά τις προσπάθειες, φαίνεται πως δύσκολα θα απεξαρτηθεί από τα ορυκτά καύσιμα. Η σταδιακή μείωση του άνθρακα (όπως του λιγνίτη) υποκαθίσταται από το φυσικό αέριο και οι συνολικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CΟ2) πιθανότατα θα αυξάνονται τουλάχιστον έως το 2030, εκτός κι αν ληφθούν δραστικά μέτρα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Η μόνη λίγο πιο αισιόδοξη πλευρά του ζητήματος, είναι ότι ο ρυθμός αύξησης των εκπομπών εφέτος αναμένεται να είναι πιο αργός σε σχέση με τα προηγούμενα δύο χρόνια (2,1% το 2018 και 1,5% το 2017). Αν κάτι είναι ενθαρρυντικό, είναι ότι οι συνολικές παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αυξάνονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 0,9% μετά το 2010, βραδύτερο από τον ρυθμό 3% της προηγούμενης δεκαετίας.
“Η μικρή αύξηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα το 2019 οφείλεται σε μια απροσδόκητη μείωση της παγκόσμιας χρήσης άνθρακα, αλλά αυτή η πτώση είναι ανεπαρκής για να ξεπεραστεί η ισχυρή αύξηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου και πετρελαίου”, δήλωσε ο Glen Peters, διευθυντής έρευνας στο ερευνητικό κέντρο για το κλίμα του Όσλο (CICERO).
Πράγματι, το 2019 ήταν η χρονιά του φυσικού αερίου διεθνώς, καθώς οι εκπομπές του αναμένεται να αυξηθούν κατά 2,6%, έναντι αύξησης 0,9% από την καύση πετρελαίου και μείωσης κατά 0,9% από την καύση άνθρακα (λιγνίτη κ.ά.). Αν και ο άνθρακας (λιγνίτης) παραμένει η κύρια πηγή των εκπομπών διοξειδίου από καύση ορυκτών καυσίμων με ποσοστό γύρω στο 40%, μετά το 2012 αυτές οι εκπομπές εμφανίζουν σχετική στασιμότητα.
Η καύση φυσικού αερίου, το οποίο θεωρείται καύσιμο «γέφυρα» μεταξύ του πετρελαίου ή του λιγνίτη και των ανανεώσιμων πηγών- εκπέμπει περίπου 40% λιγότερο διοξείδιο άνθρακα από ό,τι ο άνθρακας ανά ενεργειακή μονάδα. Όμως και πάλι, σύμφωνα με τους ερευνητές, το φυσικό αέριο δεν είναι ένα καύσιμο με χαμηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα.
Αν και οι εκπομπές CO2 είναι πιθανό να μειωθούν, όταν το φυσικό αέριο αντικαταστήσει μαζικά τον άνθρακα (λιγνίτη) στην παραγωγή ηλεκτρισμού, οι επιστήμονες του Παγκόσμιου Προγράμματος Άνθρακα θεωρούν ότι αυτό αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση μόνο μια βραχυπρόθεσμη λύση, καθώς όλες οι εκπομπές διοξειδίου πρέπει να μειωθούν γρήγορα, έως ότου μηδενιστούν.
Πολλά θα εξαρτηθούν από την Κίνα, που χρησιμοποιεί το 50% του άνθρακα παγκοσμίως και οι εκπομπές της εφέτος αναμένεται να αυξηθούν κατά 2,6%. Οι εκπομπές αναμένεται να μειωθούν τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ε.Ε. κατά 1,7% το 2019, ενώ ειδικότερα η μείωση από την καύση άνθρακα (λιγνίτη κ.ά.) θα φθάσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 10%. Η παραγωγή ηλεκτρισμού από άνθρακα μειώθηκε κατά 22% στην Ευρώπη σε σχέση με το 2018, ενώ η κατανάλωση φυσικού αερίου, αντίθετα, συνεχίζει να αυξάνεται με ετήσιο ρυθμό 3%.
Αυτή την στιγμή, περίπου το 45% των εκπομπών διοξειδίου προέρχεται από τον τομέα ενέργειας, κυρίως ηλεκτρισμού και θέρμανσης. Η βιομηχανία (παραγωγή μετάλλων, χημικών κ.ά.) συμβάλλει κατά 22%, οι μεταφορές κατά σχεδόν 24%, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό προέρχεται από άλλους τομείς (κατασκευές, γεωργία, αλιεία, στρατός κ.α.).
Οι επιστήμονες, εν όψει και της διεθνούς συνόδου στη Μαδρίτη για το κλίμα (COP25), επισημαίνουν ότι πρέπει να ενταθούν οι πολιτικές για τη σταδιακή απεξάρτηση από τον άνθρακα και την αντίστοιχη ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. «Η επιστήμη είναι σαφής, οι εκπομπές διοξειδίου πρέπει να εμφανίζουν μηδενική καθαρή αύξηση, προκειμένου να σταματήσει η σημαντική άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη» σημειώνουν.
Όπως άλλωστε σημειώνει με δηλώσεις του στο πρακτορείο Reuters ο Joeri Rogelj, λέκτορας πάνω στην κλιματική αλλαγή του Ινστιτούτου Grantham, στο Imperial College London, λίγη σημασία έχει μακροπρόθεσμα η ετήσια διακύμανση της αύξησης των εκπομπών. “Η μικρή επιβράδυνση φέτος δεν είναι τίποτα υπερβολικά ενθουσιώδες”, ανέφερε ο Rogelj. “Εάν δεν υπάρξει καμία διαρθρωτική αλλαγή που να βασίζεται στην επιβράδυνση αυτή, η επιστήμη, μας λέει ότι οι εκπομπές θα συνεχίσουν απλά να αυξάνονται σταδιακά κατά μέσο όρο”, συμπλήρωσε.