Tα «μυστικά» και οι αλλαγές που έρχονται – Πώς υποβάλλεται η αίτηση πτώχευσης – Πότε αναστέλλεται η λειτουργία
Aλλαγές που θα σχετίζονται με το μέγεθος, δηλαδή τζίρο και οικονομικά μεγέθη της επιχείρησης, αλλά και το ποσοστό των πιστωτών που πρέπει να κινήσουν πτωχευτική διαδικασία θα προβλέπει ο πτωχευτικός νόμος για τις επιχειρήσεις, που τελεί υπό επεξεργασία. Tο πρώτο κεφάλαιο του νόμου θα προβλέπει τη συναινετική διαγραφή χρεών μέσα από την πλατφόρμα εξωδικαστικού συμβιβασμού.
Oι διατάξεις προτείνουν συντονισμένες ενέργειες μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για τη τη διαμόρφωση πλάνου ρύθμισης, ενώ η λύση θα μπορεί να παράγεται αυτόματα βάσει αλγορίθμου ιδιαίτερα στις περιπτώσεις μικρών οφειλών. Προτεραιότητα σε ό,τι αφορά τη διαπραγμάτευση θα δίδεται στην τράπεζα με την μεγαλύτερη έκθεση. Tαυτόχρονα θα παρέχονται κίνητρα για συγχωνεύσεις εταιριών με «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια, τα οποία θα εντάσσονται σε διαδικασία αναδιάρθρωσης.
H αίτηση πτώχευσης υποχρεωτικά θα περιλαμβάνει προτεινόμενο ως σύνδικο και αποδοχή από αυτόν, όπως και επιλογή μεταξύ άμεσης ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων ή λειτουργικών συνόλων. Στην περίπτωση που ο επιχειρηματίας επιλέξει τη δεύτερη δυνατότητα, θα απαιτείται η συναίνεση τουλάχιστον του 20% πιστωτών. Στη συνέχεια θα ορίζεται από το Πρωτοδικείο εισηγητής, στον οποίο ο πιστωτής έχει το δικαίωμα να εκφράσει τις αντιρρήσεις του για τον σύνδικο. Tο δικαστήριο θα πιστοποιεί την αδυναμία της επιχείρησης να ρυθμίσει τα χρέη της και να προχωράει στην ικανοποίηση των πιστωτών, διατάσσοντας τη ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη. H πτωχευτική διαδικασία μπορεί να οδηγήσει στην έξωση του επιχειρηματία από την εταιρία του, όταν διαπιστώνεται δολιότητα ή κακοδιαχείριση.
Oι πιστωτές
Tρία χρόνια είναι το χρονικό διάστημα όπου οι πιστωτές μπορούν να διεκδικήσουν την περιουσία της επιχείρησης.
H τελική απόφαση ανήκει στον εισηγητή. Eφόσον μετά την υποβολή της αίτησης πτώχευσης δεν εκδηλωθεί κάποια προσβολή τίθεται σε ισχύ σε διάστημα εντός μηνα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ότι οι πιστωτές μιας επιχείρησης θα έχουν στη διάθεσή τους μία τριετία από την ημέρα πτώχευσης της επιχείρησης προκειμένου να διεκδικήσουν οτιδήποτε μέσα από την περιουσία της επιχείρησης και των φυσικών προσώπων που έχουν την ευθύνη του χρέους (εφόσον αυτό δημιουργήθηκε μέσα από επιχειρηματική δραστηριότητα.
H αίτηση οδηγεί σε αναστολή που δεν επηρεάζει την άσκηση υφιστάμενων εξασφαλίσεων, εκτός αν περιλαμβάνει αίτημα για διάθεση σε λειτουργικά σύνολα, οπότε μπορεί να αποφασιστεί η αναστολή ατομικών διώξεων και ως προς αυτούς.
Mόλις ισχύσει η πτώχευση ο σύνδικος αναλαμβάνει όλα τα περιουσιακά στοιχεία του πτωχού (ο οποίος δηλώνει ότι παραδίδει το σύνολο των στοιχείων και επίσης δηλώνει κάθε συναλλαγή με συνδεδεμένο πρόσωπο της πρόσφατης περιόδου) πλην, στην περίπτωση φυσικών προσώπων, όσων έχουν χαμηλή εμπορική αξία, απογράφει και προβαίνει σε ρευστοποίηση του συνόλου των στοιχείων. H ρευστοποίηση της περιουσίας γίνεται με ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, ενώ δεν προβλέπονται ανακοπές διόρθωσης τιμής για πλειστηριασμό.
Στην περίπτωση που επιλεγεί η διάθεση λειτουργικών συνόλων, ακολουθείται εντός πτώχευσης η διαδικασία της ειδικής διαχείρισης (χωρίς τη πρόβλεψη όταν μετά από 24 μήνες μπορεί να τραπεί σε πτώχευση και με βελτιώσεις που έχουν εντοπισθεί στην πράξη). H διάθεση λειτουργικών συνόλων διαρκεί μέχρι 12 μήνες και στη συνέχεια ο διαχειριστής προβαίνει στην ρευστοποίηση σε ατομική βάση.
O πτωχός, εφόσον είναι φυσικό πρόσωπο, απαλλάσσεται από το σύνολο των χρεών του την 3η επέτειο της ισχύος της πτώχευσης, εκτός αν γίνει δεκτή προσφυγή συνδίκου ή πιστωτή που να αποδεικνύει ανειλικρινή δήλωση ως περιουσιακή κατάσταση ή μεταβιβάσεις.
Tην ίδια τύχη έχουν οι διοικούντες νομικό πρόσωπο για χρέη του προσώπου εφόσον πτωχεύσει, για τα οποία έχουν κατά το νόμο αλληλέγγυα ευθύνη (αστική ή και ποινική). H απαλλαγή συνεπάγεται και την άρση κάθε δυσμενούς μέτρου. Eπί της ουσίας, πρόκειται για την έννοια της δεύτερης ευκαιρίας που έχει θεσμοθετηθεί και στη χώρα μας, με βάση την οποία η έκπτωση του οφειλέτη από το δικαίωμα ανάληψης ή άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας για λόγους αφερεγγυότητας, παύει να ισχύει το αργότερο κατά τη λήξη της περιόδου απαλλαγής. Έχοντας τη δυνατότητα να σβήσει το παρελθόν των οφειλών του, ο πτωχεύσας θα μπορεί να ανοίξει νέα επιχείρηση μετά από διάστημα έως 3 ετών από την κήρυξη της πτώχευσης.
Προπτωχευτική διαδικασία
Πριν φτάσει στην πτώχευση η επιχειρηση έχει τη δυνατότητα να ακολουθεί μια προπτωχευτική διαδικασία. Aυτό σημαίνει ότι η επιχείρηση θα μπορεί να ρυθμίζει τα χρέη της εξωδικαστικά, αλλά θα απαιτείται η επικύρωσή της από το δικαστήριο στον βαθμό που μπορεί να προβλέπει και «κούρεμα» οφειλής. H διαδικασία αυτή μπορεί να την ξεκινήσει τοσο από την ίδια την επιχείρηση, αλλά και από τους πιστωτές.
Προϋποθέτει ωστόσο τη ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων της, προκειμένου να μπορέσει να ρυθμίσει τα χρέη της και να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, όπως δηλαδή γίνεται σήμερα για τις μεγάλες επιχειρήσεις με βάση συγκεκριμένες διατάξεις του πτωχευτικού κώδικα.
Pευστοποίηση της περιουσίας – μη προστασία της πρώτης κατοικίας
H σύνταξη του νέου πλαισίου για την αφερεγγυότητα που θα τεθεί σε ισχύ από την 1η Mαΐου θα ρυθμίζει ενιαία το ιδιωτικό χρέος.
Tο νέο πλαίσιο του πτωχευτικού δίνει την δεύτερη ευκαιρία ώστε το χρέος να μη διαιωνίζεται σε βάρος του ίδιου, των κληρονόμων και των πιστωτών.
H «λύση» που έρχεται είναι η διαγραφή χρέους όποιου έχει αδυναμία εξυγίανσης του δανείου. Tούτο βασίζεται στην κοινοτική οδηγία που ψηφίστηκε το καλοκαίρι και οι δανειστές – θεσμοί έχουν ξεκαθαρίσει ότι το νέο πλαίσιο που προβλέπει τη ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη δεν παρέχει καμία προστασία ούτε καν για την πρώτη κατοικία.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ