ΤΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΥ ΙΣΤΟΥ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ
«Σήμερα μετακινούμαστε από το bailout των τραπεζών, του 2008, στο bailout των επιχειρήσεων και όλων των άλλων, του 2020». Με αυτή τη φράση, οι αναλυτές της Saxobank, έδιναν, πρόσφατα, τον τόνο αυτών που προτείνουν να γίνουν. Μετά από την πανδημία του κορωνοϊού, οι ανά τον κόσμο κυβερνήσεις χρησιμοποιούν διαθέσιμο ρευστό για να διασώσουν τις βιομηχανίες και τις επιχειρήσεις που κινδυνεύουν. Στην Ελλάδα, με το διαθέσιμο «οπλοστάσιο» να είναι εξαιρετικά περιορισμένο, λόγω της δεκαετούς βαθιάς κρίσης που πέρασε, τι λύσεις υπάρχουν; Οι εκπρόσωποι του παραγωγικού ιστού της χώρας, του πιο crucial, ίσως, κομματιού της οικονομίας για το αύριο, λένε πως η κυβέρνηση έχει στα χέρια της «όπλα» τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει υπέρ τους.
“Get in the chopper” (μπες στο ελικόπτερο) είναι η φράση που χρησιμοποιούν όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι, κάνοντας παραπομπή στη διάσημη ρήση του Milton Friedman το 1969 για το helicopter money. Τα χρήματα που ρίχνουν και θα συνεχίσουν να ρίχνουν οι κυβερνήσεις σε επιχειρήσεις και πραγματική οικονομία, ώστε να διασώσουν θέσεις εργασίας, μισθούς, ενοίκια, φόρους και, στην πραγματικότητα, το σύνολο της οικονομίας, οπως γίνεται σε ΗΠΑ, Ευρώπη, Αυστραλία και αλλού.
Στην Ελλάδα, οι φορείς που εκπροσωπούν τον παραγωγικό ιστό, αντιλαμβάνονται ότι ενδεχομένως να μην υπάρχουν οι δυνατότητες που υπάρχουν σε άλλες οικονομίες, όμως αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι εφικτή η στήριξη: Η πρόσβαση σε φθηνό, με ευνοϊκούς όρους δανεισμό, η δραστική μείωση της φορολογίας, η μείωση του έμμεσου κόστους εργασίας, η επιδότηση της εργασίας, αλλά και η προσέλκυση των επενδύσεων με ελκυστικά κίνητρα.
Κωνσταντίνος Μίχαλος (πρόεδρος ΚΕΕ, ΕΒΕΑ):«Μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης»
Είναι επιβεβλημένη, η στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων σε αυτές με νέα εργαλεία ρευστότητας, μείωση της φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης και ανάληψη από το κράτος μέρους του εργατικού κόστους εργαζομένων που προσωρινά δεν απασχολούνται.
Οι παρεμβάσεις αυτές είναι απαραίτητες, προκειμένου να διατηρηθεί ο παραγωγικός ιστός και να μη χαθούν θέσεις εργασίας εξαιτίας μιας έκτακτης, εξωγενούς κρίσης.
Μεταξύ άλλων:
• Να προχωρήσει ένα μεγάλο πρόγραμμα εγγυήσεων και επιδοτήσεων από το κράτος και να δοθούν δάνεια κίνησης σε όλες τις επιχειρήσεις που το έχουν ανάγκη.
• Επιδότηση της εργασίας αξιοποιώντας κοινοτικούς πόρους, προκειμένου να μην υπάρξουν απολύσεις.
• Άμεση εξόφληση των υποχρεώσεων του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα προς τους ιδιώτες.
• Μείωση του ΦΠΑ.
• Μείωση ή κατάργηση της προκαταβολής φόρου για τα κέρδη του 2019.
• Δίκαιη προσαρμογή των ενοικίων.
• Μείωση του ΕΝΦΙΑ για τα ακίνητα των επιχειρήσεων (ιδιόκτητα και μη) και οπωσδήποτε αναστολή των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας.
Αθανάσιος Σαββάκης (Πρόεδρος ΣΒΕ):«Να ανταποκριθεί θετικά το τραπεζικό μας σύστημα»
Η έμπρακτη στήριξη της εγχώριας βιομηχανίας, και ειδικά των μικρομεσαίων μεταποιητικών επιχειρήσεων με έδρα την Ελληνική περιφέρεια τις οποίες εκπροσωπεί ο ΣΒΕ, διέρχεται με σαφήνεια από την παροχή της απαιτούμενης ρευστότητας προς αυτές. Ήδη, σε έρευνα μόλις της περασμένης εβδομάδας που πραγματοποίησε ο ΣΒΕ, η παροχή ρευστότητας και η προσαρμογή του εγχώριου τραπεζικού συστήματος στις νέες ανάγκες της ιδιωτικής οικονομίας, είναι οι δύο κύριες προκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπισθούν κατά προτεραιότητα, για την ορθή επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.
Στο πλαίσιο αυτό, αναμένουμε να έχει θετική έκβαση η δημόσια πρόσκληση προς τις Τράπεζες, η οποία λήγει 26/5/20 για το εγγυοδοτικό εργαλείο ύψους 2 δισ., το οποίο με τη συνολική μόχλευση ρευστότητας μέσω του τραπεζικού συστήματος φτάνει τα 7 δισ., με εγγυημένο από το κράτος το 80% του χαρτοφυλακίου των δανείων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Πιστεύουμε ότι η μόχλευση των 7 δισ. μέσω του συγκεκριμένου «εργαλείου» μπορεί ν’ αποτελέσει την απαρχή της αναμενόμενης θετικής ανταπόκρισης του τραπεζικού μας συστήματος στα νέα δεδομένα.
Απαιτείται η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας μέσω της μείωσης των συντελεστών φορολογίας και παράλληλης μείωσης του έμμεσου κόστους εργασίας.
Δρ Βασίλης Αποστολόπουλος (πρόεδρος ΕΕΝΕ):«Να αλλάξουμε παραγωγικό μοντέλο, να επιδοτήσουμε την εργασία»
Είναι κρίσιμο, παράλληλα με την διαχείριση των άμεσων επιπτώσεων της κρίσης, να καταρτιστεί ένα συντεταγμένο σχέδιο προκειμένου να χτίσουμε μία οικονομία παντός καιρού. Να μετασχηματιστεί το σημερινό εύθραυστο παραγωγικό μας μοντέλο. Είναι πλέον ευθύνη όλων να θωρακίσουμε τη χώρα για το μέλλον, έγκαιρα και αποφασιστικά, ώστε να μπορεί να σταθεί ανταγωνιστική στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εστιάσουμε το αναπτυξιακό μας μοντέλο σε επενδύσεις υψηλής προστιθέμενης αξίας, στην ανασύνταξη του πρωτογενή τομέα και της βιομηχανίας, και όλο το φάσμα της παραγωγής.
Κεντρική θέση της ΕΕΝΕ είναι να περιοριστεί, όσον το δυνατόν περισσότερο, η επιδότηση-βοήθεια σε προβληματικές ή έστω ζημιογόνες επιχειρήσεις, ενώ τα κίνητρα που θα δοθούν θα πρέπει να είναι ανάλογα με τη συνεισφορά στο ΑΕΠ (οριακοί, marginal φόροι, ασφαλιστικές εισφορές). Να επιδοτηθούν η εργασία και όχι η ανεργία, οι ανοιχτές επιχειρήσεις και όχι οι κλειστές, να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις που θέλουν με δυναμισμό να ανακτήσουν νέο έδαφος, και όχι απλά αυτές που θέλουν να αποζημιωθούν για το χαμένο.
Βραχυπρόθεσμα-Μεσοπρόθεσμα η πριν την κρίση του κορωνοϊού προγραμματισμένη μείωση φορολογίας νομικών προσώπων από το 24% στο 20% να δοθεί στο φετινό εισόδημα στις επιχειρήσεις που δεν προχώρησαν σε απολύσεις και συγκράτησαν -κατά το δυνατό- τον κύκλο εργασιών τους.
Μακροπρόθεσμα, η ΕΕΝΕ προτείνει δύο στρατηγικές επιλογές ενίσχυσης:
Α) της αγροτικής παραγωγής και της συναφούς βιομηχανικής μεταποίησης των προϊόντων του πρωτογενούς τομέα.
Β) της επανα-βιομηχανοποίησης του ιστού της οικονομίας μας.
Η θέση του ΣΕΒ
Ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, μέσα από παρεμβάσεις του και από το εβδομαδιαίο δελτίο του για την οικονομία, έχει πολλάκις κάνει σαφές πως πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη στήριξη των εργαζομένων και των επιχειρήσεων και προτείνει να χρησιμοποιηθεί το στοιχείο της κάμψης του κύκλου εργασιών, με τη στήριξη να διαφοροποιείται ανάλογα με τις διακυμάνσεις του κύκλου εργασιών μέχρι το τέλος του χρόνου, ενώ τα μέτρα πρέπει να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην ενίσχυση της ρευστότητας και στη μείωση του μισθολογικού κόστους.
«Είναι προτιμότερο η όποια στήριξη να επικεντρώνεται στη μεταβολή του κύκλου εργασιών και να εκτείνεται μέχρι το τέλος του 2020. Σε διαφορετική περίπτωση, προκύπτουν δυσκαμψίες που δεν επιτρέπουν την ομαλή προσαρμογή της οικονομίας στην ύφεση που είναι δεδομένη. Στο πλαίσιο αυτό, και ειδικότερα στη φάση άρσης του lockdown, όλες οι δύσκαμπτες μορφές στήριξης μέσω ΚΑΔ είναι αδιέξοδες πολιτικές, και ως εκ τούτου θα πρέπει να αναθεωρηθούν», αναφέρει ο Σύνδεσμος.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ