Τι επεξεργάζεται η Κομισιόν για την πρόσβαση στην ενιαία αγορά
Ετήσιο φόρο σε 70.000 μεγάλες επιχειρήσεις με στόχο την πρόσβαση στην ενιαία αγορά θέλει να βάλει η Κομισιόν, στο πλαίσιο του πακέτου μέτρων που λαμβάνονται για να χρηματοδοτηθεί η ανάκαμψη του μπλοκ.
Σύμφωνα με τους Financial Times, ο αρμόδιος για τον προϋπολογισμό της ΕΕ επίτροπος κ. Γιοχάνες Χαν, ζήτησε από τα κράτη-μέλη να στηρίξουν την επιβολή νέων φόρων, μεταξύ άλλων και ενός ετήσιου φόρου σε 70.000 μεγάλες επιχειρήσεις.
Ο κ. Χαν είπε πως δεν υπάρχει άλλη πρακτική εναλλακτική από το να δοθούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή νέες πηγές άμεσων εσόδων –ή «ίδιοι πόροι»- για να εξυπηρετηθεί το χρέος που θα δημιουργηθεί στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης ύψους 750 δισ. ευρώ που παρουσιάστηκε την περασμένη εβδομάδα. Στις πηγές αυτές θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται ένας ετήσιος φόρος ύψους 10 δισ. ευρώ που, κατά τον κ. Χαν θα επηρέαζε 70.000 επιχειρήσεις στην Ευρώπη με παγκόσμιο τζίρο που ξεπερνά τα 750 εκατ. ευρώ.
Όπως επισήμανε, στόχος είναι το αργότερο έως το τέλος του 2027 να υπάρχει μια λειτουργική, σταθερή ροή νέων πόρων στον προϋπολογισμό, ύψους 15-20 δισ. ευρώ ετησίως.
Η μόνες άλλες επιλογές για αύξηση των εσόδων θα είναι ένας πολιτικά απαράδεκτος περιορισμός των δαπανών ή υψηλότερες συνεισφορές στον προϋπολογισμό από τα κράτη μέλη, εξήγησε.
Κατά τον επίτροπο, ο φόρος στις μεγάλες επιχειρήσεις, που βρίσκεται σε πολύ αρχικό στάδιο συζήτησης στην Κομισιόν, θα είχε τη μορφή μιας ετήσιας πληρωμής για τη χρήση της ενιαίας αγοράς. Η κλίμακα αυτού του «τέλους πρόσβασης» θα ποικίλει ανάλογα με το μέγεθος της εταιρείας, με τις μεγάλες επιχειρήσεις να χωρίζονται σε δυο ή τρεις κατηγορίες.
Όπως αναφέρουν οι FT, η πρόταση αποτελεί μέρος ενός «μενού» πιθανών επιλογών για αύξηση εσόδων, που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων ένα διασυνοριακό τέλος για τις εκπομπές άνθρακα, έσοδα από την επέκταση του προγράμματος εμπορίας εκπομπών ρύπων και φόρο επί των ψηφιακών επιχειρήσεων.
Ο κ. Χαν επέμεινε πως οι νέες φορολογικές προτάσεις «δεν στοχεύουν σε μεμονωμένους φορολογούμενους, αλλά από την άλλη πλευρά ταιριάσουν απόλυτα στις πολιτικές μας προτεραιτότητες», όπως η αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.