Βελτίωση οικονομικών επιδόσεων σημείωσε το 2019 η Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου, καθώς:
• Ο κύκλος εργασιών της αυξήθηκε από τα 12,29 στα 14,07 εκατ. ευρώ.
• Τα λειτουργικά κέρδη (EBITDA) ανέβηκαν από τα 900 χιλ. στο 1,02 εκατ. ευρώ και τα προ φόρων κέρδη από τα 490 στα 588 χιλ. ευρώ. Αντίθετα, τα κέρδη που αντιστοιχούν στους μετόχους κυμάνθηκαν περίπου στα ίδια επίπεδα με το 2018 (224 έναντι 236 χιλ. ευρώ).
• Οι ελεύθερες ταμειακές ροές ήταν έντονα θετικές (+2,3 εκατ. ευρώ) γεγονός που μείωσε ισόποσα το ύψος του καθαρού δανεισμού (μόλις 1,47 εκατ. ευρώ).
• Τα ίδια κεφάλαια στις 31/12/2019 αυξήθηκαν στα 9,509 εκατ. ευρώ.
Σε ότι αφορά τις επιπτώσεις από την τρέχουσα πανδημία, η διοίκηση της εισηγμένης σημειώνει ότι «τα επιχειρησιακά σχέδια που καταρτίζει σε συνδυασμό με την ισχυρή οικονομική της διάρθρωση εξασφαλίζουν ότι δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η επιχειρησιακή συνέχεια της εταιρείας και ότι θα ανταπεξέλθει με επιτυχία στο δυσμενές περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί. Οι οικονομικές επιπτώσεις για την τρέχουσα χρήση θα εξαρτηθούν από την διάρκεια της πανδημίας και τις οικονομικές επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο».
Επίσης, η διοίκηση της Κλωστοϋφαντουργίας Ναυπάκτου αναφέρει: «Η εταιρεία ολοκλήρωσε το σχεδιασμό της επένδυσης που αφορά σε αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας και τον εκσυγχρονισμό βιομηχανικού εξοπλισμού της και αναμένει την έγκριση των τροποποιήσεων από τα αρμόδια Υπουργεία. Με βάση το σχεδιασμό η υλοποίηση θα ξεκινούσε τον Ιούνιο του 2020 και η έναρξη λειτουργίας της νέας μονάδας θα ξεκινούσε το Φεβρουάριο του 2021 το αργότερο. Πλέον , με την υφιστάμενη κατάσταση όπως δημιουργήθηκε μετά την έλευση της πανδημίας του Covid19, οι όποιες αποφάσεις θα επανεξεταστούν το Φθινόπωρο του 2020 και η υλοποίηση αναμένεται να ολοκληρωθεί το φθινόπωρο του 2021.
Κατά τους πρώτους δυόμιση μήνες του 2020 η εταιρεία λειτουργούσε στο 100% της δυναμικότητάς της (capacity) και εμφάνιζε αυξημένη λειτουργική κερδοφορία σε σχέση με το περσινό αντίστοιχο διάστημα. Από τα μέσα Μαρτίου και πριν την ανακοίνωση μέτρων στήριξης από την κυβέρνηση, η εταιρία έχοντας ως αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα την υγεία των εργαζομένων και των οικογενειών τους, αποφάσισε με την από της 16ης Μαρτίου απόφασης συνεδριάσεως του διοικητικού συμβουλίου, την προσωρινή διακοπή της λειτουργίας του εργοστασίου από την 18η έως και τις 31η Μαρτίου, διάστημα και για το οποίο κατέβαλε στο προσωπικό τη μισθοδοσία στο σύνολό της. Εν τω μεταξύ ανακοινώθηκαν από την κυβέρνηση προγράμματα στήριξης εργαζομένων σε εταιρείες που πλήττονται από την πανδημία , στα οποία η εταιρεία συμμετείχε, θέτοντας την πλειονότητα του προσωπικού σε προσωρινή αναστολή εργασιακής σχέσης. Δεδομένης της διακοπής λειτουργίας των περισσοτέρων πελατών της εταιρείας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό κατά το ίδιο διάστημα, η διακοπή λειτουργίας αποτιμάται ως επιβεβλημένη.
Η εταιρεία επανεκκίνησε την παραγωγή του εργοστασίου στις 18 Μαΐου με πενθήμερη λειτουργία ανά εβδομάδα, για τις δύο πρώτες εβδομάδες, λαμβάνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας για το προσωπικό και τροποποιώντας τις ώρες προσέλευσης/αποχώρησης του προσωπικού όπου είναι εφικτό, ενώ έχει κρατήσει και εφεδρικό προσωπικό σε 12 περίπτωση που παρουσιαστεί ενδεχόμενο κρούσμα και θα λειτουργήσει σε πλήρη δραστηριότητα (full capacity) από την 1η Ιουνίου.
Οι προοπτικές της εταιρείας για το 2020 κάθε άλλο παρά εύκολο είναι να αποτυπωθούν, καθώς υπάρχει αβεβαιότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, σχετιζόμενη με την εξέλιξη της πανδημίας και τις επιπτώσεις που αυτή θα έχει στην οικονομία. Η μείωση της κατανάλωσης σε προϊόντα ένδυσης είναι αναμενόμενη λόγω του κλεισίματος των καταστημάτων και του μειωμένου διαθέσιμου εισοδήματος. Έχοντας κατά μέσο όρο «μπει στην καραντίνα» για δύο μήνες σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η μείωση του όγκου εργασιών της εταιρείας μας κατά 20-25% είναι αναμενόμενη. Καθοριστική περίοδος για την περαιτέρω εξέλιξη είναι το Φθινόπωρο του 2020.
Μακροπρόθεσμα, θεωρούμε ότι η εταιρεία μας θα βρεθεί σε πλεονεκτική θέση, καθώς αποτελεί αξιόπιστο παραγωγό βαμβακερών πρώτων υλών σε μια αγορά που θα έχει αυξημένες απαιτήσεις σε προδιαγραφές (ποιοτικές και ηθικές) και εξασφαλισμένους χρόνους παράδοσης. Οι αλυσίδες παραγωγής δοκιμάστηκαν και οι προτεραιότητες στην επιλογή προμηθευτή αλλάζουν. Το κριτήριο του «πιο φτηνού» δεν αποτελεί πλέον τον μοναδικό παράγοντα στην επιλογή του συνεργάτη. Με αργό αλλά σταθερό ρυθμό αλλάζουν και οι προτιμήσεις των καταναλωτών και στρέφονται σε πιο φιλικά για το περιβάλλον προϊόντα, υψηλότερης ποιότητας και αντοχής, με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και κατασκευασμένα με σεβασμό στον εργαζόμενο από εταιρείες που ακολουθούν standards βιώσιμης – αειφόρου ανάπτυξης με βάση το ευρωπαϊκό – ελληνικό βαμβάκι».