Ορόσημο ο Σεπτέμβριος
Δραματικές είναι οι προβλέψεις για την ύφεση, με τον Σεπτέμβριο να θεωρείται ως ο καθοριστικός μήνας που θα δρομολογήσει εξελίξεις.
Την ίδια ώρα τα μηνύματα από τον τουρισμό, την εστίαση, τις μεταφορές και το λιανικό εμπόριο δείχνουν ότι τα πλήγματα είναι ισχυρότερα από τις προβλέψεις ανεβάζοντας το κοντέρ της συρρίκνωσης του ΑΕΠ μέχρι και πάνω από 10%.
Σύμφωνα με πληροφορίες του in.gr τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου κλίνουν πλέον προς το δυσμενές σενάριο του 7,9% εγκαταλείποντας την πρόβλεψη για ύφεση 4,7%, αλλά δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο ο πήχης να ανέβει υψηλότερα σε περίπτωση που δεν ανακοπεί η τάση αναζωπύρωσης του κορωνοϊού.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με την τελευταία αναθεωρημένη επί τα χείρω πρόβλεψη της κυβέρνησης, όπως αποτυπώθηκε στην τροπολογία που κατατέθηκε στη Βουλή για τα αναδρομικά των συνταξιούχων, η εκτίμηση για το πλήγμα στο ΑΕΠ ευθυγραμμίσθηκε με εκείνη της Κομισιόν και υπολογίσθηκε στο 9%.
Την ίδια ώρα και στην Τράπεζα της Ελλάδος βρίσκονται σε εγρήγορση για αναπροσαρμογή των εκτιμήσεων περιμένοντας τα στοιχεία για το ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου και τα νεότερα στοιχεία για τις πρόσθετες επιπτώσεις στην οικονομία από τα νέα περιοριστικά μέτρα για να λάβουν οριστικές αποφάσεις. Υπενθυμίζεται ότι η κεντρική τράπεζα στην έκθεση για τη νομισματική πολιτική προέβλεπε ύφεση 9,4% φέτος και βραδύτερη ανάκαμψη το 2021 στο δυσμενές σενάριο που συνδέονταν με έξαρση της πανδημίας και ένταση της κρίσης.
Η βασική εστία κινδύνου για βαθύτερη ύφεση προέρχεται από τον τουριστικό κλάδο, που δείχνει να πηγαίνει χειρότερα από τις προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου και των φορέων, αφού από την πορεία των κρατήσεων τον Ιούλιο και τον Αύγουστο προκύπτει καθίζηση των εσόδων στο 80%. Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς οι εισπράξεις δεν θα σπάσουν το φράγμα των 3,5 δισ. ευρώ έναντι 18,5 δισ. ευρώ πέρυσι, που σημαίνει ότι θα χαθούν 15 δισ. ευρώ.
Η Τράπεζα της Ελλάδος
Οι εμπειρογνώμονες της Τράπεζας της Ελλάδος εκτιμούν ότι μια μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων των ξένων επισκεπτών κατά 60% σε σχέση με τις εισπράξεις του 2019 θα οδηγούσε σε μείωση του ΑΕΠ κατά 5,3% και των εισοδημάτων των εργαζομένων κατά 4,1%. Γενικότερα πτώση των ταξιδιωτικών εισπράξεων κατά 1,0 δισ. ευρώ θα οδηγούσε σε μια μείωση του ΑΕΠ κατά 0,49% και των εισοδημάτων κατά 0,35%.
Παράλληλα, σύμφωνα με τους αναλυτές του ΚΕΠΕ, για κάθε 1 δισ. ευρώ απώλειας διεθνών ταξιδιωτικών εισπράξεων, προκαλείται μία συνολική άμεση και έμμεση μείωση του ΑΕΠ της χώρας κατά περίπου 0,57%, μείωση της απασχόλησης στην οικονομία κατά περίπου 0,61% και αύξηση του ελλείμματος του Ισοζυγίου Αγαθών και Υπηρεσιών κατά περίπου 38,9%.
Το βέβαιο πάντως είναι ότι το τρίτο τρίμηνο θα δείξει το πραγματικό αποτύπωμα της κρίσης καθώς την περίοδο αυτή συγκεντρώνεται σχεδόν το 60% των ετήσιων εισπράξεων από τον τουρισμό.
Ισχυρότεροι από τις προβλεπόμενες είναι και οι κραδασμοί στην εστίαση με την κατάσταση να επιδεινώνεται από τα μέτρα για το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων. Οι επιχειρηματίες του κλάδου εκτιμούν ότι τα νέα μέτρα θα προκαλέσουν πτώση τζίρου 20% επιπλέον των απωλειών από την αρχή του έτους που ξεπερνούν το 50% και στέλνουν σήμα κινδύνου για λουκέτα σε 40.000 επιχειρήσεις από τις συνολικά 120.000.
Ταμειακή στενότητα
Το χαμηλό βαρομετρικό στην οικονομία επιτείνει η ταμειακή στενότητα σε όλο το φάσμα της αγοράς λόγω της βουτιάς στις πωλήσεις. Αποκαλυπτικά της ζοφερής κατάστασης είναι τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας σύμφωνα με τα οποία μόνο τον Ιούνιο και παρά την άρση της καραντίνας οι απώλειες στον τζίρο όλων των επιχειρήσεων έφθασαν τα 3,7 δισ. ευρώ ενώ την περίοδο Απριλίου – Ιουνίου χάθηκαν 19,8 δισ. ευρώ
Αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών τονίζει ότι οι καλοκαιρινοί μήνες είναι κομβικοί για την πορεία της οικονομίας και θα καθορίσουν τις επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης οι οποίες θα αποφασιστούν τον Σεπτέμβριο.
Σημειώνεται ότι όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, στο πρώτο τρίμηνο του έτους χάθηκαν από το ΑΕΠ 776 εκατ. ευρώ καθώς διαμορφώθηκε στα 47,731 δισ. ευρώ από 48,515 δισ. ευρώ στο προηγούμενο τρίμηνο, κυρίως λόγω της πτώσης των επενδύσεων κατά 475 εκατ. ευρώ και της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών κατά 289 εκατ. ευρώ. Σε επίπεδο πρώτου τριμήνου η ύφεση 1,6% είναι η μεγαλύτερη από το 2013, που είχε διαμορφωθεί στο 2,2%.