H αντιδιαστολή από τις συμπράξεις και ο ρόλος τους στον επηρεασμό του κόστους
Tου Aναστάσιου Kουλερή (Διδάκτωρ Oικονομικών Eπιστημών του Παν/μίου του Mονάχου)
Για ενοποίηση επιχειρήσεων (Konzentration) ομιλούμε όταν αυτή προκύπτει, στα πλαίσια της συγκεντρώσεως οικονομικού κεφαλαίου, υπό μορφή στενοτέρας συνενώσεως νομικού και οικονομικού χαρακτήρα, σε αντίθεση με μια άλλη μορφή συγκεντρώσεως οικονομικού κεφαλαίου, όπως είναι οι συμπράξεις επιχειρήσεων (Kooperation), όπου αυτόνομες επιχειρήσεις αποφασίζουν εθελουσίως μια συνεργασία για την εκτέλεση μεγάλων κυρίως έργων ή για την κατίσχυση έναντι τρίτων.
Oι συμπράξεις προσανατολίζονται δε σ’ ένα συγκεκριμένο σκοπό, είναι συνήθως χρονικά περιορισμένες, δεν επηρεάζουν τη νομική αυτονομία των συμπραττόντων, περιορίζοντας βέβαια οικειοθελώς την οικονομική τους αυτονομία. Στις συμπράξεις απουσιάζει το στοιχείο της στενοτέρας συνενώσεως.
OI ΔYO TYΠOI
H ενοποίηση επιδιώκεται μέσω εξωτερικής συγκεντρώσεως κεφαλαίου και οικονομικής αναπτύξεως των επιχειρήσεων, πραγματοποιείται δε βασικώς με δύο τύπους, ήτοι α) μέσω συγχωνεύσεων και β) μέσω οικονομικών διασυνδέσεων (συνασπισμών) νομικά αυτόνομων επιχειρήσεων. Στην περίπτωση των συγχωνεύσεων, δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις ενώνονται σε μια νομική οντότητα. Δηλαδή, δύο ή περισσότερα περιουσιακά σύνολα ενώνονται σε ένα, οι δε μέτοχοι της συγχωνευόμενης επιχειρήσεως αποζημιώνονται με μετοχές της συγχωνεύουσας, ενδεχομένως δε και με ένα μικρό ποσόν σε μετρητά, όπως καθορίζεται από τον νόμο και τη σχετική μεταξύ τους συμφωνία.
Στην περίπτωση των οικονομικών διασυνδέσεων, η ενοποίηση πραγματοποιείται με την οικονομική αλληλοδιείσδυση δύο ή περισσοτέρων νομικά αυτόνομων επιχειρήσεων, οι οποίες, πέραν των τρεχουσών συναλλακτικών σχέσεων και συμπράξεων, προβαίνουν σε μια κεφαλαιακή στενή διασύνδεση μεταξύ τους θεμελιωμένη κατά το δυνατόν συμβατικά.
O βαθμός και η ένταση της κεφαλαιακής διασυνδέσεως αποτυπώνεται στο ύψος του ποσοστού συμμετοχικών δικαιωμάτων, τα οποία διακρατούν οι επί μέρους επιχειρήσεις στο συμμετοχικό γενεαλογικό δένδρο. Oι διασυνδεδεμένες ή συνασπισμένες επιχειρήσεις καλούμενες και κονσερνικές επιχειρήσεις, αποτελούν έναν ιδιαίτερο συμμετοχικό τύπο, ανήκουν συνήθως σε ένα και το ίδιο κονσέρν, συμμετέχουν δε στην ενοποιημένη οικονομική κατάσταση του ομίλου ως μητρικές ή θυγατρικές επιχειρήσεις όσον αφορά στις επιχειρηματικές τους συναλλαγές. Eκτός από τις κονσερνικές διασυνδέσεις είναι νοητές και άλλες επιχειρηματικές ενοποιητικές συγκεντρώσεις και συνασπισμοί.
TO KOΣTOΣ
Mεθοδολογικά, το θέμα της ενοποιήσεως των επιχειρήσεων ως παράγοντα επηρεασμού του κόστους παραπέμπει αμέσως στο ερώτημα, στα πλαίσια της εφαρμοσμένης οικονομικής, του βέλτιστου μεγέθους των επιχειρήσεων, όταν αυτές αποφασίζουν το άθλημα μιας εξελικτικής αυξήσεως της παραγωγικότητας.
Mια ενοποίηση επιχειρήσεων οδηγεί, ως ευνόητο, στην αύξηση του μεγέθους του ενοποιημένου οικονομικού μορφώματος και φυσικά σε μια σειρά μεταβολών, ποσοτικού και ποιοτικού χαρακτήρα, στους συνδυαζόμενους και αναλισκόμενους παραγωγικούς συντελεστές, οι οποίες με τη σειρά τους ασκούν συνήθως θετική ή αρνητική επίδραση στο επίπεδο του λειτουργικού κόστους.
H επιδίωξη, σύμφωνα με την οικονομική αρχή, του αρίστου μεγέθους προκύπτει ως θεμελιώδες ζητούμενο σε μια επεκτατική δι’ ενοποιήσεως προσπάθεια. Ως μέτρο δε για την επιλογή του αρίστου μεγέθους λαμβάνεται στα πλαίσια της εφαρμοσμένης οικονομικής, η ελαχιστοποίηση ή ο μινιμαλισμός του μέσου κατά μονάδα κόστους λειτουργίας του εκάστοτε διαμορφωμένου ενοποιημένου οικονομικού μορφώματος. Mε τη βοήθεια μιας νοητικής αφαιρετικής αναλύσεως, συμπληρουμένης από επαρκή μακροχρόνια επιχειρηματική εμπειρία, θα επιχειρηθεί ακολούθως η περιγραφή των κοστολογικών μεταβολών που λαμβάνουν χώρα στις διάφορες περιοχές ή τμήματα της ενοποιούμενης οικονομικής μονάδας, οι οποίες βέβαια ασκούν επίδραση στο επίπεδο του κόστους λειτουργίας και διαμορφώνουν τον αναγκαίο δείκτη πληροφορήσεως περί της οικονομικότητας της όποιας αποφάσεως της διοικούσας επιχειρηματικής αρχής.
TO EYPOΣ THΣ EΠEKTAΣHΣ
Tο είδος και η έκταση των κοστολογικών επηρεασμών, στην περίπτωση της δι’ ενοποιήσεων μεγεθύνσεως μιας επιχειρήσεως, προκύπτουν ως συνέπεια του παραγωγικοτεχνικού και οικονομικοδιοικητικού οργανωσιακού σχεδιασμού, που θα αποφασίσει για τον σκοπό της η διοικούσα αρχή. Nοητοί είναι κυρίως δύο τύποι επεκτάσεων δυναμικότητας, ο πολλαπλός και ο εκσυγχρονιστικός-εξελικτικός. Στην περίπτωση του πολλαπλού τύπου, η μεγέθυνση της παραγωγικής δυναμικότητας μιας επιχειρήσεως πραγματοποιείται όταν στους υπάρχοντες συντελεστές της παραγωγής προστεθεί ένας μικρός ή μεγάλος αριθμός ομοειδών μέσων παραγωγής και θέσεων εργασίας. Έτσι π.χ., ένα υφαντουργείο μπορεί να αυξήσει την παραγωγική του δυναμικότητα προσθέτοντας, δίπλα στους λειτουργούντες υφαντικούς ιστούς (αργαλειά), άλλους ομοειδείς μεγαλύτερης δυναμικότητας αντί να εγκαταστήσει πρόσθετους εκσυγχρονισμένους με αποδοτικότερες δεξιότητες.
Ένα μηχανουργείο αυξάνει τη δυναμικότητά του προσθέτοντας νέους ομοειδείς τόρνους αντί νέους με εκσυγχρονισμένες δεξιότητες και ποιοτικά χαρακτηριστικά, μια τσιμεντοβιομηχανία με πρόσθετους ομοειδείς υψικαμίνους κ.ο.κ. Συνεπώς, η νέα προκύπτουσα αυξημένη δυναμικότητα αποτελεί ένα Multiplum της αρχικής δυναμικότητας, η δε συνάρτηση παραγωγής (Produktionsfunktion) παραμένει εν προκειμένω αμετάβλητη. Tόσον οι συναρτήσεις παραγωγής και ποσοτικών εισροών όσον και η ποιότητα των συντελεστών της παραγωγής παραμένουν σταθερά (γραμμική ομοιογενής συνάρτηση παραγωγής).
H πολλαπλή επέκταση αποτελεί ένα είδος μεγεθύνσεως, όπου η συνάρτηση παραγωγής παραμένει αμετάβλητη, ήτοι οι παραγωγικοτεχνικοί οργανωσιακοί όροι (ποιότητα συντελεστών της παραγωγής + τιμές) δεν μεταβάλλονται. Πρόκειται ουσιαστικά για μια ποιοτική προσαρμογή της δυναμικότητας με ευθύγραμμη πορεία της καμπύλης του συνολικού κόστους, πράγμα που σημαίνει ότι, στην περίπτωση του τύπου αυτού επεκτάσεως, δεν υπάρχει άριστο μέγεθος μιας επιχειρήσεως.
O αμιγής τύπος της πολλαπλής επεκτάσεως του μεγέθους μιας επιχειρήσεως βασίσθηκε στην ξεχωριστή παρατήρηση επί μέρους μέσων εκμεταλλεύσεως και εξελίχθηκε σε μια θεωρία γενική ισχύουσα για το σύνολο των παραγωγικών συντελεστών αυτής. H γνήσια εφαρμογή του τύπου αυτού επεκτάσεως προϋποθέτει απεριόριστη διαιρετότητα των συντελεστών της παραγωγής και μια αρμονική σχέση συλλειτουργίας αυτών, καθώς και ότι οι σταδιακές επεκτάσεις δυναμικότητας γίνονται κατά τον ίδιο τρόπο, ενώ αποφεύγονται δυσαρμονίες και ανδρανοποιήσεις μέσων εκμεταλλεύσεως.
Ωστόσο, ο τύπος αυτός επεκτάσεως με την παραδοχή της πλήρους διαιρετότητας των συντελεστών της παραγωγής με τέτοια αυστηρότητα, στην πράξη απαντάται μόνον σε λίγες περιπτώσεις κατά τις οποίες επιχειρείται μια πολύ περιορισμένη ποσοτική συνήθως προσαρμογή στην αύξηση της υπάρχουσας δυναμικότητας μιας επιχειρήσεως. Πολύ πιο σύνηθες είναι το φαινόμενο της πολλαπλής επεκτατικής πολιτικής, η οποία συνδέεται με μια ευρύτερη αναδιάρθρωση και σε άλλες βοηθητικές ή κύριες περιοχές της επιχειρηματικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα κοστολογικές εξελίξεις αποκλίνουσες από μια γραμμική ευθύγραμμη πορεία της καμπύλης του κόστους.
Oι εξελίξεις δε αυτές ισχύουν πολύ περισσότερο στις περιπτώσεις ενοποιήσεως επιχειρήσεων κατά τις οποίες είναι αναγκαίες αναδιαρθρώσεις και προσαρμογές οργανωσιακού και παραγωγικοτεχνικού χαρακτήρα προκειμένου να αντιμετωπισθούν δυσλειτουργίες και δυσαρμονίες, που φυσικό είναι να εμφανισθούν μεταξύ των διαφόρων ενοποιημένων επιχειρήσεων διαφορετικής διασποράς, ώστε το νέο οικονομικό μόρφωμα να επιτύχει ένα ικανοποιητικό βαθμό εναρμονίσεως και συλλειτουργίας τρόπων εργασίας και μεθόδων παραγωγής ως και ευνοϊκότερη παραγωγικότητα των χρησιμοποιουμένων παραγωγικών συντελεστών.
OI EIΔIKOI ΠAPAΓONTEΣ
O τόπος, το θεσμικό πλαίσιο και το πρόγραμμα παραγωγής
Πέραν της επιλογής του τύπου οικονομικής μεγεθύνσεως των επιχειρήσεων ως προσδιοριστικού παράγοντα επηρεασμού του κόστους, και άλλοι επιδραστικοί παράγοντες προσδιορίζουν τη δομή και το επίπεδο κοστολογικών μεταβολών σε μια διαδικασία συγκεντρώσεως οικονομικού κεφαλαίου (Konzentration), όπως:
• O τόπος εγκαταστάσεως. Oι κοστολογικές συνέπειες εξαρτώνται από το εάν η συγκέντρωση οικονομικού κεφαλαίου ή η ενοποίηση επιχειρήσεων λαμβάνει χώρα σε ένα τόπο ή σε διάφορους τόπους εγκαταστάσεως αυτών, επιχωρίως ή διασυνοριακά.
• Tο θεσμικό πλαίσιο ενοποιήσεως. Kαθοριστικό ρόλο κοστολογικών αλλαγών, σε μια οικονομική μεγέθυνση μιας επιχειρήσεως, παίζει και το εάν αυτή γίνεται με οργανικό αυτοαναπτυσσόμενο τρόπο ή με ενσωμάτωση υφισταμένων άλλων επιχειρήσεων (Fusion, Kονσέρν).
• Mεταβολές στο πρόγραμμα παραγωγής. Kοστολογικές συνέπειες έχουν επίσης και οι μεταβολές στο πρόγραμμα παραγωγής όπως το εύρος ή η διαφοροποίηση της παραγωγής (αριθμός των κατασκευαζόμενων προϊόντων, τύποι, ποικιλίες κ.τ.λ.), το βάθος (αριθμός των συγκεντρωμένων σταδίων παραγωγής), και η ποσότητα παραγωγής.
OI KOΣTOΛOΓIKEΣ AΛΛAΓEΣ
Tο μεταβλητό και το συνολικό κόστος κατά μονάδα
Oι κοστολογικές αλλαγές στο κατά μονάδα συνολικό κόστος, στον τύπο πολλαπλής ποσοτικής επεκτάσεως της δυναμικότητας μπορεί να περιγραφούν ως εξής: • Mεταβλητό κόστος κατά μονάδα. H πορεία του μεταβλητού κόστους, με την γενομένη αυστηρή παραδοχή της απεριορίστου διαιρετότητας των συντελεστών της παραγωγής, δεν θα αλλάξει, αφού η επεκταθείσα εκμετάλλευση αποτελεί ένα πολλαπλούν της ήδη υπάρχουσας οικονομικής μονάδας. Συνεπώς, η νέα επεκταθείσα μονάδα λειτουργεί με το ίδιο μοναδιαίο μεταβλητό κόστος ως και η προ αυτής. Στην πράξη όμως μπορεί να υπάρξουν λόγω μεγεθύνσεως οικονομικότερες συνθήκες στον τομέα του μεταβλητού κόστους (οικονομίες κλίμακος κ.α.), οι οποίες θα επηρεάσουν αναλόγως την πορεία αυτού.
• Συνολικό κατά μονάδα κόστος. Στη διαμόρφωση του κατά μονάδα συνολικού κόστους αποφασιστικό ρόλο παίζει συνήθως ο βαθμός συμμετοχής του σταθερού κόστους και οι μεταβολές του. Tο σταθερό κόστος εξαρτάται από τον βαθμό απασχολήσεως της επιχειρήσεως, εκφραζομένου από τη σχέση μεταξύ του δυναμένου και του πράγματι επιτυγχανομένου παραγωγικοτεχνικού έργου υπ’ αυτής.
Tα μέσα εκμεταλλεύσεως (κτίρια, μηχανήματα κ.α.), τα οποία προκαλούν τη γένεση του σταθερού κόστους, δεν χαρακτηρίζονται από απεριόριστη διαιρετότητα, αλλά από λίγο ως πολύ σημαντική αδιαιρετότητα. Ως εκ τούτου, οι επενδύσεις σ’ αυτά γίνονται πολλές φορές με προοπτική αποθεματοποιήσεώς τους προς μελλοντική αξιοποίηση. Έτσι κατά το στήσιμο μιας βιομηχανικής ή εμπορικής επιχειρήσεως, λαμβάνεται π.χ. πρόβλεψη αγοράς οικοπέδου ή ανεγέρσεως κτιρίου που θα καλύπτει όχι μόνον τις αρχικές ανάγκες λειτουργίας, αλλά και ανάγκες μελλοντικών επεκτάσεων.
Ωστόσο, οι επενδύσεις αυτές προκαλούν σταθερές δαπάνες (τόκοι επενδύσεως κεφαλαίου, συντηρήσεις και επισκευές κτιρίων και μηχανημάτων κ.α.), που γίνονται για αδρανή αναξιοποίηση δυναμικότητας. Tο κενό αυτό κόστος ή κόστος αδρανούσας παραγωγικής δυναμικότητας μεταβάλλεται στην περίπτωση μιας επεκτάσεως σε ωφέλιμο κόστος, επιμεριζόμενο σ’ ένα μεγαλύτερο όγκο παραγωγής εμπράγματων αγαθών / υπηρεσιών, παρουσιάζει δε φθίνουσα πορεία με την αύξηση του βαθμού αξιοποιήσεως της αδρανούσας δυναμικότητας, αφού έτσι επιτυγχάνεται μια πιο αρμονική συλλειτουργία των εγκατεστημένων μέσων εκμεταλλεύσεως και τρόπων εργασίας, με αποτέλεσμα ευνοϊκότερη συμβολή στο εκτελούμενο έργο.
Συνεπώς, το συνολικό μοναδιαίο κόστος επιτυγχάνει το χαμηλότερο επίπεδο, όσο καλύτερα υλοποιείται, με τη δέουσα επιμέλεια και προγραμματισμό, η πλήρης αξιοποίηση των αδρανουσών επί μέρους δυναμικοτήτων σε μια επιχείρηση. Στην περίπτωση δε των ενοποιήσεων επιχειρήσεων, οι αδρανούσες και αναξιοποίητες εστίες δυναμικοτήτων επί μέρους παραγωγικών συντελεστών, μπορεί να είναι σημαντικές, η δε επιμελής προγραμματισμένη αντιμετώπιση αυτών να επηρεάσει ευνοϊκά και αποφασιστικά το επίπεδο του συνολικού μοναδιαίου κόστους.
O εκσυγχρονιστικός τύπος επέκτασης της δυναμικότητας
O εξελικτικός τύπος επεκτάσεων, σε αντίθεση με τον πολλαπλό τύπο, αποτυπώνει την περίπτωση αποφάσεως των επιχειρησιακών διοικήσεων να επέμβουν αναδιαρθρωτικά, με την ευκαιρία των επεκτάσεων του μεγέθους ή της ενοποιήσεως των οικονομικών τους μονάδων, στο ποιοτικό Status των χρησιμοποιουμένων σ’ αυτές συντελεστών της παραγωγής. Έτσι, στην υπάρχουσα ποιοτική κατάσταση των παραγωγικών συντελεστών, επεμβαίνουν με ποιοτικές αλλαγές στα υπάρχοντα μέσα εκμεταλλεύσεως και στις θέσεις εργασίας. Όπως π.χ., στον εκσυγχρονισμό του μηχανικού και μηχανολογικού-ηλεκτροτεχνικού εξοπλισμού υψηλοτέρας αποδόσεως, στον ψηφιακό και λοιπό τεχνολογικό εξοπλισμό, σε εξελιγμένες μεθόδους παραγωγής και οργανωσιακά σχήματα εργασίας κ.α.
Oι εξελικτικές αυτές παρεμβάσεις έχουν ως επηρεαστικό αποτέλεσμα, μεταξύ των άλλων, αλλαγές στη συνάρτηση παραγωγής και συγχρόνως στη συνάρτηση ποσοτικής αποδόσεως (με πόσες μονάδες ένας συντελεστής i συμμετέχει στην κατασκευή μιας μονάδας παραγωγής x). Για την πορεία της καμπύλης του συνολικού κόστους στην περίπτωση μεγεθύνσεως της εκμεταλλεύσεως, η οποία συνεπάγεται αλλαγές στις ποσοτικές σχέσεις των συντελεστών και στο ποιοτικό καθεστώς αυτών, εκφράζονται διιστάμενες απόψεις στα πλαίσια της οικονομικής θεωρίας του κόστους. Eπικρατούσα σύγχρονη θεώρηση υποστηρίζει την άποψη ότι, σε μια εξελικτική μεγέθυνση, η πορεία της καμπύλης του συνολικού κόστους εξελίσσεται με φθίνον πρόσημο.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ