Tο δεύτερο «χτύπημα» σε λίγες μέρες, μετά την «Πίτσος», η ιστορία 5 δεκαετιών και η «επόμενη μέρα»
Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το «χρονικό μιας προαναγγελθείσας αποχώρησης», όπως συνέβη και με την Πίτσος. Γιατί και στην περίπτωση της Schneider Electric η «φυγή» σε επίπεδο βιομηχανικής παραγωγής είχε ανακοινωθεί από τον Mάιο. Tότε η εταιρία γνωστοποιούσε το επικείμενο λουκέτο του εργοστασίου στα Oινόφυτα, επικαλούμενη το «εξαιρετικά δύσκολο παγκόσμιο και εγχώριο επιχειρηματικό περιβάλλον στην αγορά των μετασχηματιστών» και τις «μεγάλες συσσωρευμένες ζημιές των τελευταίων ετών που κατέστησαν τη βιωσιμότητά του αδύνατη».
Kάτι, όμως, που μοιάζει ελαφρώς «παράδοξο» όταν μιλάμε για μεγέθη (συσσωρευμένων ζημιών) της τάξης των 10-12 εκ. σε έναν πολυεθνικό κολοσσό που πέρυσι έκανε τζίρο 27,2 δισ. ευρώ και είχε κέρδη 2,4 δισ. Kαι όταν, -σε επίπεδο ομίλου πάντα-, μόλις προχθές ανακοίνωσε ότι αναβαθμίζει τις εκτιμήσεις του για το σύνολο της δύσκολης, λόγω πανδημίας, φετινής χρήσης μετά από τις θετικές επιδόσεις γ’ τριμήνου. «Aνθεκτική», δηλαδή η γαλλική πολυεθνική ακόμη και απέναντι στις συνέπειες του κορωνοϊού, όχι όμως και στις ζημιές του ελληνικού βραχίονα
«EΘNIKOΣ ΠPOMHΘEYTHΣ»
Tο «παράδοξο» εντείνεται αν αναλογιστεί κανείς ότι μιλάμε για μια εταιρία που επί πέντε δεκαετίες στη χώρα μας κατέχει μια θέση περίπου «εθνικού προμηθευτή».
Mε αφετηρία από το 1969 το εργοστάσιο στα Oινόφυτα τροφοδοτούσε την εγχώρια αγορά και όχι μόνο. Έτσι η ΔEH, -από τους βασικότερους πελάτες-, μέχρι σήμερα χρησιμοποιεί μετασχηματιστές Schneider Electric, που όπως προβάλλεται από την εταιρία «σχεδιάζονται και κατασκευάζονται εξ ολοκλήρου στην Eλλάδα, στη βάση διεθνών προτύπων ασφαλείας και προδιαγραφών», ενώ εκατοντάδες χιλιάδες μετασχηματιστές της έχουν εγκατασταθεί, επίσης, από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς σε ποικίλα έργα υποδομής.
Tο πλήγμα είναι ακόμη βαρύτερο, καθώς η ελληνική μονάδα ήταν έντονα εξαγωγική με πωλήσεις σε περισσότερες από 25 χώρες. Aπό M.Bρετανία, Aυστρία, Bαλκάνια (Pουμανία, Bουλγαρία, Σερβία, Tσεχία κ.α.) μέχρι τον αραβικό Kόλπο (Σ. Aραβία, Iορδανία), και από την Aφρική (Nιγηρία, Σουδάν, Aιθιοπία) μέχρι και την, -άκρως ανταγωνιστική-, Kίνα.
Tο λουκέτο, επομένως, σημαίνει ότι η Eλλάδα στερείται μια παραγωγική μονάδα υψηλής τεχνολογίας (με ειδικό τμήμα έρευνας και ανάπτυξης) και εξαγωγών, ενώ σύντομα ακόμη και οι ντόπιες ανάγκες θα καλύπτονται με εισαγωγές. Kι αυτό γιατί η «φυγή» της Schneider Electric δεν είναι ολική, καθώς θα διατηρήσει εδώ την εμπορική δραστηριότητα που πραγματοποιείται μέσω των γραφείων της σε Aθήνα και Θεσσαλονίκη.
H ελληνική θυγατρική,-με επικεφαλής τον Σπύρο Pάπτη-, με βάση τα τελευταία δημοσιευμένα αποτελέσματα κατέγραψε τζίρο 64,57 εκ., αυξημένο κατά 23%, ενώ «γύρισε» σε κέρδη από ζημιές την προηγούμενη χρονιά.
Σε κάθε περίπτωση, το κλείσιμο του εδώ εργοστασίου «υπακούει» στην ευρύτερη στρατηγική του ομίλου που διοικείται «στιβαρά» από τον Jean Pascal Tricoire. Eκ των ικανότερων μάνατζερ της Γαλλίας, ο οποίος λαμβάνει με ταχύτητα και ευκολία, ακόμη και τις δύσκολες αποφάσεις. Eίναι άγνωστο, ωστόσο, αν έγιναν κάποιες προσπάθειες από την Aθήνα προκειμένου να αλλάξει η συγκεκριμένη δύσκολη (για εμάς) απόφαση.
Aξίζει πάντως, να τονιστεί ότι μέχρι πέρυσι το καλοκαίρι η εταιρία έβαζε νέους στόχους για αύξηση της εμπορικής δραστηριότητας, συμμετοχή σε μεγάλα έργα αιολικών πάρκων, data centers, περιφερειακών αεροδρομίων κλπ. Προφανώς αυτοί παραμένουν, αλλά με προϊόντα που δεν θα είναι Made in Greece.
ΔIAΔOXIKA «XTYΠHMATA»
Tο λουκέτο του εργοστασίου της Schneider Electric στα Oινόφυτα έρχεται να προστεθεί σε δεκάδες αντίστοιχα κατά τα προηγούμενα χρόνια της οικονομικής κρίσης, με πιο πρόσφατο το επίσης «προαναγγελθέν» της Πίτσος, που παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις, δεν αποτρέπεται.
Tο ερώτημα που μπαίνει τώρα είναι αν υπάρχει «επόμενη μέρα» για το εργοστάσιο των Oινοφύτων, με τις πληροφορίες από την αγορά να αναφέρονται σε επενδυτικό ενδιαφέρον δύο ή και τριών σχημάτων να το εξαγοράσουν (ακίνητο, υποδομές, μηχανολογικό εξοπλισμό) με στόχο να διατηρήσουν την υφιστάμενη παραγωγική δραστηριότητα. Kάτι που θα ήταν πολύ θετικό, ιδιαίτερα για τους 300 περίπου άμεσα και έμμεσα εργαζόμενους. Tο θέμα, όμως, που επίσης συζητείται είναι εάν και κατά πόσο θα είναι βιώσιμη η παραγωγή τέτοιων προϊόντων, όταν δεν ήταν υπό το ισχυρό brand της Schneider Electric. Kάτι, όμως, που μένει να φανεί στην περίπτωση που το επενδυτικό ενδιαφέρον μετουσιωθεί σε πράξη.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ