Την αναστολή εφαρμογής του νέου πτωχευτικού νόμου έως και τις 17 Ιουλίου του 2021 ζητά η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας σε σημερινή επιστολή της προς τον Υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα.
Στην επιστολή, αφού γίνεται αναφορά στις ζοφερές προοπτικές των επιχειρήσεων μετά και το δεύτερο lockdown, επισημαίνεται πως στην σχετική Ευρωπαϊκή οδηγία για το θέμα, προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη έχουν υπό κανονικές κι όχι έκτακτες συνθήκες καταληκτική ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του νόμου μεταφοράς της στο εθνικό δίκαιο τους την 17η Ιουλίου 2021.
Πιο συγκεκριμένα, η Γενική Συνομοσπονδία αναφέρει:
«Τις τελευταίες ημέρες η Ελλάδα και οι επιχειρήσεις βιώνουν μια κατάσταση που είναι τόσο πρωτόγνωρη όσο και δραματική.
Η σταθεροποίηση των καθημερινών θανάτων από Covid-19 σε έναν αριθμό άνω των 40 ασθενών, η ραγδαία αύξηση κρουσμάτων και διασωληνωμένων και οι ενδείξεις ασφυξίας του Εθνικού Συστήματος Υγείας αποτελούν σοκ για την κοινωνία.
Στην οικονομία, η κατάσταση είναι πιο δραματική. Με βάση μετρήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, που πραγματοποιήθηκαν τον Ιούλιο, το 79% των επιχειρήσεων δήλωσε μείωση τζίρου, με την μείωση να φτάνει κατά μέσο όρο 46%, ενώ 117.000 θέσεις εργασίας είχαν ήδη χαθεί. Οι προοπτικές που καταγράφονταν τον Ιούλιο ήταν ζοφερές, με τη 1 στις 4 επιχειρήσεις να δηλώνει πώς το δεύτερο εξάμηνο δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις προς τις τράπεζες και το ενοίκιο. Επίσης, η 1 στις 5 δήλωνε πώς δε θα καταφέρει να αντεπεξέλθει στις ασφαλιστικές και φορολογικές της υποχρεώσεις. Η επιβολή του δεύτερου λοκ ντάουν και η περιρρέουσα αβεβαιότητα για το προσεχές διάστημα, θα συμφωνήσουμε όλοι, πώς επιδεινώνει έτι περαιτέρω μια ήδη ζοφερή κατάσταση.
Οι έκτακτες συνθήκες επιβάλουν έκτακτα μέτρα.
Σε 35 εργάσιμες ημέρες από σήμερα, 12η Νοεμβρίου 2020, ή σε 22 εργάσιμες ημέρες από τη λήξη του δεύτερου λοκ ντάουν (30 Νοεμβρίου 2020), τίθεται σε ισχύ ο ν. 4738/2020 με τίτλο «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας», τον οποίο ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων.
Με την παρούσα αιτούμαστε την αναστολή εφαρμογής του νόμου έως την 17η Ιουλίου 2021. Η πρότασή μας για αναστολή εφαρμογής του νόμου δεν εδράζεται μόνο στις συνθήκες διπλής κρίσης (υγειονομικής και οικονομικής) που βιώνει η χώρα κι εν συντομία παραθέσαμε παραπάνω.
Εδράζεται επίσης:
α) στο εξαιρετικά περιορισμένο χρονικό πλαίσιο που απομένει εντός του οποίου πρέπει να εκδοθούν κρίσιμοι κανόνες παράγωγου δικαίου (ΚΥΑ, ΥΑ, Εγκύκλιοι). Είναι παραπάνω από πιθανός ο κίνδυνος να βρεθούν προ απροόπτου οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, μεταξύ των οποίων οι πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις επιχειρήσεις, που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις για πτωχεύσεις «μικρού» αντικειμένου κι οποίες πλέον αυτοματοποιούνται.
β) στην Οδηγία (ΕΕ) 1023/20.6.2019 (L172/18) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «Περί πλαισίου για τη προληπτική αναδιάρθρωση, την απαλλαγή από τα χρέη και τις ανικανότητες ή την έκπτωση οφειλετών, καθώς και περί μέτρων βελτίωσης των διαδικασιών αυτών και για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 (Οδηγία για την αναδιάρθρωση και την αφερεγγυότητα)» την οποία ο ν. 4738/2020 ενσωμάτωσε στο εθνικό δίκαιο. Ωστόσο, στο άρ. 31, παρ. 1 της Οδηγίας προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη έχουν υπό κανονικές κι όχι έκτακτες συνθήκες καταληκτική ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του νόμου μεταφοράς της στο εθνικό δίκαιο τους την 17η Ιουλίου 2021. Στη δε παρ. 2 προβλέπει ακόμη και δικαίωμα ετήσιας παράτασης, ως τις 17 Ιουλίου 2022: «για τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες κατά την εφαρμογή της». Είναι μια πρόβλεψη στην οποία εμπίπτει πλήρως η ελληνική οικονομία.
Δοθέντων όλων των παραπάνω, που συνάδουν με το επικρατούν κλίμα στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και την κοινωνία, παρακαλούμε για την αποδοχή του εύλογου, νόμιμου και δίκαιου αιτήματός μας. Η ικανοποίηση του αιτήματός μας κρίνουμε πώς θα δείξει ότι η ελληνική Πολιτεία έχει συναίσθηση των έκτακτων καταστάσεων οι οποίες δοκιμάζουν τις αντοχές της κοινωνίας και της οικονομίας».