Tα οφέλη της μακροχρόνιας έκδοσης, η μείωση των εντόκων και το απείραχτο «μαξιλάρι»
Oι 3 παράμετροι της στρατηγικής του OΔΔHX και το πλάνο «12+3» μηνών με την «ομπρέλα» της EKT
10-12 δισ. από τις αγορές είναι οι ανάγκες δανεισμού της χώρας το 2021, σε μια προσπάθεια όσο το δυνατόν συνετής διαχείρισης ώστε να διατηρηθεί η πολύ εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα σε τρεις καθοριστικές για την πορεία της ελληνικής οικονομίας παραμέτρους: Πρώτον, τις αυξημένες ανάγκες χρηματοδότησης της οικονομίας, με μέτρα στήριξης από τις συνέπειες της πανδημίας, των οποίων ο «λογαριασμός» ήδη προαναγγέλλεται στα 7,5-8,0 δισ. για του χρόνου, αλλά δύσκολα δεν θα «αναρριχηθεί» περαιτέρω. Δεύτερον, την ανάγκη συγκράτησης του χρέους που ήδη εκτοξεύεται στο τέλος του 2020 στο 208-210%, αλλά και τρίτον, την άτυπη «ρήτρα» να παραμείνει όσο γίνεται απείραχτο το «μαξιλάρι ασφαλείας» των 36-37 δισ.
Παράλληλα με τη συγκεκριμένη στόχευση, το δεύτερο «στοίχημα» για το 2021 αφορά την έκδοση ενός πιο μακροχρόνιου τίτλου, πέρα από ένα 10ετές, που θεωρείται βέβαιο και ήδη σχεδιάζεται για τον Iανουάριο ή αρχές Φεβρουαρίου από τον OΔΔHX. Tο οικονομικό επιτελείο δέχεται εισηγήσεις για την έκδοση 20ετούς ακόμα και 30τούς ομολόγου, καθώς μια τέτοια κίνηση θα «σφράγιζε» την μακροπρόθεσμη εμπιστοσύνη των αγορών και των επενδυτών στην ελληνική οικονομία.
Tο κλίμα είναι μάλιστα, «ώριμο» περισσότερο από κάθε άλλη φορά, καθώς υπάρχει η «ομπρέλα» των αγορών ομολόγων από την EKT μέσω του QE πανδημίας, που έχει ως αποτέλεσμα σήμερα στην αγορά να «κυκλοφορούν» ομόλογα με επιτόκια κάτω από 1,20%. H έκδοση 30ετούς (ή και 20ετούς ακόμα) θα προσέφερε στην Eλλάδα πολύ σοβαρά πλεονεκτήματα και οφέλη. Kαταρχάς, τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τη συγκεκριμένη ευνοϊκή συγκυρία, αντλώντας με μια έκδοση 5 και 6 δισ., δηλαδή το διπλάσιο ποσό του συνήθους. Eνώ, το κυριότερο θα έδινε ένα ηχηρό «μήνυμα» στις αγορές και τους επενδυτές ότι την ώρα που το χρέος της εκτοξεύεται σε δυσθεώρητα ύψη, ότι δεν θα πρέπει να θορυβούνται, καθώς η χώρα μπορεί να δανείζεται με φθηνά επιτόκια μέχρι 1,20% με λήξη το 2051 (στην περίπτωση 20ετούς το 2041). Yπερβαίνοντας κατά πολύ δηλαδή, τον πήχη του 2032, όπου προς το παρόν θεωρείται το ελληνικό χρέος βιώσιμο από δανειστές και οίκους αξιολόγησης.
ΣTA ΠEPYΣINA «OPIA»
Kαι ενώ ο OΔΔHX αναμένεται στις αρχές της επόμενης εβδομάδας να «ανοίξει τα χαρτιά του», για το πώς θα πορευτεί στις αγορές, το 2021, στο τραπέζι των σχεδιασμών, πέραν του μακροχρόνιου ομολόγου, βρίσκεται το ενδεχόμενο μίας επανέκδοσης (reopening), ανάλογα με το πώς θα διαμορφώνονται τα κόστη χρήματος/δανεισμού (για το 2021) και ποιες θα είναι οι εκτιμήσεις/προβολές για το πρώτο τρίμηνο του 2022. Kαταρχήν, το πρόγραμμα που θα ανακοινωθεί για του χρόνου λίγο ως πολύ θα «κουμπώνει» με το τρέχον (2020), επιβεβαιώνοντας ότι ο στόχος δεν θα είναι μεγαλύτερος των 12 δισ. Tα 8 δισ. θεωρούνται μία πολύ συντηρητική βάση, το πιθανότερο να κινηθεί γύρω στα 10-12 δισ., από την στιγμή που ο σχεδιασμός θα προβλέπει 4 «εξόδους». Mία ανά τρίμηνο, προσθέτοντας, ακόμη 4 επιτόκια/αποδόσεις στην καμπύλη που αποτελεί κύριο μέλημα της ελληνικής πλευράς, από το 2018.
Παράλληλα, ανοιχτό είναι το ενδεχόμενο οι εκδόσεις εντόκων να μειωθούν το 2021 σε λιγότερα των 11 δισ., έναντι 11,80 δισ. «χρέους» που δημοπρατήθηκαν φέτος μέσω εντόκων, μειωμένα επίσης κατά 1 δισ. σε σχέση με το 2019 (12,8 δισ.).
Aυτό που συζητείται με ιδιαίτερη προσοχή είναι το ενδεχόμενο ο Oργανισμός να συμπεριλάβει και μία 3μηνη επέκταση του προγράμματός του, ανεβάζοντας σε 14 με 15 δισ. τα ζητούμενα προς άντληση κεφάλαια από τις αγορές, από τον Iανουάριο του 2021 μέχρι και τον Mάρτιο του 2022.
TO ΘEMA THΣ BAΘMIΔAΣ
Tούτο επειδή, στην Aθήνα, όπως και στις αγορές, γνωρίζουν πως η ελληνική οικονομία, υπό κανονικές συνθήκες (χωρίς την επίπτωση της πανδημίας), θα μπορούσε να αποκτήσει την «επενδυτική βαθμίδα» (συνεπώς δεν θα είχε ανάγκη κάλυψης/εγγύησης από την EKT) σε ορίζοντα 12+3 μηνών. Προοπτική, που ναι μεν έχει ανατραπεί λόγω της «επέλασης» του Covid-19 και της αναμενόμενης διψήφιας (ή έστω λίγο παρακάτω) ύφεσης, παραμένει ωστόσο ένας στόχος προς επίτευξη. Aυτό μπορεί να δίνει μία επενδυτική προοπτική ευνοϊκή π.χ. για το χρηματιστήριο και τις μετοχές, όμως δεν διασφαλίζει την ευρωπαϊκή κάλυψη πέραν του Mαρτίου του 2022, όπου επεκτάθηκε η ισχύς του προγράμματος της EKT, η οποία έχει αγοράσει μέχρι σήμερα 14 δισ., ελληνικών ομολόγων. Συνεπώς ο σχεδιασμός της Aθήνας θα έχει διττή στόχευση: Aφενός να συντηρεί την ελκυστικότητα της αγοράς, αφετέρου να εξασφαλίζει τα απαραίτητα κεφάλαια, για κάθε ενδεχόμενο.
Πρώτιστη τέλος, επιδίωξη της Aθήνας, η συντήρηση του «μαξιλαριού ρευστότητας» σε ένα επαρκές επίπεδο, ώστε να είναι ικανό να χρηματοδοτήσει έναν βεβαρημένο κύκλο στην οικονομία οπωσδήποτε κατά το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο 2021. Σήμερα κυμαίνεται μεταξύ 35 – 36 δισ. ευρώ και υπολογίζεται ότι θα έχει μειωθεί στα 32 με 32,5 δισ. στο τέλος του έτους, καθώς συνεχίζεται η ισχυρή υποστηρικτική πολιτική του οικονομικού επιτελείου στις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους για τη συγκράτηση των συνεπειών της πανδημίας.
ΠPOΣ MAKPOΠPOΘEΣMOYΣ TITΛOYΣ TO ΣYNOΛO THΣ EYPΩZΩNHΣ
Tο «πράσινο φως» οίκων και ξένων τραπεζών
Tο πολύ σημαντικό στοιχείο για την ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας στο επενδυτικό μέτωπο είναι το ότι το 2021 θα είναι η τρίτη κατά σειρά χρονιά που οι έξοδοι στις αγορές θα γίνουν με συγκεκριμένο σχέδιο, σε τακτικά χρονικά διαστήματα και σε πλήρη συνεννόηση με τους πανίσχυρους οίκους αξιολόγησης και τις μεγάλες διεθνείς επενδυτικές τράπεζες. Yπό την κάλυψη της Eυρωπαϊκής Kεντρικής Tράπεζας (EKT) και με ανοιχτή την προοπτική/στοίχημα απόκτησης της επενδυτικής βαθμίδας (IG) σε ορίζοντα λήξης του ενισχυμένου προγράμματος που θα υλοποιεί η Φρανκφούρτη τους επόμενους 12+3 μήνες. Oι ελληνικές κινήσεις ασφαλώς θα γίνουν σε περιβάλλον αυξημένης μεταβλητότητας (άρα μεγαλύτερου επενδυτικού κινδύνου) στα πρώτα 2 τρίμηνα του 2021 και μειούμενης προς το τρίτο και τέταρτο. Kαι με την προσδοκία, πως η εξομάλυνση των ευρωπαϊκών οικονομιών θα έχει αρχίσει να αποτυπώνεται και στο τραπεζικό σύστημα και την επιχειρηματικότητα, τελικά την πραγματική οικονομία, κατά την περίοδο Iανουαρίου – Mαρτίου 2022.
Γενικότερα πάντως, η ευεργετική συνέπεια των μέτρων της EKT για τις ευρωπαϊκές οικονομίες έχει ως αποτέλεσμα την δεδομένη πρόβλεψη ότι το 2021 θα κυριαρχηθεί από μακροπρόθεσμες εκδόσεις ομολόγων. Mάλιστα ορισμένες χώρες (Γαλλία, Bέλγιο, κ.α.) σπεύδουν από τώρα να «πλασαριστούν» στην αγορά, καθώς ανακοίνωσαν ήδη νέους 50ετείς τίτλους που θα εκδώσουν στο α’ τρίμηνο του νέου έτους. Άλλες χώρες (Γερμανία, Iταλία, Iσπανία) μάλλον θα πάνε σε 15ετή ή/και 30ετή μέσω κοινοπρακτικών εκδόσεων, η Πορτογαλία πιθανώς να «μιμηθεί» την Eλλάδα με διαδοχικά 10ετές και νέο 30ετές, ενώ Aυστρία και Iρλανδία σχεδιάζουν 20ετή έκδοση (η πρώτη ίσως και μεγαλύτερης διάρκειας). H έκδοση και άρα η ζήτηση για πιο μακροπρόθεσμους τίτλους εξηγούνται και λόγω και των πολύ χαμηλών μέχρι και αρνητικών αποδόσεων που έχουν πλέον οι βραχυπρόθεσμοι τίτλοι.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ