Η θεσμοθέτηση του “ελεγκτή νομιμότητας” των μελών (αιρετών και μη) των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και ο τρόπος οργάνωσης των αυτοτελών Υπηρεσιών Εποπτείας των ΟΤΑ που θα λειτουργήσουν σύμφωνα με τον “Καλλικράτη” από 1.1.2011 στην έδρα κάθε αποκεντρωμένης διοίκησης, κρίθηκε νόμιμος από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το Ε’ Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου αφού επεξεργάστηκε το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για το εν λόγω θέμα εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 244/2010 γνωμοδότησή του (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Κ. Μενουδάκος και εισηγητής ο πάρεδρος Δ. Βασιλειάδης).
Με την επίμαχη γνωμοδότηση δόθηκε το “πράσινο φως” για την λειτουργία των αυτοτελών υπηρεσιών εποπτείας των ΟΤΑ, οι οποίες θα υπάγονται απευθείας στον υπουργό Εσωτερικών. Στις επίμαχες υπηρεσίες θα προΐσταται “ελεγκτής νομιμότητας” οι οποίοι θα είναι ανώτατοι υπάλληλοι με πενταετή θητεία.
Μεταξύ των αρμοδιοτήτων της νεοσύστατης υπηρεσίας είναι ο έλεγχος νομιμότητας των πράξεων των οργάνων των ΟΤΑ και ο πειθαρχικός έλεγχος των αιρετών μελών της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Σύμφωνα με το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος, σε κάθε Αυτοτελή Υπηρεσία Εποπτείας ΟΤΑ συνιστώνται θέσεις μονίμων υπαλλήλων κατηγοριών Π.Ε., Δ..Ε και Υ.Ε., οι οποίοι διορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2190/1994 (άρθρο 217). Η υπηρεσία αυτή διαρθρώνεται από τρεις Διευθύνσεις και, συγκεκριμένα, από τις Διευθύνσεις Γενικών Υποθέσεων, Οικονομικών Υποθέσεων και Τεχνικών Υποθέσεων.
Ειδικότερα, η Διεύθυνση Γενικών Υποθέσεων έχει ως αρμοδιότητες “τον πειθαρχικό έλεγχο των αιρετών, την άσκηση του υποχρεωτικού και αυτεπάγγελτου ελέγχου νομιμότητας των πράξεων των μονομελών και των συλλογικών οργάνων των ΟΤΑ και την εξέταση προσφυγών για τα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας των ΟΤΑ, στα οποία περιλαμβάνονται και τα της εκλογής οργάνων τους”.
Επίσης, η Διεύθυνση Οικονομικών Υποθέσεων έχει ως αρμοδιότητες “την άσκηση του υποχρεωτικού και αυτεπάγγελτου ελέγχου νομιμότητας και την εξέταση προσφυγών που αφορούν στους φόρους, στα τέλη, τα δικαιώματα και τους λοιπούς πόρους, την οικονομική διοίκηση και διαχείριση, την ακίνητη περιουσία των ΟΤΑ, τη διαδικασία κατάρτισης και υλοποίησης των επιχειρησιακών προγραμμάτων και τις συμβάσεις, καθώς και την έκδοση οδηγιών για τη διασφάλιση της νομιμότητας επί θεμάτων του κύκλου των αρμοδιοτήτων της”.
Ακόμη, η Διεύθυνση Τεχνικών Υποθέσεων έχει ως αρμοδιότητες “την άσκηση του υποχρεωτικού και αυτεπάγγελτου ελέγχου νομιμότητας και την εξέταση προσφυγών που αφορούν στα έργα, τις μελέτες των έργων, και τις υπηρεσίες του ν. 3316/2005, τα θέματα των αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, τα θέματα περιβάλλοντος και αγροτικής ανάπτυξης, καθώς και την έκδοση οδηγιών για την διασφάλιση της νομιμότητας επί θεμάτων του κύκλου αρμοδιοτήτων της”.
Παράλληλα, η απόσπαση υπαλλήλων της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας ΟΤΑ σε υπηρεσίες του Δημοσίου ή Δημόσιων Νομικών Προσώπων κάθε μορφής, δεν επιτρέπεται, όπως δεν επιτρέπεται η απόσπαση υπαλλήλων της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας, σε γραφεία υπουργών, αναπληρωτών υπουργών, υφυπουργών, γενικών και ειδικών γραμματέων, καθώς και σε γραφεία βουλευτών ή ελλήνων βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κομμάτων και κοινοβουλευτικών ομάδων.
Όμως, είναι δυνατή η απόσπαση υπαλλήλων Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας σε άλλη Αυτοτελή Υπηρεσία Εποπτείας, για υπηρεσιακούς λόγους, με απόφαση του υπουργού Εσωτερικών, μετά από εισήγηση του Ελεγκτή Νομιμότητας της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας στην οποία αποσπάται ο υπάλληλος και σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του άρθρου 219 του ν. 3852/2010. Η διάρκεια της απόσπασης δεν δύναται να υπερβαίνει τα δύο έτη, ενώ νέα απόσπαση του ίδιου υπαλλήλου δεν επιτρέπεται πριν από την πάροδο πέντε ετών από την λήξη της προηγούμενης απόσπασης.
Τέλος, είναι δυνατή, κατ’ εξαίρεση, η απόσπαση υπαλλήλων της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας για προσωπικούς λόγους, με απόφαση του υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση συναρμόδιου υπουργού, μετά από εισήγηση του Ελεγκτή Νομιμότητας της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας από την οποία αποσπάται ο υπάλληλος και σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου του άρθρου 219 παρ. 1 του ν. 3852/2010, όπως εκάστοτε ισχύει, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει το ένα έτος. Νέα απόσπαση του ίδιου υπαλλήλου δεν επιτρέπεται πριν από την πάροδο πέντε ετών από την λήξη της προηγούμενης.