-H διατήρηση της ποιότητας δικτύου και της θετικής εμπειρίας των χρηστών, αναδεικνύονται ως στόχοι ζωτικής σημασίας για τις εταιρείες τηλεπικοινωνιών παγκοσμίως
-78% των στελεχών στον κλάδο των τηλεπικοινωνιών παγκοσμίως, επανεξετάζουν τα σχέδια ψηφιακού μετασχηματισμού του οργανισμού τους, εν μέσω πανδημίας
-Οι γεωπολιτικές αναταραχές και οι μεταβαλλόμενες προτεραιότητες προστασίας της ιδιωτικότητας, μεταξύ των κορυφαίων προκλήσεων
Παρότι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι παγκοσμίως φαίνεται να ανταποκρίθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, στην αυξημένη ζήτηση δεδομένων κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η διατήρηση της ανθεκτικότητας των υποδομών και η επέκταση της κάλυψης των δικτύων, αναδύονται ως οι σημαντικότερες προκλήσεις, σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη της ΕΥ, Top 10 risks in telecommunications 2020, η οποία αξιολογεί τους κορυφαίους κινδύνους που αντιμετωπίζει ο κλάδος των τηλεπικοινωνιών σήμερα.
Η αρχική φάση των lockdown λόγω της πανδημίας σε ολόκληρο τον κόσμο προκάλεσε απότομη αύξηση της κίνησης δεδομένων στα δίκτυα, έως και 70%[1]. Την περίοδο αυτή, οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών επιτέλεσαν με επιτυχία έναν κοινωνικό ρόλο, παρέχοντας συνδεσιμότητα και επιτρέποντας την εξ αποστάσεως επικοινωνία, τη διατήρηση των κοινωνικών επαφών και την τηλεργασία. Παρόλα αυτά, και καθώς το 42% των καταναλωτών στο Ηνωμένο Βασίλειο θεωρούν ότι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι θα πρέπει να επικεντρωθούν στην ποιότητα των ευρυζωνικών συνδέσεων, και το 32% των καταναλωτών στις Ηνωμένες Πολιτείες δηλώνουν επιφυλακτικοί ως προς την αξιοπιστία της σύνδεσης και την ταχύτητα του οικιακού δικτύου τους[2] από τότε που ξεκίνησε η πανδημία, διαφαίνεται ότι οι εταιρείες του κλάδου θα πρέπει να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες για να διατηρήσουν τη θετική αντίληψη των πελατών για τις υπηρεσίες που λαμβάνουν σήμερα.
Ο μετασχηματισμός εν μέσω γεωπολιτικής αναταραχής, ως προτεραιότητα και, ταυτόχρονα, κίνδυνος
Η αδυναμία κλιμάκωσης δράσεων ψηφιακού μετασχηματισμού, βρίσκεται στη δεύτερη θέση της σχετικής κατάταξης των κορυφαίων προκλήσεων, που παρουσιάζει η έκθεση της EY. Η πανδημία του COVID-19 έχει επηρεάσει τα σχέδια των οργανισμών, με το 78% των εταιρειών τηλεπικοινωνιών να επαναξιολογούν ή να αναπροσαρμόζουν το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης προγραμμάτων αυτοματοποίησης και ψηφιακού μετασχηματισμού[3]. Επιπλέον, ως πρόσθετα εμπόδια στην υλοποίηση δράσεων μετασχηματισμού καταγράφονται η ανεπάρκεια δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού στην ανάλυση δεδομένων και τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Η αδυναμία επαρκούς αντιμετώπισης των συνεπειών των αναταραχών που προκαλούνται από γεωπολιτικά γεγονότα, αλλά και από τον εντεινόμενο ανταγωνισμό, βρίσκεται στην ένατη θέση της κατάταξης, αποτελώντας, παράλληλα, τη βάση των υπόλοιπων προκλήσεων που καταγράφει η έκθεση. Καθώς η εφοδιαστική αλυσίδα επηρεάζεται όλο και περισσότερο από τους διεθνείς εμπορικούς ανταγωνισμούς, υπάρχουν ανησυχίες ότι η ανάπτυξη των δικτύων και λύσεων 5G θα μπορούσε να καθυστερήσει, εξαιτίας ανάλογων θεμάτων στην προμήθεια δικτυακού εξοπλισμού. Παράλληλα, ο εντεινόμενος ανταγωνισμός περιλαμβάνει τις εταιρείες τεχνολογίας που προσπαθούν να αποκτήσουν μεγαλύτερο έλεγχο στις αλυσίδες αξίας του κλάδου των τηλεπικοινωνιών, αλλά και νεοεισερχόμενους παίκτες στην αγορά της κινητής τηλεφωνίας που, στην προσπάθειά τους να διεκδικήσουν μερίδιο αγοράς, προσφέρουν μειωμένες τιμές.
Η οικοδόμηση εμπιστοσύνης και η ορθή επικοινωνία των σχεδίων για το 5G, αποτελούν κρίσιμες προτεραιότητες
Στην πέμπτη θέση της κατάταξης βρίσκονται οι κίνδυνοι που συνδέονται με τις αυξανόμενες απαιτήσεις ως προς την προστασία της ιδιωτικότητας, την ασφάλεια δεδομένων και την εμπιστοσύνη. Λιγότεροι από τους μισούς καταναλωτές (47%) στο Ηνωμένο Βασίλειο πιστεύουν ότι έχουν πλήρη έλεγχο των διαδικτυακών τους δεδομένων, ενώ οι αυξανόμενες αναφορές για ζητήματα απορρήτου που σχετίζονται με εφαρμογές ιχνηλάτησης επαφών και πλατφόρμες βιντεοκλήσεων, αύξησαν τις ανησυχίες για την προστασία της ιδιωτικότητας, κατά τη διάρκεια της πανδημίας[4]. Η μελέτη της EY υπογραμμίζει ότι ο κλάδος των τηλεπικοινωνιών τείνει να υποτιμά τη σχέση μεταξύ αύξησης της εμπιστοσύνης και αύξησης των εσόδων, με σχεδόν τις μισές (46%) εταιρείες του κλάδου να αντιλαμβάνονται την κυβερνοασφάλεια, όχι ως μια δράση που μπορούν να αναλάβουν προληπτικά, αλλά ως άσκηση συμμόρφωσης ή ως μέτρο που προκύπτει αναγκαστικά έπειτα από σχετικά περιστατικά[5].
Την έβδομη θέση της κατάταξης καταλαμβάνει η αναποτελεσματική διείσδυση σε κάθετες κλαδικές αγορές και στον δημόσιο τομέα μέσω του 5G, κάτι που, ως επί το πλείστον, οφείλεται στον χαμηλό βαθμό ενημέρωσης γύρω από τα οφέλη του 5G. Το 80% των επιχειρήσεων, πιστεύουν ότι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι πρέπει να διαμορφώσουν ένα πιο συνεκτικό σχέδιο γύρω από τη χρήση της τεχνολογίας 5G και την ανάπτυξη κλαδικών λύσεων, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος[6].
Μεταξύ των 10 κορυφαίων προκλήσεων για τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών, περιλαμβάνονται, επίσης:
► η ανάγκη επαναπροσδιορισμού του σκοπού του ανθρώπινου δυναμικού και επίτευξης συμμετοχικότητας (τρίτη θέση),
► η χαμηλή απόδοση των κεφαλαιουχικών δαπανών και των κερδών δικτύου (τέταρτη θέση),
► η διαχείριση των προσδοκιών των επενδυτών και των υπόλοιπων ενδιαφερομένων μερών (έκτη θέση),
► η αδυναμία προσαρμογής σε ένα μεταβαλλόμενο ρυθμιστικό τοπίο (όγδοη θέση),
► και η αποτυχία των εταιρειών να επωφεληθούν των αλλαγών που συντελούνται στις δομές της αγοράς (δέκατη θέση).
Αναφερόμενος στα ευρήματα της μελέτης, ο Γιώργος Αποστολάκης, Εταίρος στο Τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών και Επικεφαλής του κλάδου Τεχνολογίας, Media και Τηλεπικοινωνιών της ΕΥ Ελλάδος, σχολιάζει: «Στη διάρκεια της πανδημίας, οι εταιρείες τηλεπικοινωνιών ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στην απότομη αύξηση της ζήτησης δεδομένων μέσω των δικτύων τους, που παρατηρήθηκε εξαιτίας των αναγκών της τηλεργασίας, της ψηφιακής ψυχαγωγίας και της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Ο κρίσιμος ρόλος των εταιρειών τηλεπικοινωνιών στην αντιμετώπιση της πανδημίας, ενίσχυσε την εικόνα τους μεταξύ των καταναλωτών, αλλά και τις σχέσεις τους με τα διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη. Όμως, η ανάκαμψη σε έναν μετά-COVID-19 κόσμο, θα απαιτήσει νέες στρατηγικές και προσεγγίσεις, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικών προκλήσεων και εντεινόμενου εμπορικού ανταγωνισμού, όπου οι καταναλωτικές συνήθειες μεταβάλλονται διαρκώς. Η έμφαση μετατίθεται, πλέον, από την ταχύτητα, στην αξιοπιστία, ενώ η ανθεκτικότητα, καθώς και η ποιότητα του δικτύου, καθίστανται κορυφαίες προτεραιότητες».