Το Ινστιτούτο Reuters για την Μελέτη της Δημοσιογραφίας έδωσε στη δημοσιότητα χθες την ετήσια έκθεση του για την Ψηφιακή Ενημέρωση, με βασικό συμπέρασμα ότι η πανδημία του κορωνοϊού προκάλεσε δίψα για αξιόπιστες ειδήσεις.
Σε μια περίοδο παγκόσμιας κρίσης μια σαφής πλειονότητα ανθρώπων επιθυμεί οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί να είναι αμερόληπτοι και αντικειμενικοί. Η εμπιστοσύνη στις ειδήσεις αυξήθηκε στην διάρκεια της πανδημίας, ειδικά στη Δυτική Ευρώπη, ενισχύοντας τους οργανισμούς εκείνους που φημίζονται για την αξιόπιστη ειδησεογραφία, παρότι η δυσπιστία ήταν ιδιαίτερα εμφανής στα πολωμένα μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ.
Αντιθέτως στηνΕλλάδα, μόλις 32% εμπιστεύεται εν γένει τις ειδήσεις στα ψηφιακά ΜΜΕ (χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ μετά το 30% Γαλλίας και Ουγγαρίας) και ακόμη χειρότερα, μόλις 12% πληρώνει για αυτή την ψηφιακή ενημέρωση. Γι’ αυτό τον λόγο άλλωστε, ο μέσος Έλληνας συμμετέχων στην έρευνα δήλωσε ότι χρησιμοποιεί περισσότερες ψηφιακές πηγές ενημέρωσης από οποιονδήποτε άλλον στις 46 χώρες που συμμετείχαν, πλην της Κένυας.
Παρά την έλλειψη αξιοπιστίας και τα τεράστια οικονομικά προβλήματα στα ΜΜΕ, το 32% μόνο προβληματίζεται για την έλλειψη οικονομικής αυτάρκειας των ΜΜΕ και μόλις 27% θεωρεί ότι πρέπει να λαμβάνουν ενίσχυση από την κυβέρνηση. Αυτός είναι και ο λόγος που η κατά 73% διείσδυση των ψηφιακών μέσων στην ενημέρωση, αφορά κυρίως τα Social Media. Από αυτά ενημερώνεται το 69%, με το 37% να μεταδίδει το ίδιο τις ειδήσεις μέσω social media και email. Οι πλέον χρησιμοποιούμενες πλατφόρμεςγια ειδήσεις είναι: 52% Facebook, 33% Youtube, 23% Messenger, 23% Viber, 15% Instagram, 12% Twitter.
Στις παθογένειες που περιγράφει η έκθεση περιλαμβάνεται η εξάρτηση από την κυβέρνηση: Το Reuters θυμίζει ότι 54% των πολιτών εναντιώνεται στις κρατικές ενισχύσεις ΜΜΕ όπως αυτή για το «Μένουμε Σπίτι», θυμίζοντας ότι σε πάνω από τις μισές περιπτώσεις για τους 1.232 ωφελούμενους οργανισμούς, δόθηκε σε όχι πιστοποιημένα ΜΜΕ. Την ίδια ώρα, αναφέρεται τόσο στην δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ότι τα social media είναι «απειλή για τη Δημοκρατία».
Αναφορά γίνεται και στην εμπλοκή των ΜΜΕ στην πολιτική σκηνή, για τον τρόπο κάλυψης των ειδήσεων από τα κρατικά ΜΜΕ και την πολιτική σύγκρουση στην προσπάθεια να ρυθμιστεί το τηλεοπτικό τοπίο, αλλά και στην εμπλοκή μεγάλων συμφερόντων στα ΜΜΕ, όπως στην απόκτηση πολλών ιστορικών τίτλων, παραδοσιακών και ψηφιακών, από τον Βαγγέλη Μαρινάκη. Αξιοσημείωτη, τέλος, είναι η επισήμανση ότι σε αντίθεση με άλλες χώρες, στην Ελλάδα τα ΜΜΕ φαίνεται να καλύπτουν μεν τις αποκαλύψεις που αφορούν σεξουαλική παρενόχληση, βιασμούς κτλ., χωρίς αντίστοιχο κύμα αποκαλύψεων στον δικό τους, δημοσιογραφικό κόσμο και χωρίς ερευνητικά ρεπορτάζ που να εμβαθύνουν περισσότερο στις αποκαλύψεις που έχουν πραγματοποιηθεί από άλλα πρόσωπα.
Σημειώνεται ότι το Ινστιτούτο Reuters για την Μελέτη της Δημοσιογραφίας είναι ένα ερευνητικό κέντρο στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, που παρακολουθεί τις τάσεις στα μέσα ενημέρωσης.
Το Ίδρυμα Thomson Reuters, ο φιλανθρωπικός βραχίονας του Thomson Reuters, χρηματοδοτεί το Ινστιτούτο Reuters. Η έρευνα του για την Ψηφιακή Ενημέρωση καλύπτει μέσω ερηματολογίων 46 χώρες, μεταξύ τους σχεδόν το σύνολο της ΕΕ.