Παρά τη μέτρια μείωση του ρυθμού αγοράς ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP, η ΕΚΤ θα διατηρήσει τη χαλαρή νομισματική πολιτική της για μεγάλο χρονικό διάστημα αναφέρει η Pimco σε ενημερωτικό της σημείωμα για τις σημερινές ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζα.
Όπως αναφέρει η επενδυτική τράπεζα η αγορά προεξοφλεί μια πρώτη αύξηση επιτοκίων κατά 10 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο του 2023, πολύ αργότερα δηλαδή από την Fed ή την Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας (BoE), κάτι που η Pimco χαρακτηρίζει απόλυτα λογικό καθώς εκτιμά ότι η ζώνη του ευρώ βρίσκεται δομικά πιο κοντά στην Ιαπωνία και εξαιτίας αυτού αναμένει μεταγενέστερη αύξηση των επιτοκίων.
Όπως αναφέρει η Pimco καθοριστικής σημασίας για τη στάση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ είναι το συνολικό ποσό των καθαρών αγορών περιουσιακών στοιχείων, ενώ ο καταμερισμός του ποσού μεταξύ των διαφόρων προγραμμάτων χαρακτηρίζεται ως πολιτική απόφαση. Μπορεί τα ονόματα των προγραμμάτων και τα μηνιαία ποσά αγοράς assets να αλλάζουν ανάλογα με τις συνθήκες χρηματοδότησης και τις προοπτικές του πληθωρισμού, ωστόσο όπως αναφέρει η Pimco η ΕΚΤ πιθανότατα θα συνεχίσει να αγοράζει assets για τα επόμενα χρόνια και, παρόμοια με την Τράπεζα της Ιαπωνίας, οι αξιολογήσεις βιωσιμότητας της πολιτικής της θα αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία.
Η Pimco διατηρεί την εκτίμησή της ότι η ΕΚΤ θα έχει τη δυνατότητα να μειώσει το ρυθμό μηνιαίων καθαρών αγορών, το δεύτερο τρίμηνο του 2022 στα 60 δισ. ευρώ το μήνα (από 80 δισ. σήμερα).
Συμφωνα με την επενδυτική τράπεζα η συνεδρίαση του Δεκεμβρίου θα είναι καθοριστική καθώς η ΕΚΤ θα πρέπει να ξεκινήσει την προετοιμασία της για τη «ζωή μετά το PEPP». Η ΕΚΤ πιθανότατα θα τερματίσει τις αγορές στο πλαίσιο του PEPP το 2022 και θα επαναφέρει πιο συμβατικά εργαλεία αγοράς περιουσιακών στοιχείων προκειμένου να στηρίξουν τη νομισματική πολιτική μετά την πανδημία. Ως αντιστάθμιση η εξέλιξη αυτή θα οδηγήσει στην αύξηση των αγορών στο πλαίσιο του προγράμματος APP σύμφωνα με την PIMCO.