Τι προβλέπουν οι ειδικοί μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου
Ότι η πανδημία βρίσκεται σε ύφεση είπε μιλώντας σήμερα στον Σκάι, ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ, Παναγιώτης Αρκουμανέας λέγοντας ωστόσο ότι ο χειμώνας είναι μπροστά μας.
«Βλέπουμε ότι το τελευταίο διάστημα έχουμε μία μείωση της επιδημίας την προηγούμενη εβδομάδα είχαμε μια μείωση στον συνολικό αριθμό των κρουσμάτων 7% παρόλο που θέλω να το τονίσω διπλασιάσαμε τον αριθμό των τεστ. Κάναμε σαν χώρα 1.300.000 τεστ την προηγούμενη εβδομάδα που είναι ρεκόρ διπλάσιο από το προηγούμενο. Έχουμε μία πάρα πολύ καλή εικόνα της επιδημιολογικής κατάστασης. Οι περιοχές που μας ανησυχούν είναι η Βόρειος Ελλάδα και κυρίως κάποιες περιοχές με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη», είπε και εξήγησε ότι η τακτική των τοπικών lockdown θα συνεχιστεί στις κόκκινες περιοχές.
Όσον αφορά τα κρούσματα στα παιδιά λόγω της έναρξης της νέας σχολικής χρονιάς είπε: «Ανακοινώσαμε ότι είχαμε την πρώτη εβδομάδα 3500 τεστ τα οποία ήταν το 24% του συνολικού αριθμού των κρουσμάτων. Αυτή η ηλικιακή ομάδα η 4-18 έχει το 25 με 30% των κρουσμάτων καθημερινά. Είχε μία αύξηση 14% θα δούμε και το επόμενο διάστημα γιατί γνωρίζουμε ότι θέλουμε κάποιες ημέρες – εβδομάδες για να δούμε την επίδραση από το άνοιγμα των σχολείων. Το πρωτόκολλο μας είναι αρκετά αυστηρό με πάρα πολύ testing».
«Η πανδημία βρίσκεται σε μια ύφεση είμαστε στο φθινόπωρο και έχουμε και το χειμώνα, θυμόμαστε ότι και πέρυσι το δεύτερο κύμα ξεκίνησε περί τα τέλη Οκτωβρίου προετοιμαζόμαστε βλέπουμε ενέργειες που γίνονται και για το ΕΣΥ», είπε ακόμη.
Ο ίδιος εκτίμησε πως τις επόμενες δύο εβδομάδες τα κρούσματα θα παραμείνουν στα σημερινά επίπεδα και δεν αναμένεται κάποια ιδιαίτερη αύξηση μέχρι και το τέλος του Σεπτέμβρη.
«Δεν προβλέπεται κάποια αύξηση μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου», είπε και πρόσθεσε ότι πέρυσι παρατηρήθηκε ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων μέσα σε δέκα ημέρες.
Ο ίδιος μίλησε ακόμη για την αναγκαιότητα να εμβολιαστούν όλο και περισσότεροι πολίτες λέγοντας μάλιστα ότι δεν πρέπει να περιμένουν να αυξηθούν τα κρούσματα πρώτα: «Το εμβόλιο θα μας σώσει ειδικά τώρα που είναι σε μείωση η πανδημία»
Ερωτηθείς για τα πλαστά πιστοποιητικά ο Παναγιώτης Αρκουμανέας είπε: «Μας ανησυχεί. Υπάρχουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και μπορούμε να ελέγξουμε ως ενός βαθμού».
Όσον αφορά την τρίτη δόση του εμβολίου και αν θα αρχίσει να χορηγείται στον γενικό πληθυσμό εξήγησε: «Έχουν βγει συγκεκριμένες οδηγίες. Έχουμε στοιχεία από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς και θα δούμε πως θα πάμε» και έκλεισε λέγοντας πως αυτή τη στιγμή προτεραιότητα έχουν οι δύο δόσεις.
Με το βλέμμα στραμμένο στη βόρεια Ελλάδα βρίσκονται οι επιστήμονες και οι υγειονομικές αρχές καθώς η σαφής αυξητική τάση της επιδημίας, τους προβληματίζει και τους φοβίζει. Η χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη στις περισσότερες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης σε συνδυασμό με το πρώιμο χειμερινό σκηνικό του βόρειου τμήματος της χώρας αποτυπώνεται ήδη στον αριθμό των νέων κρουσμάτων κορωνοϊού και προμηνύει αυξημένες εισαγωγές στα νοσοκομεία. Ήδη επτά Περιφερειακές Ενότητες (ΠΕ) βρίσκονται σε κλοιό περιοριστικών μέτρων σε μία προσπάθεια να ελεγχθεί η επιδημία. Μετά την Πιερία, την Ημαθία, την Πέλλα και την Καβάλα, υπό καθεστώς lockdown τέθηκαν και οι ενότητες Καστοριάς, Ξάνθης και Δράμας.
Το δεύτερο επιδημικό κύμα που ξεκίνησε πέρυσι τον Οκτώβριο από τη Θεσσαλονίκη και εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα δοκιμάζοντας πολλαπλώς το σύστημα υγείας έχει καταχωριστεί ως παράδειγμα διαχείρισης προς αποφυγή. Είναι ενδεικτικό ότι στη Θεσσαλονίκη βρέθηκε προχθές η νέα ηγεσία του υπουργείου Υγείας «χτυπώντας καμπανάκι κινδύνου», όπως είπε χαρακτηριστικά κατά τη χθεσινή ενημέρωση η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, κυρία Μίνα Γκάγκα.
«Τα κρούσματα στη Βόρεια Ελλάδα ανεβαίνουν. Έτσι ξεκινήσαμε και πέρσι και θέλουμε πάση θυσία να αποφύγουμε εφέτος τα πολλά κρούσματα, την πολλή ταλαιπωρία των ασθενών και φυσικά τους θανάτους και όλα αυτά που έγιναν πέρσι» υπογράμμισε η κυρία Γκάγκα. Το πλεονέκτημα του εμβολιασμού σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην υπόλοιπη χώρα στη βόρεια Ελλάδα δεν αξιοποιείται. Διότι όπως παρατήρησε η αναπληρώτρια υπουργός ναι μεν τα τα πράγματα είναι σαφώς καλύτερα με τον εμβολιασμό εφέτος για τη διαχείριση της επιδημίας, ωστόσο τα στοιχεία για τους ασθενείς με λοίμωξη covid-19 στα νοσοκομεία της 4ης Υγειονομικής Περιφέρειας δείχνουν ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα πρόκειται για άτομα που δεν έχουν εμβολιαστεί αποτελώντας εύκολο στόχο για τον κορωνοϊό.
Οι επιβαρυμένες περιοχές και η ιχνηλάτηση των κρουσμάτων
Τον επιδημιολογικό χάρτη της βόρειας Ελλάδας απεικόνισε η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, κυρία Βάνα Παπαευαγγέλου: «στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία παρατηρούμε σημαντική αύξηση των νέων κρουσμάτων την τελευταία εβδομάδα. Καταγράφεται διπλασιασμός των νέων κρουσμάτων στην Ξάνθη, αύξηση κατά 60% στη Κοζάνη και περίπου 40% στη Δράμα, στον Έβρο και στην Πιερία. Το επιδημιολογικό φορτίο στη Θεσσαλονίκη εμφανίζει μία ηπιότερη μεν, αλλά σαφή σταδιακή αύξηση» περιέγραψε η ειδικός.
Σε αντίθετη τροχιά κινείται η πανδημία στην υπόλοιπη χώρα, τόσο στη διασπορά του ιού όσο και την πίεση στο σύστημα υγείας. Χαρακτηριστικά, από τα 2.125 νέα κρούσματα της χθεσινής επιδημιολογικής έκθεσης του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), τα 345 εντοπίζονται στη Θεσσαλονίκη και τα 403 στην Αττική. «Το τελευταίο επταήμερο η Θεσσαλονίκη έχει υπερδιπλάσιο μέσο κυλιόμενο όρο νέων κρουσμάτων αναλογικά με τον πληθυσμό της σε σχέση με την Αθήνα», ανέφερε η κυρία Παπαευαγγέλου.
Η περίπτωση της Β. Ελλάδας δείχνει ότι η «επιδημία μεταξύ των ανεμβολίαστων», όπως χαρακτήρισε την πανδημία η καθηγήτρια, πλέον οδηγείται από την ενδοοικογενειακή διασπορά και τη μετάδοση σε κοινωνικές εκδηλώσεις. Αντίθετα, μικρότερη διασπορά καταγράφεται στους εργασιακούς χώρους, γεγονός που η ειδικός απέδωσε στον δομημένο έλεγχο των ανεμβολίαστων εργαζόμενων.
Παρά τη συνεχιζόμενη πανδημία, το ΕΣΥ βρίσκεται σε πορεία αποκλιμάκωσης, εξαιρουμένων των νοσοκομείων στη βόρεια Ελλάδα όπου καθημερινά οι εισαγωγές είναι περισσότερες από τα εξιτήρια. Ο συνολικός αριθμός των νοσηλευόμενων ήταν το περασμένο 24ωρο 2.044 ασθενείς, με τους 583 να βρίσκονται σε ΜΕΘ – από αυτούς οι 331 διασωληνωμένοι. Περίπου 756 νοσηλευόμενοι, δηλαδή ένας στους τρεις (37%), είναι ηλικίας 45-65 ετών. Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC), οι εμβολιασμοί στις ηλικίες αυτές δεν αγγίζουν το 77%.