Την εξαγορά της βρετανικής Inmarsat έναντι τιμήματος 7,3 δισ. δολαρίων ανακοίνωσε τη Δευτέρα η αμερικανική Viasat, με στόχο τη διεύρυνση των δορυφορικών και των επίγειων υπηρεσιών επικοινωνίας που παρέχει.
Η αλλαγή ιδιοκτησίας της Inmarsat έρχεται μόλις δύο χρόνια αφότου η λονδρέζικη εταιρεία βγήκε από το χρηματιστήριο στο πλαίσιο της εξαγοράς της έναντι 3,4 δισ. δολαρίων από την κοινοπραξία εταιρειών Apax (Βρετανία), Warburg Pincus (ΗΠΑ) και δύο καναδικών συνταξιοδοτικών ταμείων.
Η εξαγορά θα διευρύνει το εύρος υπηρεσιών επικοινωνίας που παρέχει η Viasat, η οποία προσφέρει υπηρεσίες συνδεσιμότητας και επικοινωνιών σε οικιακούς πελάτες και αεροπορικές και αμυντικές εταιρείες, καθώς η Inmarsat εστιάζει στην παροχή δορυφορικών υπηρεσιών επικοινωνιών σε ναυτιλιακούς, αεροπορικούς και κυβερνητικούς φορείς, όπως το υπουργείο Άμυνας της Βρετανίας.
Στο πλαίσιο της συμφωνίας οι μέτοχοι της Inmarsat θα λάβουν μετρητά ύψους 850 εκατ. δολαρίων και περίπου 46,4 εκατομμύρια μετοχές της Viasat αξίας περίπου 3,1 δισ. δολαρίων, με την εισηγμένη στον Nasdaq αμερικανική εταιρεία να αναλαμβάνει επίσης και την εξυπηρέτηση του χρέους ύψους 3,4 δισ. δολαρίων της βρετανικής εταιρείας.
Οι μετοχές της Viasat υποχώρησαν απότομα μετά την ανακοίνωση της εξαγοράς και σημειώνουν πτώση άνω του 12% στη συνεδρίαση της Δευτέρας.