Την ώρα που σε πολιτικό επίπεδο οι αντιδράσεις για τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής είναι ως επί το πλείστον θετικές, σε επίπεδο αναλυτών εκφράζονται αρκετές επιφυλάξεις.
Πολλοί Γερμανοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι δεν μπορεί να γίνεται λόγος για τη μεγάλη τομή και σε καμία περίπτωση για το τέλος της κρίσης χρέους. Όπως σημειώνει ο Αντρέας Φράιταγκ, καθηγητής Οικονομικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Ιένα:
“Όχι, δεν πρόκειται για το τέλος, αλλά για ένα ενδιάμεσο βήμα. Πιστεύω ότι το τέλος της κρίσης χρέους θα έρθει όταν δεν θα υπάρχουν πλέον πακέτα διάσωσης. Τα πακέτα διάσωσης είναι αυτά που κάνουν τις κυβερνήσεις να μην προχωρούν σε μεταρρυθμίσεις”.
Ο καθηγητής υποστηρίζει ότι οι αποφάσεις των Βρυξελλών συνιστούν πρόσκληση προς τους υπόλοιπους αδύναμους κρίκους να επιβραδύνουν τους ρυθμούς των μεταρρυθμίσεων και των περικοπών, καθότι γνωρίζουν ότι στην εσχάτη των περιπτώσεων θα τους σώσουν οι υπόλοιποι.
“Η κρίση χρέους θα έχει λυθεί όταν θα έχει σταματήσει η κοινή ανάληψη ευθυνών. Όσο οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι αναλαμβάνουν τις ευθύνες για τα ελληνικά, πορτογαλικά, ιταλικά και κάποια στιγμή γαλλικά και γερμανικά προβλήματα, δεν πρόκειται να υπάρξει λύση”.
Πρόσκληση για «χαλάρωση»;
Αναμφίβολα δεν πρόκειται για την οριστική λύση του προβλήματος, επισημαίνει από την πλευρά του ο επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank Τόμας Μάγερ. Ο γνωστός οικονομολόγος ωστόσο διαφωνεί με την εκτίμηση του καθηγητή ότι οι αποφάσεις ενδέχεται να οδηγήσουν ορισμένες υπερχρεωμένες χώρες σε μία χαλάρωση των προσπαθειών τους:
“Εάν δείτε την κατάσταση στην Ελλάδα, εάν δείτε τις κρυφές απειλές στο κείμενο συμπερασμάτων ότι η λεπτομερής παρακολούθηση των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα από τρόικα και ΕΕ θα συνεχιστούν, τότε αυτό δεν μπορεί να αξιολογηθεί ως πρόσκληση για χαλάρωση των προσπαθειών”.
Οι δυο ειδικοί ωστόσο συμφωνούν ότι τα κύρια προβλήματα οφείλονται στις διαρθρωτικές αδυναμίες των νοτίων χωρών της ευρωζώνης.
“Η Ελλάδα”, σημειώνει ο καθηγητής Φράιταγκ, “δεν χρειάζεται μόνον κούρεμα αλλά και μια πραγματική υποτίμηση. Και αυτό δεν γίνεται πιθανότατα χωρίς έξοδο από το ευρώ. Βασικά είμαι βέβαιος ότι δεν θα έχουν το ευρώ για πάντα”.
Καθυστερήσεις και αναβλητικότητα
“Το σημαντικότερο”, υποστηρίζει από την πλευρά του ο Τόμας Μάγερ, “είναι να επανακτήσει ο Νότος την ανταγωνιστικότητά του. Αυτό δεν αφορά μόνον την Ελλάδα και την Πορτογαλία που πιθανότατα δεν θα τα καταφέρουν, αλλά κυρίως την Ιταλία και την Ισπανία. Χωρίς μια συνολική οικονομική αναδιάρθρωση τέτοιου τύπου, χωρίς μια ατζέντα 2020 για Ιταλία και Ισπανία, δεν θα λυθεί το πρόβλημα”.
Οι κκ. Μάγερ και Φράιταγκ, όπως και πολλοί άλλοι αναλυτές, πιστεύουν ότι το κούρεμα του ελληνικού χρέους έπρεπε να είχε γίνει ήδη την άνοιξη του 2010. Η κωλυσιεργία και διστακτικότητα της πολιτικής οδήγησε απλώς στη μετάθεση των προβλημάτων, λέει ο κ. Τόμας Μάγερ: “Τα έχουμε μπροστά μας. Η Σύνοδος έφερε απλώς μια μερική λύση για ένα μέρος του προβλήματος”.