Την ευελιξια να αγοράζει ελληνικά ομόλογα θα έχει η κεντρική τράπεζα σε περίπτωση που απαιτηθεί λόγω της πανδημίας ακόμα και μετά τη λήξη του έκτακτου προγράμματος τον Μάρτιο.
Όπως επισημαίνει στην ανακοίνωση που εξέδωσε η ΕΚΤ, σε περίπτωση νέου κατακερματισμού της αγοράς που σχετίζεται με την πανδημία, οι επανεπενδύσεις ομολόγων που αποκτήθηκαν μέσω του έκτακτου προγράμματος αγοράς τίτλων (PEPP) μπορούν να προσαρμοστούν με ευελιξία σε χρονική διάρκεια, επενδυτική τάξη και αρμοδιότητα ανά πάσα στιγμή. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει και αγορές ομολόγων που εξέδωσε η Ελλάδα, πέρα και πάνω από τα ρολαρίσματα τίτλων που ήδη έχει στην κατοχή της.
Όπως εξηγεί, αυτό θα γίνει για να αποφευχθεί μια διαταραχή στην εγχώρια αγορά, η οποία μπορεί να προκαλέσει βλάβη στην ελληνική οικονομία ενώ αυτή είναι ακόμα σε διαδικασία «ανάρρωσης» από τις συνέπειες της πανδημίας.
Αναλυτικότερα, δε, ξεκαθαρίζει ότι οι αγορές μέσω του PEPP μπορεί να επανεκινήσουν, αν αυτό είναι απαραίτητο για να αντιμετωπιστούν αρνητικά σοκ που σχετίζονται με την πανδημία.
Οπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας, τo πρώτο τρίμηνο του 2022, το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει να πραγματοποιήσει καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του προγράμματος έκτακτων αγορών λόγω της πανδημίας (PEPP) με χαμηλότερο ρυθμό από ό,τι το προηγούμενο τρίμηνο.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να επεκτείνει τον ορίζοντα επανεπένδυσης για το PEPP. Πλέον σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του PEPP τουλάχιστον έως τα τέλη του 2024.
Σύμφωνα με τη σταδιακή μείωση των αγορών περιουσιακών στοιχείων και για να διασφαλιστεί ότι η κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής παραμένει συνεπής με τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στον στόχο του μεσοπρόθεσμα, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε μηνιαίο καθαρό ρυθμό αγορών ύψους 40 δισ. το δεύτερο τρίμηνο και €30 δισ. το τρίτο τρίμηνο, στο πλαίσιο του προγράμματος ΑPP, από 20 δισ. ευρώ τον μήνα προηγουμένως.
Από τον Οκτώβριο του 2022 και μετά, το Διοικητικό Συμβούλιο θα διατηρήσει τις καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του APP, με μηνιαίο ρυθμό 20 δισ. ευρώ, για όσο διάστημα είναι απαραίτητο για να ενισχύσει τον διευκολυντικό αντίκτυπο των επιτοκίων πολιτικής του.
Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,50% αντιστοίχως.