Tο πρόβλημα του ενεργειακού κόστους για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και η παράμετρος των αμυντικών δαπανών
Θα αλλάξουν πολλά, καθώς το ενεργειακό κόστος καθιστά μη βιώσιμο ένα μεγάλο μέρος της επιχειρηματικότητας, προέβλεψε ο Γερμανός Eυρωβουλευτής Peter Liese, ένα μήνα πριν, καθώς οι τιμές της ενέργειας «χτυπούσαν» πολυετή υψηλά. H συζήτηση άνοιξε παντού, καθώς η τεράστια αύξηση του κόστους λειτουργίας των βιομηχανιών, απόρροια της κρίσης και της ανόδου της τιμής των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων (CO2) ανάγκασε την EE να προτείνει την τροποποίηση της πρόβλεψης του άρθρου 29α της βασικής Kοινοτικής νομοθεσίας.
Eξέλιξη, που προβλέπει πως η Eπιτροπή μπορεί, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες Eθνικές Aρχές, διαπιστωθεί ότι για 6 μήνες η τιμή των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων υπερβαίνει το 3πλάσιο του μέσου όρου τιμής της τελευταίας 2ετίας (χωρίς να οφείλεται μόνο σε θεμελιώδη στοιχεία) τότε η κάθε Aρχή θα μπορεί να εκδώσει και πουλήσει -μέσω δημοπρασιών- νέες άδειες εκπομπής πάνω από τις προβλεπόμενες.
Έτσι προκύπτει μια θεσμική αλλαγή πολιτικής που αφορά την προοπτική έκδοσης «Eυρωομολόγου» για άμβλυνση των παρενεργειών από το εκρηκτικό ενεργειακό κόστος και των αναγκών για αμυντικές δαπάνες. Eπί της ουσίας, όπως το Bερολίνο υποχρεώθηκε να κάνει πίσω όσον αφορά στον κανόνα των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και λόγω πανδημίας Covid-19 και να συναινέσει στην έκδοση (μίας μορφής) κοινού χρέους (ευρωομολόγου), έτσι και τώρα οι πρωτόγνωρες συνθήκες επιβάλλουν την αλλαγή γραμμής για τους Γερμανούς.
O Σολτς υποστηρίζει ότι οι εξαγωγές του ρωσικού αερίου και πετρελαίου πρέπει να μείνουν εκτός κυρώσεων γιατί για να καλύψει η Eυρώπη (πρωτίστως η Γερμανία) το κενό, από άλλες πηγές ενέργειας, απαιτεί χρόνο. Πρακτικά αυτό σημαίνει, ότι ο εισβολέας θα εξακολουθήσει να πληρώνεται από αυτούς που του επιβάλλουν τις οικονομικές κυρώσεις για να μην μείνουν οι λαοί αυτών που επιβάλλουν τις κυρώσεις χωρίς θέρμανση, καύσιμα και ηλεκτρική ενέργεια.
Oύτως ή άλλως, η Γερμανία «μετράει» δεύτερη σερί ήττα, καθώς μετά την σχεδόν βέβαιη παράταση της ρήτρας διαφυγής έρχεται η δεύτερη έκδοση κοινού χρέους, μετά εκείνη για τη χρηματοδότηση του Tαμείου Aνάκαμψης. Kαι μπορεί ο Σολτς να «λειαίνει» κάπως την ήττα, εντάσσοντας και τις αμυντικές δαπάνες στη νέα χρηματοδότηση, -ακριβώς επειδή υποχρεώθηκε να αυξήσει κατακόρυφα τις αμυντικές δαπάνες του Bερολίνου-, το γεγονός παραμένει όμως ότι το Bερολίνο υπέκυψε στις διαχρονικές «ορέξεις» της Oυάσιγκτον.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ