«Οι τέσσερις νέες παρεμβάσεις της κυβέρνησης, θα επιφέρουν την αναγκαία διόρθωση στο κόστος του ρεύματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις» δήλωσε ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς και του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής, Βασίλης Κορκίδης, αναφορικά με τις ανακοινώσεις των νέων μέτρων από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Συγκεκριμένα ο κ. Κορκίδης δήλωσε:
«Οι ανακοινώσεις του πρωθυπουργού με τις τέσσερις νέες παρεμβάσεις της κυβέρνησης σε εθνικό επίπεδο για την αντιμετώπιση των λογαριασμών ρεύματος, θα επιφέρουν την αναγκαία διόρθωση στο κόστος του ρεύματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το δραστικό πακέτο μέτρων, δεν μπορεί παρά να μας βρίσκει σύμφωνους, καθώς αφορά σε όλους, τους οικιακούς καταναλωτές, τις επιχειρήσεις και όχι μόνο την κύρια κατοικία. Το ενεργειακό κόστος ‘ταλανίζει’ την οικονομία της ΕΕ, απειλώντας να απορροφήσει την τελευταία δυνατότητα των επιχειρήσεων, αλλά και να ‘εξαερώσει’ την αγοραστική ικανότητα των νοικοκυριών. Η παρέμβαση σε εθνικό επίπεδο, επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά ότι η κυβέρνηση έχει τα αντανακλαστικά να αξιοποιεί στοχευμένα την κατάλληλη στιγμή τα περιθώρια του δημοσιονομικού χώρου. Ωστόσο η ‘απεξάρτηση’ από ενεργειακές πηγές που διαμορφώνουν το κόστος της ηλεκτροπαραγωγής στα ύψη, θα ήταν λιγότερο ‘επώδυνη’ αν είχαν παρθεί εγκαίρως κοινές αποφάσεις σε ευρωπαϊκό κεντρικό επίπεδο.
Ευκαιρίας δοθείσης, το ΕΒΕΠ επισημαίνει πως οφείλουμε να αλλάξουμε πολιτική απέναντι στις ΑΠΕ, εάν θέλουμε η μεταποίηση όλων των βαθμίδων, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, να μην βάζουν ‘βαθιά το χέρι στην τσέπη’ για την αποπληρωμή του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο ανατροφοδοτεί τις ανατιμήσεις στην αγορά. Στη χώρα μας, με ηλιοφάνεια, με νησιωτικά συγκροτήματα, οι άνεμοι και οι κυματισμοί μπορούν να αξιοποιηθούν στη παραγωγή ρεύματος. Πρωτίστως όμως πρέπει να αλλάξει η ‘κουλτούρα’ απέναντι στις ΑΠΕ, αφού στην Ελλάδα μόνο το 35% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε το 2021 παρήχθη από ΑΠΕ και δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό. Τώρα λοιπόν είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή να θεσπιστούν κίνητρα και να δοθεί η δυνατότητα σε ενεργοβόρες επιχειρήσεις να επενδύσουν στις ΑΠΕ με όχημα το ‘Net-metering’ ή την ‘αυτοπαραγωγή και αυτοκατανάλωση’, προκειμένου να καλύψουν μέρος ή και το όλον της ενέργειας που καταναλώνουν, καθιστώντας την απόσβεση της επένδυσης διπλά επωφελή, καθώς η φθηνή ενέργεια θα επιδρούσε στο τελικό κόστος παραγωγής, άρα και πώλησης προϊόντων, ενώ επίσης θα δημιουργούσε μία νέα επιχειρηματική δυναμική στον τομέα, ανοίγοντας παράλληλα νέες θέσεις εργασίας.
To νέο εθνικό πρόγραμμα αντιμετώπισης του ενεργειακού κόστους θα τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Ιουνίου, συνεχίζοντας τις επιδοτήσεις για τους λογαριασμούς ρεύματος των πολιτών. Η πολιτεία επιστρέφει στον ατομικό τραπεζικό λογαριασμό κάθε παροχής πρώτης κατοικίας, το 60% όλων των πρόσθετων επιβαρύνσεων, αναδρομικά από τον Δεκέμβριο έως και τον Μάιο, με όριο τα 600 ευρώ, και θα αφορά όλους με ετήσιο εισόδημα έως και 45.000 ευρώ. Ταυτόχρονα, για τον Μάιο και τον Ιούνιο θα καλύπτεται κατά 50% η όποια αύξηση στην κατανάλωση και πέραν των 300 KWh. Με βάση το τελικό πόρισμα της ανεξάρτητης Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, τα πρόσθετα συγκυριακά έσοδα των εταιρειών ενέργειας θα φορολογηθούν με ένα ειδικό τέλος ύψους 90%. Η ελληνική κυβέρνηση, ανεξάρτητα με τις αποφάσεις της ΕΕ, δρομολογεί από τον Ιούλιο ένα σύστημα που αποσυνδέει τις διεθνείς αυξήσεις του φυσικού αερίου από τους λογαριασμούς ρεύματος, με ορίζοντα έως και ένα χρόνο. Η διπλή κρατική παρέμβαση, τόσο στη χονδρική, όσο και στη λιανική αγορά ενέργειας, θέτει ένα έμμεσο πλαφόν, χωρίς να δημιουργεί προβλήματα ανταγωνισμού και ουσιαστικά καταργεί τη ρήτρα αναπροσαρμογής. Το κόστος των τεσσάρων παρεμβάσεων εκτιμάται περίπου στα 5 δισ. ευρώ, που θα χρηματοδοτηθεί από τον κρατικό Προϋπολογισμό, αλλά και από την φορολόγηση των υπερκερδών των εταιρειών».