Στον δρόμο προς την επενδυτική βαθμίδα βαδίζει η Ελλάδα, σύμφωνα με τη Morgan Stanley, η οποία επισημαίνει ότι συγκαταλέγεται στις λίγες χώρες της ευρωζώνης εκ των οποίων το ΑΕΠ επέστρεψε στα προ πανδημίας επίπεδα. «Με ανθεκτική ανάπτυξη και ομαλή εφαρμογή του Ταμείου Ανάκαμψης, η χώρα θα μπορούσε να φθάσει στην επενδυτική βαθμίδα μέχρι το2023» αναφέρει συγκεκριμένα.
«Η Fitch αναθεώρησε πρόσφατα τις προοπτικές της για την Ελλάδα σε θετικές τον Ιανουάριο του 2022 και πιστεύουμε ότι θα μπορούσε να αναθεωρήσει την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας προς τα πάνω κατά την επόμενη εκδήλωση αξιολόγησης στις 8 Ιουλίου», εκτιμά η Morgan Stanley.
Η μείωση του δείκτη των μη εξυπηρετούμενων δανείων της Ελλάδας ήταν ένας ακόμη κρίσιμος παράγοντας για τις πρόσφατες ενέργειες αξιολόγησης, με τα στοιχεία στο τέλος του 2021 να δείχνουν ότι η χώρα έχει μειώσει το NPL ratio της στο 12,1% το 4ο τρίμηνο του 2021, από ένα μέγιστο ποσοστό σχεδόν 50% το 2018. «Πιστεύουμε ότι αν η ανάπτυξη της Ελλάδας παραμείνει σε τροχιά με τις προσδοκίες μας, το δημόσιο χρέος της θα μπορούσε να επιστρέψει στο IG ήδη από το επόμενο έτος.
Ειδικότερα, η αμερικανική επενδυτική τράπεζα αναφέρει: «Αναμένουμε ότι η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει την ανάπτυξη φέτος, εξακολουθώντας να υποστηρίζεται από τις ανοδικές τάσεις μετά την επαναλειτουργία της πανδημίας. Ωστόσο, λόγω της απότομα αυξανόμενης πληθωρισμού, αναμένουμε ότι η επιβράδυνση της εγχώριας ζήτησης θα ξεκινήσει από το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και να συνεχιστεί έως το 2023».
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Morgan Stanley, φέτος ο ρυθμός ανάπτυξης θα διαμορφωθεί στο 3,2% φέτος και 2,5% το 2023. Η ανεργία θα μειωθεί περεταίρω σε 13,7% φέτος και 12,5% το 2023, αλλά ο πληθωρισμός θα κινηθεί σε 6,3% φέτος και θα υποχωρήσει στο 1,6% το 2023.
Οι κίνδυνοι
Όπως επισημαίνει η αμερικανική τράπεζα, η ελληνική οικονομία στηρίχθηκε από τη χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής και επίσης σε μεγάλο βαθμό από τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ. Η Ελλάδα στην πραγματικότητα συμπεριλήφθηκε (για πρώτη φορά από τότε που έπεσε κάτω από το IG) στο πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ κατά την πανδημία, γεγονός που οδήγησε σε απότομη μείωση των ελληνικών επιτοκίων τα τελευταία δύο χρόνια- αυτό, σε με τη σειρά του, στήριξε τις επενδύσεις και τη δημοσιονομική βιωσιμότητα της χώρας, εξηγεί η MS.
«Αρκετοί παράγοντες έχουν πρόσφατα οδηγήσει σε αύξηση των αποδόσεων, η οποία αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για τη χώρα: στο τέλος του PEPP – η Ελλάδα δεν περιλαμβάνεται στις αγορές του APP – και η πρόσφατη ‘γερακίσια’ στροφή της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
«Ενώ βρίσκεται στην πορεία της προς την εξομάλυνση, αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα παραμείνει προσεκτική όσον αφορά τους κινδύνους κατακερματισμού και θα αποτρέψει ξαφνικές και αδικαιολόγητες σύσφιξη των συνθηκών χρηματοδότησης, χρησιμοποιώντας με ευελιξία τις επανεπενδύσεις του PEPP σε όλες τις χώρες και με την πάροδο του χρόνου, κάτι που αναμένεται να ωφελήσει και την Ελλάδα, της οποίας οι αγορές στο πλαίσιο του PEPP θα συνεχίσει να επανεπενδύεται από την ΕΚΤ εντός του ορίζοντα πρόβλεψής μας», συνεχίζει η αμερικανική τράπεζα.