Η μεγάλη ελπίδα και ο μεγάλος φόβος που φέρνει στην επιφάνεια το 2011 έχουν σχέση με την πορεία του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Ξεκινάμε τη χρονιά με φόβο, γράφει ο Αλεξάντρ Αντλέρ στη Φιγκαρό. Μπροστά στις συνεχιζόμενες διαρθρωτικές δυσκολίες της ευρωζώνης, οι εκδηλώσεις οργής και ανυπομονησίας πολλαπλασιάζονται. Παρά τον πραγματικό στωικισμό που έχει δείξει μέχρι τώρα η κοινή γνώμη στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ιρλανδία, την Ισπανία, η οργή είναι ορατή.
Η Ιρλανδία, που σώθηκε την τελευταία στιγμή, κατάφερε να διατηρήσει τη χαμηλή φορολογία των επιχειρήσεων, μια παραχώρηση που την τοποθετεί ντε φάκτο στο περιθώριο της ευρωζώνης και που δύσκολα από εδώ και στο εξής θα επαναληφθεί.
Αλλά και στην καρδιά της ευρωζώνης τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Στο Βέλγιο, η μηχανή της διχοτόμησης έχει βάλει ξανά μπρος και εκπέμπει ουσιαστικά τις κατηγορίες των κρατών της βόρειας Ευρώπης εναντίον εκείνων της νότιας. Αυτά που καταλογίζουν σήμερα οι Φλαμανδοί στους Γαλλόφωνους είναι τα ίδια που οι Γερμανόφωνοι της Ελβετίας μουρμουρίζουν όλο και πιο δυνατά για τους Γαλλόφωνους, αλλά και για την ίδια τη Γαλλία.
Η παράταση της κρίσης, συνεχίζει ο γάλλος αναλυτής, τροφοδοτεί μια λογική διχοτόμησης της Ευρώπης σε έναν άξονα Βορρά-Νότου, κάτι που θα έχει σοβαρές συνέπειες τόσο για τη Γαλλία όσο και για τη Γερμανία. Η ιλιγγιώδης άνοδος του νέου μάρκου της τελευταίας θα επηρέαζε δραματικά την εξαγωγική ανταγωνιστικότητά της. Οι Κινέζοι το έχουν καταλάβει, και προσπαθούν να ενισχύσουν με όλες τους τις δυνάμεις το ευρώ και την ευρωζώνη.
Η Αγγελα Μέρκελ έχει να αντιμετωπίσει φέτος ένα κύμα περιφερειακών εκλογικών δοκιμασιών, οι οποίες δεν έχουν τίποτα το περιφερειακό σε μια αυθεντικά ομοσπονδιακή δημοκρατία. Προκειμένου να μη χάσει έδαφος, η κυβέρνηση του Βερολίνου θα πρέπει να παρουσιάσει σοβαρές επιτυχίες στο πεδίο της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης. Ο ηγετικός κύκλος της ευρωζώνης πείθεται σιγά-σιγά ότι πρέπει να ακολουθήσει μια πολιτική αρκετά γενναιόδωρη ώστε να προστατεύονται οι πιο αδύναμοι και αρκετά αυστηρή ώστε να μη ληστέψουν τους πιο ισχυρούς κάποιοι κλέφτες που θα έρθουν από το δάσος. Οι χειρισμοί είναι λεπτοί, αλλά τίποτα δεν έχει ακόμη χαθεί.
Η λέξη-ταμπού ήδη μπήκε στο λεξιλόγιό μας: «οικονομική διακυβέρνηση». Και ήταν ένα ταμπού που το διόγκωνε ο συνδυασμός δύο ευρωφοβιών, από μια Γαλλία που ξόδευε κι από μια Γερμανία που αποταμίευε.
Οι ευρωσκεπτικιστές της Γαλλίας που ξόδευε απολάμβαναν τα περιθώρια δημαγωγικών ελιγμών που άφηνε η σχετική ανεξαρτησία του φράγκου και επέτρεπε στη χώρα να ακολουθεί μια δική της πολιτική στην περίπτωση του 35ώρου ή της αύξησης των δημοσίων υπαλλήλων. Και οι ευρωσκεπτικιστές της Γερμανίας που αποταμίευε, αφού προσπάθησαν μάταια να ανατρέψουν την υιοθέτηση του ευρώ μέχρι τον πρώτο μήνα του 1997, στη συνέχεια μεταμορφώθηκαν σε αδιάλλακτους υποστηρικτές του ευρώ, για τους οποίους οποιαδήποτε χαλάρωση του ρόλου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα ήταν αδιανόητη.
Τα δύο αυτά κινήματα αλληλοσυμπληρώνονταν με αποτέλεσμα να δημιουργείται αδιέξοδο. Από το αδιέξοδο αυτό αρχίζουμε να βγαίνουμε, τόσο χάρις στα δημοκρατικά ένστικτα της Γερμανίας όσο και χάρις στην έλλειψη ηγετικών ικανοτήτων της ελίτ αυτής της χώρας. Η επιτυχία των μεταρρυθμίσεων που αποφάσισε η κυβέρνηση Σρέντερ και συνέχισε ο μεγάλος συνασπισμός της Μέρκελ επέτρεψε στους εργαζόμενους να θυσιάσουν σημαντικά κοινωνικά πλεονεκτήματα και στους εργοδότες να αποφύγουν τις απολύσεις. Οι μεγάλες, αλλά και οι μεσαίες επιχειρήσεις ρίχτηκαν έτσι στην κατάκτηση των αναδυόμενων αγορών. Την ίδια στιγμή, όμως, η Γερμανία αρνιόταν να υιοθετήσει τα μέτρα ανάκαμψης που πρότειναν το φθινόπωρο του 2008 ο Σαρκοζί και ο Μπράουν και ανεχόταν την αθέμιτη συμπεριφορά πολλών τραπεζών της.
Σε όλα αυτά η ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση θα μπορέσει να βάλει τάξη. Υπάρχει χωρίς αμφιβολία μια σημαντική ευρωπαϊκή πολιτική τάξη, όπως υπάρχει και ένα ευρωπαϊκό πνεύμα που μπορεί να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις: τον έλεγχο της οικονομίας και την αναγκαία λιτότητα, που πρέπει να συνοδεύεται όμως από την προστασία των αδυνάτων.
Το 2011 επιφυλάσσει εκπλήξεις, που έχουν να κάνουν με το ξέσπασμα κάποιων περιφερειακών συγκρούσεων, τη δυσκολία του αφγανικού ζητήματος και τη μετατροπή της προεδρίας Ομπάμα σε μια δυανδρία Ομπάμα-Μπερνάνκι. Όμως η πραγματική πρόκληση του νέου έτους είναι το ραντεβού της Ευρώπης με τον εαυτό της.