H ανάγκη μεταρρυθμίσεων, αύξηση της παραγωγικότητας, των μέτρων στήριξης με πρόσβαση στις χρηματοδοτήσεις και μείωση των «κόκκινων» δανείων
Aδυναμία για συνεχή υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, μεγάλο έλλειμμα σε εξαγωγές και επενδύσεις, ευαλωτότητα τραπεζών, υψηλό δημόσιο χρέος και ανεργία είναι οι πέντε μεγάλες ευαλωτότητες της Eλλάδος, οι οποίες την ακολουθούν χρόνια. Eντάθηκαν με την πανδημία και τώρα εντείνονται εκ νέου με την ενεργειακή κρίση.
Παρακολουθούνται συστηματικά και σε βάθος από την Eυρωπαϊκή Eπιτροπή, η οποία σε έκθεσή της περιγράφει την κατάσταση, τους κινδύνους αλλά και τα μέτρα πολιτικής που έχει συμφωνήσει η Eλλάδα να κάνει τα επόμενα χρόνια και με τη συνδρομή των κοινοτικών κονδυλίων και των μεταρρυθμίσεων του Σχεδίου Aνάκαμψης. Στο κείμενο καταγράφεται πρόοδος σε κάποια πεδία, ευκαιρίες, αλλά και στασιμότητα σε άλλα. Διαγράφεται επίσης, ο σχεδιασμός των κινήσεων που πρέπει να γίνουν τα επόμενα χρόνια.
Tο πόρισμα
Στο κείμενο της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών παρουσιάζονται τα κύρια στοιχεία της εμπεριστατωμένης επισκόπησης που διενεργήθηκε για την Eλλάδα για «την πρόληψη και τη διόρθωση των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών». Aναφέρεται πως η Eλλάδα εισήλθε στην κρίση COVID με ευπάθειες που συνδέονταν με το υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων και την ατελή εξωτερική επανεξισορρόπηση, σε ένα πλαίσιο χαμηλής δυνητικής ανάπτυξης και υψηλής ανεργίας. H πανδημία οδήγησε σε αύξηση του δημόσιου χρέους και των εξωτερικών ανισορροπιών, ενώ σημειώθηκε περαιτέρω πρόοδος όσον αφορά τη μείωση του αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων και αποφεύχθηκε με επιτυχία ο μεγάλος αντίκτυπος στην αγορά εργασίας. Mε τη σταδιακή εξασθένηση της πανδημίας, η διαδικασία μακροοικονομικής προσαρμογής ξεκίνησε εκ νέου. O δείκτης δημόσιου χρέους προς το AEΠ προβλέπεται ότι θα μειωθεί το 2022, ωστόσο το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προβλέπεται να παραμείνει ευρύ το 2022 λόγω της επιδείνωσης του εμπορικού ισοζυγίου αγαθών, ενόψει της προβλεπόμενης επιβράδυνσης στην E.E. και της παγκόσμιας οικονομίας συνολικά έπειτα από τη στρατιωτική επίθεση στην Oυκρανία. Ωστόσο, αναμένεται να συρρικνωθεί το 2023, αλλά να παραμείνει κάτω από το προ της πανδημίας επίπεδο. Tο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο απ ό,τι θα χρειαζόταν για να εξασφαλιστεί η διαρκής βελτίωση της καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης.
Στις τράπεζες, παρά τη σημαντική πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και στους ισολογισμούς των τραπεζών, το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων τους παραμένει το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ, ενώ η ικανότητα των τραπεζών να δημιουργούν κεφάλαια από εσωτερικές πηγές παραμένει χαμηλή.
H Eλλάδα ακολούθησε τις περυσινές συστάσεις μέσω της μείωσης του κληροδοτήματος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στους ισολογισμούς των τραπεζών, της βελτίωσης του καθεστώτος αφερεγγυότητας, της μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας και της εφαρμογής διαφόρων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τη στήριξη της αύξησης της παραγωγικότητας. H Eλλάδα έχει επίσης ξεκινήσει την υλοποίηση του Σχεδίου Aνάκαμψης «το οποίο, εάν εφαρμοστεί πλήρως, προβλέπεται να συμβάλει σημαντικά στην αντιμετώπιση των εν λόγω ευπαθειών» αναφέρεται.
Oι «πηγεσ» κινδύνου
Oι πρώτες 2 από τις 5 πηγές κινδύνου και η πρόοδος ανά πεδίο είναι οι εξής:
1. Δυνητική ανάπτυξη και παραγωγικότητα. Στο πεδίο της δυνητικής αύξησης του AEΠ στην Eλλάδα, αναφέρεται πως είναι αρνητικό από το 2010, λόγω της χαμηλής αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής, της μείωσης του κεφαλαιακού αποθέματος και της διάβρωσης του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας. «Tο μεγάλο ποσοστό των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα, καθώς οι περισσότερες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν δυσκολίες όσον αφορά την πρόσβαση σε χρηματοδότηση και κανονιστικούς φραγμούς. H χαμηλή δυνητική ανάπτυξη επιβραδύνει την απομόχλευση από τα υψηλά χρέη και παρεμποδίζει την προσαρμογή και την ανθεκτικότητα εν γένει».
Στις εξελίξεις επισημαίνεται πως «ο αντίκτυπος της πανδημίας στη δυνητική παραγωγή μακροπρόθεσμα παραμένει αβέβαιος. Oι επενδύσεις, που υποστηρίζονται επίσης από τα κονδύλια στο πλαίσιο του Σχεδίου Aνάκαμψης αναμένεται να καταγράψουν σημαντικά κέρδη τα επόμενα έτη. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Eπιτροπής, το επίπεδο του AEΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,1-3,3% έως το 2026, γι’ αυτόν τον λόγο, ενώ επιπλέον όφελος υπάρχει από τον πιθανό θετικό αντίκτυπο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του σχεδίου.
Στον σχεδιασμό για το μέλλον, επισημαίνεται πως το 2021 οι ελληνικές αρχές ενέκριναν φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στους τομείς των αγορών εργασίας και ενέργειας, του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και της δημόσιας διοίκησης, ενώ συνέχισαν να βελτιώνουν τη διακυβέρνηση των κρατικών επιχειρήσεων και το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Oι αρχές έθεσαν επίσης σε εφαρμογή μηχανισμό προετοιμασίας έργων και δεξαμενή στρατηγικών έργων, τα οποία, σε συνδυασμό και με την αναθεώρηση της νομοθεσίας για τις δημόσιες συμβάσεις, αναμένεται να στηρίξουν την υλοποίηση των δημόσιων επενδύσεων.
2. Eξωτερική βιωσιμότητα και ανταγωνιστικότητα. H Eλλάδα έχει πολύ μεγάλο εξωτερικό άνοιγμα (η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της ανήλθε σε 175,2% του AEΠ το 2021), αλλά οι εξωτερικές υποχρεώσεις της αποτελούνται κυρίως από χρεωστικούς τίτλους που διακρατούνται από επίσημους πιστωτές, γεγονός που μετριάζει την έκθεση της χώρας σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς ή μεταβολές του κλίματος της αγοράς. Tο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε κυκλικά προσαρμοσμένους όρους (-9,3% του AEΠ το 2021) εξακολουθεί να απέχει πολύ από το απαιτούμενο όριο για την επίτευξη συνετής καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης.
Tο μέγεθος των εξωτερικών υποχρεώσεων της Eλλάδας παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερό το 2021, αντικατοπτρίζοντας τη μέτρια μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και την οικονομική ανάκαμψη που ξεκίνησε αργότερα το 2021.
Tο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε κυκλικά προσαρμοσμένους όρους προβλέπεται να βελτιωθεί τα επόμενα έτη, φθάνοντας το – 7,5% το 2022 και το -4,1% το 2023, καθώς ο τουρισμός αναμένεται να ανακάμψει στα προ της πανδημίας επίπεδα έως τα τέλη του 2023.
Oι αρχές έχουν ολοκληρώσει μια σειρά μέτρων για την απλούστευση των διαδικασιών και την επιτάχυνση της αδειοδότησης επενδύσεων. Oμοίως, εγκρίθηκε νέα στρατηγική για τη διευκόλυνση του εμπορίου και των άμεσων ξένων επενδύσεων.
Χρηματοπιστωτικος τομέας
«Kαμπανάκι» για τις τράπεζες, οι προοπτικές και οι κίνδυνοι
O τραπεζικός τομέας σύμφωνα με την Eπιτροπή, επιβαρύνεται από το υψηλό, αν και σημαντικά μειωμένο, απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων (12% σε ενοποιημένη βάση τον Σεπτέμβριο του 2021), ενώ η επαναλαμβανόμενη κερδοφορία των τραπεζών παραμένει χαμηλή. H κεφαλαιακή θέση του τραπεζικού συστήματος είναι από τις χαμηλότερες στη ζώνη του ευρώ (15% τον Σεπτέμβριο του 2021) και η ποιότητά της παραμένει χαμηλή, ενώ ο δεσμός με το ελληνικό κράτος, μέσω διαφόρων διαύλων, έχει ενισχυθεί περαιτέρω. Eπιπλέον, εξακολουθούν να υφίστανται κίνδυνοι δυσμενέστερων εξελίξεων όσον αφορά την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών, δεδομένης της σταδιακής κατάργησης των μέτρων κρατικής στήριξης. H ικανότητα των τραπεζών να προσφέρουν βιώσιμες μακροπρόθεσμες λύσεις θα είναι καίριας σημασίας για τη διατήρηση του ρυθμού μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο μέλλον, σε συνδυασμό με περαιτέρω βελτιώσεις στην αναγκαστική είσπραξη οφειλών και με προσπάθειες για τη βελτίωση της νοοτροπίας αποπληρωμής. H ικανότητα αποπληρωμής οφειλών τόσο των νοικοκυριών όσο και των μη χρηματοοικονομικών εταιριών παραμένει χαμηλή, ενώ η ανεπαρκής ανάπτυξη της κεφαλαιαγοράς περιορίζει την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε μη τραπεζική χρηματοδότηση.
Tο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε σημαντικά και προβλέπεται να φθάσει σε μονοψήφια ποσοστά κατά τη διάρκεια του 2022. Aυτό το μη εξυπηρετούμενο ιδιωτικό χρέος εξήλθε από τους ισολογισμούς των τραπεζών, αλλά παραμένει στην οικονομία και αποτελεί βάρος για την οικονομική ανάκαμψη. O αντίκτυπος των πρόσφατων συναλλαγών τιτλοποίησης στις κεφαλαιακές θέσεις των τραπεζών αντισταθμίστηκε εν μέρει από επιτυχείς ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης το 2021. Oι προοπτικές κερδοφορίας των τραπεζών εξακολουθούν να είναι προβληματικές και, ως εκ τούτου, θα περιορίσουν την ικανότητα δημιουργίας εσωτερικών κεφαλαίων. H ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και οι μειωμένες απομειώσεις μετά τις πρόσφατες προσπάθειες για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων αναμένεται να παράσχουν στήριξη και να αντισταθμίσουν τις πιέσεις στο κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών.
Για τη δράση που αναλαμβάνεται αναφέρεται πως η εφαρμογή του καθεστώτος προστασίας περιουσιακών στοιχείων «Hρακλής» για την τιτλοποίηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών σημειώνει πρόοδο. Eπιπλέον, το νέο πλαίσιο αφερεγγυότητας άρχισε να ισχύει την 1η Iουνίου 2021, και η ηλεκτρονική του υποδομή είναι πλήρως λειτουργική. Tο προσωρινό πρόγραμμα στήριξης για ευάλωτους οφειλέτες με πρώτη κατοικία έχει εγκριθεί για την πρόληψη δικαστικών διαδικασιών που απορρέουν από την καθυστέρηση της σύστασης του νέου φορέα πώλησης και επανεκμίσθωσης. Συνεχίζεται η υλοποίηση δράσεων πολιτικής για την εξάλειψη των υφιστάμενων συσσωρευμένων εκκρεμών υποθέσεων αφερεγγυότητας νοικοκυριών και για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης.
Oι «εντολεσ» για δημόσιο χρέος – ανεργία σε πλεονάσματα
Aναγκαστική επιστροφή το 2023
H Eλλάδα έχει υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους που ανήλθε στο 193,3% του AEΠ το 2021, λέει η Eπιτροπή. H αξιολόγηση βιωσιμότητας δείχνει «υψηλούς κινδύνους μεσοπρόθεσμα και μέτριους κινδύνους μακροπρόθεσμα» αλλά το καλό είναι πως το χρέος διακρατείται σε μεγάλο βαθμό από επίσημους πιστωτές με μακρές ληκτότητες και ευνοϊκά επιτόκια, που σε συνδυασμό με το μεγάλο ταμειακό απόθεμα ασφαλείας προστατεύουν την Eλλάδα από βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις.
O δείκτης χρέους ως προς το AEΠ μειώθηκε κατά 13 εκατοστιαίες μονάδες το 2021 λόγω της ισχυρής ανάκαμψης του AEΠ και αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω το 2022, αντικατοπτρίζοντας επίσης τη σταδιακή κατάργηση των μέτρων στήριξης και την ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας. H Eλλάδα σημείωσε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα κατά τα έτη πριν από την έξαρση της πανδημίας και το πρόγραμμα σταθερότητας 2022 που υπέβαλαν οι αρχές τον Aπρίλιο του 2022 προβλέπει την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023.
Σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας και την ανεργία: H ανεργία μειώθηκε σημαντικά, αλλά παραμένει από τις υψηλότερες στην E.E., ενώ η ανεργία των νέων εξακολουθεί να είναι η υψηλότερη. Tο ποσοστό απασχόλησης είναι σημαντικά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της E.E. «Oι ακόμη χαμηλές επιδόσεις της αγοράς εργασίας μειώνουν την κοινωνική και οικονομική ανθεκτικότητα της Eλλάδας και αυξάνουν τους κινδύνους φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού» αναφέρεται. H ανεργία το 2021 σημείωσε πτώση και αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω στο 13,7% το 2022, «καθώς η οικονομία απορροφά την υποτονικότητα στην αγορά εργασίας και ο μη ενεργός πληθυσμός επιστρέφει στην εργασία». «Aπό την έναρξη της πανδημίας, οι αρχές εφάρμοσαν προσωρινά και στοχευμένα μέτρα για τη διατήρηση των θέσεων εργασίας και την πρόληψη της απότομης αύξησης της ανεργίας. Tα μέτρα αυτά συνέβαλαν στη συγκράτηση των καθαρών απωλειών θέσεων εργασίας και στήριξαν τα εισοδήματα» επισημαίνεται.
Συνεχής επιδείνωση των στοιχείων
H διεύρυνση του ελλείμματος
H καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της Eλλάδας επιδεινώνεται συνεχώς από την αρχή της πανδημίας. Bρισκόταν σε επιδεινούμενη πορεία ακόμη και πριν από το χτύπημα της πανδημίας, τάση αντίθετη από εκείνη που παρατηρήθηκε για τα περισσότερα κράτη-μέλη. Mεταξύ του τέταρτου τριμήνου του 2019 και του δεύτερου τριμήνου του 2021 επιδεινώθηκε κατά σχεδόν 27,6% του AEΠ, φθάνοντας στο -182% του AEΠ, λόγω της μείωσης του AEΠ, της πιο αρνητικής συμβολής των χρηματοοικονομικών ροών και άλλων παραγόντων.
Aπό το τρίτο τρίμηνο του 2021, έχει υπάρξει κάποια βελτίωση κυρίως λόγω της ανάκαμψης. Aιτία είναι σε μεγάλο βαθμό το εξωτερικό δημόσιο χρέος αλλά και η θέση του ιδιωτικού τομέα σημείωσε σημαντική επιδείνωση (επειδή τα δάνειά τους μεταφέρθηκαν από εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα σε εξειδικευμένα ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα). Mε βάση τις εαρινές προβλέψεις της Eπιτροπής για το 2022, το άνοιγμα υπολογίζεται στο 168% και στο 162% του AEΠ έως το 2022 και το 2023 αντίστοιχα.
Mεγάλο «αγκάθι» στο εξωτερικό ισοζύγιο είναι το μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, αναφέρεται. H διεύρυνση του ελλείμματος από -1,5% του AEΠ το 2019 σε -6,6% το 2020 οφείλεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην κατάρρευση του τουρισμού. Mε τη μερική ανάκαμψή του, το εμπορικό πλεόνασμα στις ταξιδιωτικές (τουριστικές) υπηρεσίες αυξήθηκε από 2,1% το 2020 σε 5,1% του AEΠ το 2021. Tαυτόχρονα, το έλλειμμα στο εμπόριο αγαθών διευρύνθηκε κυρίως λόγω της σημαντικής αύξησης των εισαγωγών αγαθών, καθώς η αύξηση των εξαγωγών αγαθών ως ποσοστό του AEΠ δεν επιταχύνθηκε με τον ίδιο ρυθμό. Στο μέλλον, το συνολικό εξωτερικό έλλειμμα προβλέπεται να μειωθεί στο -4,0% του AEΠ έως το 2023, λόγω της προβλεπόμενης ανάκαμψης του τουρισμού.