Ταχύτατα μεταβάλλονται οι ανάγκες στην εκπαίδευση και απόκτηση πιστοποιήσεων του προσωπικού του εξορυκτικού κλάδου.
Οι γνώσεις και οι δεξιότητες που απαιτούνται για την ευθυγράμμιση με τις νέες συνθήκες που προτάσσει η Εξορυκτική Βιομηχανία 4.0 αποτέλεσαν το βασικό θέμα που συζητήθηκε σε στρογγυλή τράπεζα, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των Μελών του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, στην Αθήνα.
Στη συζήτηση συμμετείχαν η κα Θέμις Ευτυχίδου, Γενική Γραμματέας Βιομηχανίας του ΥΠΑΝ, η κα Αναστασία Αμβροσιάδου, Αντιπρόεδρος Ανθρώπινου Δυναμικού των Χωρών ΕΜΕΑ της Imerys, ο κ. Άγγελος Καλογεράκος, μέλος του ΔΣ του ΣΜΕ και Γενικός Διευθυντής της ΤΙΤΑΝ και ο κ. Χρήστος Καβαλόπουλος, Γενικός Διευθυντής του ΣΜΕ, ενώ ο κ. Δ. Καλιαμπάκος, Κοσμήτορας της Σχολής Μηχανικών Μεταλλείων – Μεταλλουργών Μηχανικών ΕΜΠ έκλεισε τη συζήτηση με την παρουσίαση του αναμορφωμένου προγράμματος σπουδών, στο πλαίσιο των προκλήσεων της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Συντονιστής της ενδιαφέρουσας συζήτησης ήταν ο κ. Μάνθος Κωνσταντινίδης, Γενικός Γραμματέας ΣΜΕ και Διευθύνων Σύμβουλος της Δελφοί-Δίστομον.
Στο κρίσιμο θέμα των ασαφειών στις περιγραφές και τις κατατάξεις των επαγγελματικών αδειών των εξειδικεύσεων του κλάδου, που εμπεριέχει η Yπουργική Aπόφαση 113/2012, αναφέρθηκε εκτενώς η κα Θ. Ευτυχίδου. Τόνισε την ανάγκη απλοποίησης του ευρύτερου πλαισίου και των διαδικασιών που απαιτούνται για να ονομαστεί ένας επαγγελματίας του κλάδου χειριστής μηχανημάτων έργων, η οποία όπως είπε χαρακτηριστικά, ήδη αναλύεται στο Υπουργείο.
«Είμαστε στη διαδικασία επεξεργασίας μίας υπουργικής απόφασης, η οποία θα ορίζει τη μερική πρόσβαση στα μηχανήματα. Αυτό επί της ουσίας σημαίνει ότι οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να εξεταστούν σε ένα μηχάνημα, ώστε να μπορούν να λάβουν μερική πρόσβαση σε συγκεκριμένο μηχάνημα. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η ταχύτητα και η απλούστευση στις διαδικασίες προς όφελος της βιομηχανίας. Στόχος της δημόσιας διοίκησης είναι να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις εναρμονισμένες με τις νέες συνθήκες και τεχνολογίες και να απλουστεύσει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, έχοντας όμως πάντα ως βασικό σκοπό την προστασία των εργαζομένων που χειρίζονται τα μηχανήματα έργου και τα οποία απαιτούν γνώσεις και δικλείδες ασφαλείας», υπογράμμισε. Επιπλέον, το υπουργείο μελετάει το συγκερασμό των προγραμμάτων κατάρτισης και των πιστοποιήσεων, σε σχέση με την προϋπηρεσία. Με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργηθεί μία εναλλακτική λύση απόκτησης άδειας για όσους δε διαθέτουν προϋπηρεσία, αλλά έχουν λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση.
Ο κ. Α. Καλογεράκος περιέγραψε το μείζον πρόβλημα των ελλείψεων σε επίπεδο τεχνικών ειδικοτήτων στον κλάδο, όπως είναι οι χειριστές μηχανημάτων. Επιπλέον, υπάρχει η ανάγκη εκπαίδευσης των εργαζομένων στις νέες τεχνολογίες του Ψηφιακού Μετασχηματισμού και η ανάπτυξη των Τεχνικών Σχολών με στόχο την στελέχωση της παραγωγικής δραστηριότητας του κλάδου. «Γίνεται μία προσπάθεια να προσελκύσουν οι τεχνικές εταιρείες εργαζομένους, στο πλαίσιο του Brain Gain, όμως παράλληλα απαιτείται η εκπαίδευση εντός των εταιρειών και Ελλάδας των υπαρχόντων επαγγελματιών. Χρειάζεται μία συντονισμένη και συνολική προσπάθεια σε όλα τα επίπεδα, που θα ενισχύσει τον κλάδο και θα ωθήσει την ανάπτυξη.»
Για το υβριδικό περιβάλλον εργασίας και τις πολυδιάστατες επιπτώσεις στον κλάδο μίλησε η κα. Α. Αμβροσιάδου. Όπως περιέγραψε, υπάρχουν δυο κατηγορίες εργαζομένων, αυτοί που απασχολούνται στη παραγωγή και οι οποίοι δε μπορούν να εφαρμόσουν το συγκεκριμένο μοντέλο εργασίας λόγω της φύσεως του επαγγέλματος, και όσοι εργάζονται στα γραφεία, οι οποίοι μπορούν. Αυτό δημιουργεί πρόκληση στις επιχειρήσεις του κλάδου ως προς την ενσωμάτωσή των δύο ομάδων εργαζομένων, με στόχο την ύπαρξη ισορροπίας. Επιπροσθέτως, τόνισε την προ των πυλών έλλειψη εργατοτεχνικού προσωπικού, που οδηγεί στην εισαγωγή εργαζομένων από άλλες χώρες, αλλά και την έλλειψη σωστής επικοινωνίας των συγκεκριμένων επαγγελμάτων του κλάδου στα νέα παιδιά, τα οποία τα θεωρούν αυτά δεύτερης κατηγορίας.
Μία διαφορετική οπτική παρουσίασε ο κ. Χ. Καβαλόπουλος, δίνοντας έμφαση στην εξορυκτική βιομηχανία. «Δυστυχώς, όλα αυτά που προαναφερθήκαν αποτελούν προκλήσεις στο εγγύς αύριο. Σε αντίθεση με τις εγχώριες πρακτικές, στο εξωτερικό οι μεγάλες εξορυκτικές βιομηχανίες ήδη εφαρμόζουν διαδικασίες ρομποτοποίησης, λειτουργίες αυτοματοποιημένων φάσεων, εξ’ αποστάσεων λειτουργία υπόγειων μεταλλείων και έχουν εισάγει νέες τεχνολογίες. Αυτά όμως απαιτούν μεγάλες επενδύσεις και δεν έχει δοθεί η απαραίτητη έμφαση στη σημασία των ορυκτών υλών και την αναβάθμιση του κλάδου. Με βάση τις προκλήσεις και τους περιορισμούς που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση, το μέλλον μας είναι αρκετά αβέβαιο, αν δε γίνουν μεγάλες επενδύσεις προσαρμογής στα νέα δεδομένα.
Το μεταλλείο και η εξόρυξη θα «σβήσει» χωρίς τα κατάλληλα εφόδια, κάτω από τις υπέρογκες απαιτήσεις και τον ισχυρό ανταγωνισμό. Επιπροσθέτως πρέπει να γίνει διαφοροποίηση, τροποποίηση και αλλαγή του μεταλλευτικού κώδικα στα νέα δεδομένα». Επιπλέον, ο κ. Χ. Καβαλόπουλος υπογράμμισε την επιτακτική ανάγκη εκπαίδευσης σε ειδικότητες που αυτή τη στιγμή φαντάζουν αδιανόητες, αλλά επιβάλλονται από την τεχνολογική ανάπτυξη, όπως η γνώση συνδυασμού εξ’ αποστάσεως εργασίας με Internet of Things (IoT), προγραμματισμός συνεργασίας μηχανών και ουσιαστικής παρέμβασης μέσω της αξιοποίησης των δεδομένων (data) που παρέχονται. Ένα άλλο θέμα που χαίρει προσοχής είναι η σωστή επικοινωνία της σημασίας όλων των επικείμενων αλλαγών στους εργαζομένους, με στόχο την κατανόηση της ανάγκης της εντατικής νέας εκπαίδευσης.
Η συζήτηση ολοκληρώθηκε με τη συμφωνία των συμμετεχόντων ότι επιβάλλεται να δοθεί άμεση προσοχή στις επενδύσεις που χρειάζονται για να εναρμονιστούν οι εταιρείες με το Industry 4.0 και η εκπαίδευση που απαιτείται για την πλήρη ενσωμάτωση όλων των εργαζομένων. Η Γενική Γραμματέας Βιομηχανίας του ΥΠΑΝ ενημέρωσε ότι ολοκληρώνονται η εθνική στρατηγική και το πλαίσιο δράσης για την ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στη βιομηχανία. Σε αυτήν προτάσσονται τα θέματα εκπαίδευσης και ειδικά η ενδο-επιχειρησιακή εκπαίδευση, που θα χρηματοδοτηθεί από τη δημόσια διοίκηση δημόσιους πόρους. Στόχος όλων είναι να γίνει πιο ελκυστική η εξορυκτική βιομηχανία και να προσελκύσει νέους εργαζομένους με τεχνογνωσία και εξειδικευμένη κατάρτιση στα νέα επαγγέλματα. Όπως τόνισε ο κ. Καβαλόπουλος, για να συμβεί αυτό, χρειάζεται συνεργασία και βοήθεια από το σύνολο της Δημόσιας Διοίκησης σε θέματα παιδείας και εκπαίδευσης, ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες δομές.