Η ανάγκη αύξησης των δημοσίων εσόδων συνεπεία της ενεργειακής κρίσης που ταλαιπωρεί νοικοκυριά και επιχειρήσεις, αλλά κυρίως ο έλεγχος και η συμμόρφωση όσων επιχειρούν να αποκρύψουν φορολογητέα ύλη ή να υφαρπάξουν παρανόμως επιστροφές ΦΠΑ βρίσκονται στο στόχαστρο του ελεγκτικού μηχανισμού κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Η κατάσταση στην αγορά είναι “περίεργη” αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Οικονομικών φοβούμενοι ότι εν μέσω θέρους κάποιοι θα προσπαθήσουν να βγάλουν τα σπασμένα της κρίσης μη εκδίδοντας αποδείξεις, παραποιώντας μηχανισμούς, αλλοιώνοντας παράλληλα τα φορολογικά στοιχεία. Στο πλαίσιο αυτό η ΑΑΔΕ εκτός από τις εντολές για λουκέτα και πρόστιμα στους επιτήδειους, επικεντρώνει το ελεγκτικό της ενδιαφέρον σε 13 κατηγορίες υποθέσεων ο έλεγχος των οποίων ανεξάρτητα από την προτεραιοποίησή τους ή μη θα πρέπει να ολοκληρωθεί άμεσα. Έμφαση λοιπόν θα δοθεί σε:
– Υποθέσεις που αφορούν σε εκθέσεις έρευνας των Υ.Ε.Δ.Δ.Ε.
– Υποθέσεις που αφορούν σε πορισματικές εκθέσεις που διαβιβάζονται στην ΑΑΔΕ, από τη Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος.
– Υποθέσεις που αφορούν σε επιστροφές φόρων.
– Υποθέσεις που αφορούν σε έλεγχο βάσει δείγματος, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα σε διατάξεις και αποφάσεις, όπως ενδεικτικά δικαιούχων που έτυχαν επιστροφής Φ.Π.Α., καθώς και δικαιούχων νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που έτυχαν επιστροφής φόρου εισοδήματος, χωρίς έλεγχο.
– Υποθέσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί σημείωμα διαπιστώσεων με τα αποτελέσματα του φορολογικού ελέγχου και προσωρινός προσδιορισμός φόρων και προστίμων.
– Υποθέσεις για τις οποίες επίκειται η έκδοση σημειώματος διαπιστώσεων και προσωρινού προσδιορισμού φόρου και προστίμου, συνεκτιμώντας αιτιολογημένα στο Ο.Π.Σ. Elenxis.
– Υποθέσεις που προέκυψαν από εισαγγελικές παραγγελίες, εντολές ανακριτικών και προανακριτικών πράξεων, περιλαμβανομένων αιτημάτων και εντολών διενέργειας φορολογικών ελέγχων που έχουν προκύψει από εντολή οποιασδήποτε Εισαγγελικής ή Δικαστικής Αρχής και διατηρούνται στην Α.Α.Δ.Ε.
– Υποθέσεις των Δ.Ο.Υ και Υ.Ε.Δ.Δ.Ε. που αφορούν σε διενέργεια μερικού επιτόπιου ελέγχου διαπίστωσης της εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων, της τήρησης των βιβλίων και της έκδοσης των φορολογικών στοιχείων, για φορολογουμένους που ασκούν οποιαδήποτε δραστηριότητα ή διακινούν αγαθά.
– Υποθέσεις που αφορούν σε διασταυρωτικούς ελέγχους ενδοκοινοτικών συναλλαγών (VIES), υποθέσεις πολυμερών (ταυτόχρονων) ελέγχων που διενεργούνται από ελληνικές και αλλοδαπές φορολογικές αρχές, υποθέσεις διενέργειας ελέγχου στο πλαίσιο επανάληψης διαδικασίας καθώς και σε εκτέλεση προδικαστικής απόφασης, υποθέσεις που αφορούν σε επιβολή προστίμων, υποθέσεις αφορούν σε ανακλήσεις αδειών λειτουργίας γραφείων ή υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιρειών που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα με βάση τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (Α’ 77).
– Υποθέσεις αμοιβαίας διοικητικής συνδρομής κατόπιν αιτήματος.
– Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος κα ΦΠΑ για περιπτώσεις που διαπιστώνονται παραβάσεις μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβούς φορολογικού στοιχείου/λογιστικού αρχείου (παραστατικού).
– Υποθέσεις που εκπληρώνουν τους επιμέρους τιθέμενους επιχειρησιακούς στόχους ελέγχου ειδικών κατηγοριών φορολογουμένων και δεν διενεργήθηκαν εντός των ετών 2019, 2020 και 2021.
– Υποθέσεις ελέγχων συμμόρφωσης των Δηλούντων Ελληνικών Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων με τους κανόνες δέουσας επιμέλειας και υποβολής πληροφοριών κατ’ εφαρμογή του οριζομένου στο άρθρο 29 του Κ.Φ.Δ. σχετικού νομοθετικού πλαισίου καθώς και υποθέσεις ελέγχων δέουσας επιμέλειας για την τήρηση του συνόλου των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του ν. 4557/2018 (Α΄ 139) για την πρόληψη και την καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες από τα υπόχρεα πρόσωπα που εποπτεύονται από την ΑΑΔΕ.
Παράλληλα, ο φοροελεγκτικός μηχανισμός έχει ήδη ξεκινήσει τη διενέργεια 25.000 στοχευμένων ελέγχων και 2.500 ελέγχων σε υποθέσεις φορολογίας ακινήτων, καθώς και σε αυτό το πεδίο η χρήση “μαύρου χρήματος έχει γίνει συνήθεια το τελευταίο διάστημα. Συγκεκριμένα στο ελεγκτικό μάτι των ελεγκτών της ΑΑΔΕ μπαίνουν υποθέσεις της τελευταίας πενταετίας, υποθέσεις που εμφανίζουν υψηλή παραβατικότητα, επιστροφής φόρων, υποθέσεις που προέκυψαν από εισαγγελικές παραγγελίες αλλά και αγοραπωλησίες ακινήτων που δεν εντάσσονται στο σύστημα των αντικειμενικών αξιών. Για τον έλεγχο όλων των υποθέσεων θα εφαρμοστούν κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, point system και ένα αυτοματοποιημένο μοντέλο τελικής μοριοδότησης. Ειδικότερα οι νέες οδηγίες Πιτσιλή προς τον ελεγκτικό μηχανισμό προβλέπουν τα εξής:
1. Έλεγχοι με “ανάλυση κινδύνου”: Θα διενεργηθούν 25.000 πλήρεις και μερικοί φορολογικοί έλεγχοι από τις ελεγκτικές υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικής Διοίκησης. Οι υποθέσεις που ελέγχονται κατά προτεραιότητα επιλέγονται με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου βάσει δεδομένων που είναι διαθέσιμα ηλεκτρονικά, καθώς και στοιχεία από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης που είναι διαθέσιμα στην ΑΑΔΕ. Από το σύνολο των υποθέσεων κάθε ελεγκτικής υπηρεσίας ελέγχονται, κατά προτεραιότητα, οι υποθέσεις που συγκεντρώνουν την υψηλότερη μοριοδότηση.
2. “Φρέσκες” υποθέσεις. Από το σύνολο των υποθέσεων που θα ελεγχθούν, τουλάχιστον το 70% θα αφορά φορολογικά έτη, χρήσεις, υποθέσεις, περιόδους ή υποχρεώσεις της τελευταίας πενταετίας. Ποσοστό τουλάχιστον 75% των ελέγχων θα αφορούν καταρχήν σε ελέγχους της τελευταίας τριετίας, για τις οποίες έχει λήξει η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Οι έλεγχοι δύνανται να επεκτείνονται στα δύο προηγούμενα της τελευταίας τριετίας φορολογικά έτη ή χρήσεις.
3. Υποθέσεις φορολογίας ακινήτων: Οι ελεγκτικές υπηρεσίες θα ελέγξουν 2.500 υποθέσεις φορολογίας κεφαλαίου που αφορούν σε μη ετήσιες υποχρεώσεις. Στο κάδρο επομένως δεν μπαίνει ο ΕΝΦΙΑ, αλλά υποθέσεις που σχετίζονται με αγοραπωλησίες ακινήτων, κληρονομιές και δωρεές. Συγκεκριμένα, ελέγχονται όλες οι υποθέσεις Φορολογίας Κεφαλαίου για τις οποίες λήγει η προθεσμία της Φορολογικής Διοίκησης να εκδώσει πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου στις 31/12/2022 και αφορούν ακίνητα τα οποία δεν εντάσσονται στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας, δεν έχει γίνει δεκτή από τον φορολογούμενο η προεκτίμηση προσωρινή αξία της Δ.Ο.Υ. και η διαφορά δηλωθείσας αξίας και προεκτίμησης υπερβαίνει το 30 % ή η αξία της προεκτίμησης υπερβαίνει τα 100.000 ευρώ.