Νέα άνοδο κατέγραψε ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη τον Ιούλιο, και διαμορφώθηκε στο 8,9% από το 8,6% του Ιουνίου, σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις.
Στην Ελλάδα το ποσοστό διαμορφώθηκε στο 11,5% από το 11,6% του Ιουνίου.
Για μία ακόμη φορά, στην Εσθονία (22,7%) και στη Λετονία (21%) παρατηρήθηκαν οι υψηλότερες τιμές, και ακολουθεί η Λιθουανία με ποσοστό 20,8%.
Η ενέργεια έχει τη μεγαλύτερη συμβολή στη διαμόρφωση των τιμών (αυξήθηκαν 39,7% από το +42% τον Ιούνιο), και ακολουθεί ο τομέας τροφίμων, αλκοόλ και καπνού (9,8% από το 8,9% τον Ιούνιο), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (4,5% από το 4,3% του Ιουνίου) και οι υπηρεσίες (3,7% σε σχέση με το 3,4% τον Ιούνιο).
Ο πληθωρισμός οδηγήθηκε αρχικά σε άνοδο εξαιτίας των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα που προκάλεσε η πανδημία, αλλά πιο πρόσφατα, οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία ήταν η βασική αιτία, καθώς ώθησε σε άνοδο τις τιμές της ενέργειας, των μετάλλων και των τροφίμων.
Φοβούμενη ότι οι αυξήσεις των τιμών θα βγουν εκτός ελέγχου, η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης αυτόν τον μήνα, αντίθετα με τις δικές της εκτιμήσεις που έκαναν λόγο για μικρότερη κίνηση, ενώ υποσχέθηκε περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων για να αποτραπεί η έναρξη ενός σπιράλ στους μισθούς, που είναι δύσκολο να σπάσει.
Αλλά ο πληθωρισμός αποτελεί επίσης δίλημμα για την Τράπεζα. Το υψηλό κόστος των τροφίμων και της ενέργειας μειώνει τις αποταμιεύσεις και τελικά επιβραδύνει την ανάπτυξη, ωθώντας τελικά την ευρωζώνη σε ύφεση, στη χειρότερη περίπτωση.
Ο υποκείμενος πληθωρισμός, χωρίς τις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων, διαμορφώθηκε στο 5% από το 4,6% του Ιουνίου, ενώ αν προστεθεί και η εξαίρεση για αλκοόλ και καπνό, οι τιμές διαμορφώνονται στο 4% από το 3,7%.