Περιορισμένο εμφανίστηκε το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών τον Σεπτέμβριο του 2011 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2010.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρουσίασε το Σεπτέμβριο του 2011 έλλειμμα 1.097 εκατ. ευρώ, κατά 154 εκατ. ευρώ μικρότερο από εκείνο του Σεπτεμβρίου 2010.
Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου περιορίστηκε κατά 234 εκατ. ευρώ, λόγω μείωσης του εμπορικού ελλείμματος εκτός καυσίμων, αλλά και των καθαρών πληρωμών για εισαγωγές καυσίμων. Ειδικότερα, οι εισπράξεις από εξαγωγές αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων αυξήθηκαν κατά 297 εκατ. ευρώ ή 28,3%, ταυτόχρονα όμως αυξήθηκαν και οι πληρωμές για αντίστοιχες εισαγωγές κατά 186 εκατ. ευρώ ή 8,4%. Οι καθαρές πληρωμές για αγορές καυσίμων και πλοίων μειώθηκαν κατά 78 και 45 εκατ. ευρώ αντίστοιχα.
Το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών αυξήθηκε κατά 262 εκατ. ευρώ λόγω της αύξησης των καθαρών εισπράξεων κυρίως από ταξιδιωτικές υπηρεσίες και δευτερευόντως από υπηρεσίες μεταφορών, καθώς και εξαιτίας της εμφάνισης μικρού πλεονάσματος στο ισοζύγιο των “λοιπών” υπηρεσιών (έναντι ελλείμματος τον Σεπτέμβριο του 2010). Ειδικότερα, οι ταξιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα από μη κατοίκους αυξήθηκαν κατά 7,1% τον Σεπτέμβριο, ενώ οι αντίστοιχες δαπάνες στο εξωτερικό από κατοίκους Ελλάδος μειώθηκαν κατά 11,6%. Οι ακαθάριστες εισπράξεις από υπηρεσίες μεταφορών (κυρίως από την εμπορική ναυτιλία) περιορίστηκαν κατά 5,8%, αλλά μειώθηκαν και οι αντίστοιχες πληρωμές κατά 14,1%, με αποτέλεσμα οι καθαρές εισπράξεις να αυξηθούν κατά 3,3%.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου εισοδημάτων αυξήθηκε σημαντικά (κατά 342 εκατ. ευρώ), κυρίως επειδή αυξήθηκαν οι καθαρές πληρωμές για τόκους, μερίσματα και κέρδη.
Τέλος, το ισοζύγιο τρεχουσών μεταβιβάσεων παρουσίασε έλλειμμα περίπου ίσο με εκείνο του Σεπτεμβρίου του 2010. (Υπενθυμίζεται ότι οι ακαθάριστες τρέχουσες μεταβιβάσεις από την ΕΕ περιλαμβάνουν κυρίως τις καταβολές από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) καθώς και τις καταβολές από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, ενώ οι τρέχουσες μεταβιβάσεις προς την ΕΕ περιλαμβάνουν τις αποδόσεις-πληρωμές της Ελλάδος στον Κοινοτικό Προϋπολογισμό.)
Το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2011 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών περιορίστηκε κατά 1,4 δισεκ. ευρώ ή 8,6% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2010 και διαμορφώθηκε σε 15 δισεκ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά πρωτίστως τη σημαντική μείωση του εμπορικού ελλείμματος εκτός καυσίμων κατά 2,65 δισεκ. ευρώ και την άνοδο του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών κατά 0,8 δισεκ. ευρώ, οι οποίες υπεραντιστάθμισαν τη μεγάλη αύξηση των καθαρών πληρωμών για εισαγωγές καυσίμων και τη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου εισοδημάτων. Το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών μεταβιβάσεων έμεινε ουσιαστικά αμετάβλητο.
Ειδικότερα, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου περιορίστηκε κατά 1,3 δισεκ. ευρώ, λόγω της μείωσης του εμπορικού ελλείμματος εκτός καυσίμων και πλοίων κατά 2,5 δισεκ. ευρώ και του περιορισμού των καθαρών πληρωμών για αγορές πλοίων κατά 152 εκατ. ευρώ. Αντίθετα, οι καθαρές πληρωμές για εισαγωγές καυσίμων αυξήθηκαν κατά 1,4 δισεκ. ευρώ. Ιδιαίτερα θετικό είναι ότι οι εισπράξεις από εξαγωγές αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων αυξήθηκαν με υψηλό ρυθμό (18,8%). Ωστόσο, οι πληρωμές για αντίστοιχες εισαγωγές εμφάνισαν σχετικά περιορισμένη μείωση (μόνο κατά 4,6%).
Η αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου υπηρεσιών αντανακλά την άνοδο των καθαρών εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες και τη μείωση των καθαρών πληρωμών για “λοιπές” υπηρεσίες, οι οποίες υπεραντιστάθμισαν τη μείωση των καθαρών εισπράξεων από υπηρεσίες μεταφορών. Ειδικότερα, οι ταξιδιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα από μη κατοίκους αυξήθηκαν αισθητά (κατά 9,5%) σε σύγκριση με το αντίστοιχο εννεάμηνο του 2010, ενώ οι αντίστοιχες δαπάνες στο εξωτερικό από κατοίκους Ελλάδος αυξήθηκαν κατά 5,0%. Σύμφωνα με τα στοιχεία της “έρευνας συνόρων” της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2011 οι αφίξεις μη κατοίκων ταξιδιωτών αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό 10,4%. Την ίδια περίοδο, οι ακαθάριστες εισπράξεις από υπηρεσίες μεταφορών (κυρίως από την εμπορική ναυτιλία) μειώθηκαν κατά 10,3% και οι αντίστοιχες πληρωμές κατά 10,1%, με αποτέλεσμα οι καθαρές εισπράξεις να περιοριστούν κατά 588 εκατ. ευρώ.
Το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων αυξήθηκε κατά 671 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2010, κυρίως επειδή οι καθαρές πληρωμές για τόκους, μερίσματα και κέρδη αυξήθηκαν κατά 10,0%.
Τέλος, το ισοζύγιο των τρεχουσών μεταβιβάσεων παρουσίασε πλεόνασμα 687 εκατ. ευρώ, σχεδόν ίσο με εκείνο της αντίστοιχης περιόδου του 2010 (690 εκατ. ευρώ). Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στο ότι οι καθαρές μεταβιβαστικές εισπράξεις του τομέα της γενικής κυβέρνησης (κυρίως από την ΕΕ) αυξήθηκαν κατά 111 εκατ. ευρώ, ενώ οι καθαρές μεταβιβαστικές πληρωμές των λοιπών τομέων (που αφορούν κυρίως μεταναστευτικά εμβάσματα) αυξήθηκαν κατά 114 εκατ. ευρώ.
Ισοζύγιο Κεφαλαιακών Μεταβιβάσεων
Τον Σεπτέμβριο του 2011 το ισοζύγιο κεφαλαιακών μεταβιβάσεων παρουσίασε πλεόνασμα 8 εκατ. ευρώ, έναντι ελλείμματος 18 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο 2010. (Οι κεφαλαιακές μεταβιβάσεις από την ΕΕ περιλαμβάνουν κυρίως τις καταβολές από τα Διαρθρωτικά Ταμεία – πλην του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου – και το Ταμείο Συνοχής, βάσει του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης )
Το εννεάμηνο Ιανουαρίου Σεπτεμβρίου 2011 το ισοζύγιο κεφαλαιακών μεταβιβάσεων εμφάνισε πλεόνασμα 1,2 δισεκ. ευρώ, έναντι 769 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2010. Η άνοδος αυτή αντανακλά κυρίως την άνοδο των καθαρών κεφαλαιακών μεταβιβάσεων από την ΕΕ προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης. Το συνολικό ισοζύγιο μεταβιβάσεων (τρεχουσών και κεφαλαιακών) παρουσίασε πλεόνασμα 1,8 δισεκ. ευρώ, κατά 380 εκατ. ευρώ μεγαλύτερο από ό,τι την αντίστοιχη περίοδο του 2010, γεγονός που αντανακλά την προαναφερθείσα θετική εξέλιξη των κεφαλαιακών μεταβιβάσεων από την ΕΕ.
Συνολικό Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Κεφαλαιακών Μεταβιβάσεων
Το συνολικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων (το οποίο αντιστοιχεί στις ανάγκες της οικονομίας για χρηματοδότηση από το εξωτερικό) εμφάνισε έλλειμμα ύψους 1.089 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2011, έναντι 1.269 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2010. Το εννεάμηνο Ιανουαρίου Σεπτεμβρίου 2011 το εν λόγω ισοζύγιο εμφάνισε έλλειμμα, που διαμορφώθηκε σε 13,9 δισεκ. ευρώ, έναντι 15,7 δισεκ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2010, δηλαδή μειώθηκε κατά 11,4%.
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Τον Σεπτέμβριο του 2011 οι άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα από μη κατοίκους εμφάνισαν καθαρή εκροή 142 εκατ. ευρώ (αποεπένδυση) χωρίς αξιοσημείωτες συναλλαγές. Οι άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό από κατοίκους Ελλάδος σημείωσαν καθαρή εκροή 52 εκατ. ευρώ. επίσης χωρίς αξιοσημείωτες συναλλαγές.
Στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, καταγράφηκε καθαρή εκροή ύψους 3,4 δισεκ. ευρώ, η οποία οφείλεται στην αύξηση των τοποθετήσεων κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού κατά 4,0 δισεκ. ευρώ . Η κίνηση αυτή αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια που έχουν εκδώσει κάτοικοι Ελλάδος κατά 691 εκατ. ευρώ (εισροή).
Όσον αφορά τις ”λοιπές” επενδύσεις, καταγράφηκε καθαρή εισροή ύψους 5,2 δισεκ. ευρώ, η οποία οφείλεται κυρίως στη καθαρή αύξηση των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα κατά 6,7 δισεκ. ευρώ (εισροή). Αντίθετα σημειώθηκε καθαρή μείωση στις δανειακές υποχρεώσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προς μη κατοίκους κατά 1,5 δισεκ. ευρώ (εκροή).
Το εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2011 οι άμεσες επενδύσεις εμφάνισαν καθαρή εκροή ύψους 1,6 δισεκ. ευρώ (έναντι καθαρής εκροής 0,4 δισεκ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2010). Ειδικότερα, η καθαρή εκροή κεφαλαίων κατοίκων για άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό ανήλθε σε 1,2 δισεκ. ευρώ, ενώ και οι άμεσες επενδύσεις μη κατοίκων στην Ελλάδα εμφάνισαν καθαρή εκροή (αποεπένδυση) που ανήλθε σε 0,4 δισεκ. ευρώ.
Στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου σημειώθηκε καθαρή εκροή ύψους 14,6 δισεκ. ευρώ (έναντι καθαρής εκροής 18,3 δισεκ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2010). Ειδικότερα, καταγράφηκε εκροή κεφαλαίων κυρίως λόγω μείωσης των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου κατά 19,9 δισεκ. ευρώ και δευτερευόντως λόγω της αύξησης των τοποθετήσεων κατοίκων σε παράγωγα εξωτερικού κατά 624 εκατ. ευρώ και της μείωσης των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε μετοχές ελληνικών επιχειρήσεων κατά 213 εκατ. ευρώ. Οι εξελίξεις αυτές αντισταθμίστηκαν μόνο εν μέρει από τη μείωση των τοποθετήσεων των εγχώριων θεσμικών επενδυτών σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του εξωτερικού κατά 6,0 δισεκ. ευρώ και τη μείωση των τοποθετήσεων κατοίκων σε μετοχές αλλοδαπών επιχειρήσεων κατά 78 εκατ. ευρώ.
Στην κατηγορία των “λοιπών” επενδύσεων η καθαρή εισροή ύψους 31,6 δισεκ. ευρώ (έναντι καθαρής εισροής 35,0 δισεκ. ευρώ το αντίστοιχο εννεάμηνο του 2010) οφείλεται κυρίως στην αύξηση των καθαρών δανειακών υποχρεώσεων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα προς μη κατοίκους κατά 29,9 δισεκ. ευρώ. Ειδικότερα, ο καθαρός δανεισμός του τομέα της γενικής κυβέρνησης ανήλθε σε 31,7 δισεκ. ευρώ και ο αντίστοιχος ακαθάριστος δανεισμός βάσει του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας διαμορφώθηκε σε 33,4 δισεκ. ευρώ. Επίσης σημειώθηκε αύξηση των τοποθετήσεων μη κατοίκων σε καταθέσεις και repos στην Ελλάδα κατά 3,9 δισεκ. ευρώ (εισροή). Οι κινήσεις αυτές αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την αύξηση των τοποθετήσεων κατοίκων σε καταθέσεις και repos του εξωτερικού κατά 1,9 δισεκ. ευρώ (εκροή).
Στο τέλος Σεπτεμβρίου 2011 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 5,4 δισεκ. ευρώ. (Υπενθυμίζεται ότι από την ένταξη της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ τον Ιανουάριο του 2001 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, περιλαμβάνουν μόνο το νομισματικό χρυσό, τη “συναλλαγματική θέση” στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τα “ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα” και τις απαιτήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος σε ξένο νόμισμα έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ. Αντίθετα, δεν περιλαμβάνουν τις απαιτήσεις σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, τις απαιτήσεις σε συνάλλαγμα και σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών της ζώνης του ευρώ, και τη συμμετοχή της Τράπεζας της Ελλάδος στο κεφάλαιο και στα συναλλαγματικά διαθέσιμα της ΕΚΤ.)