Σταδιακή ανάκαμψη της αγοράς δείχνουν τα αποτελέσματα από σχετική έρευνα του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών για την περίοδο των θερινών εκπτώσεων, που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ωστόσο, το διεθνές περιβάλλον, η έλλειψη ρευστότητας, η άνοδος κόστους ενέργειας και μεταφορών σε συνδυασμό με την άνοδο των τιμών στα είδη πρώτης ανάγκης, δημιουργούν τεράστιο έλλειμμα στο διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και εμποδίζουν τη δυναμική ανάπτυξη των πωλήσεων.
Όπως προέκυψε μεταξύ άλλων από την έρευνα, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (57,7%) δήλωσε ότι το 2022 είχε καλύτερα αποτελέσματα σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2021, 1 στους 5κατέγραψαν παρόμοιες πωλήσεις, ενώ ένα ικανό ποσοστό της τάξης του21,6%δήλωσε χειρότερο τζίρο.
Αντίθετα, η σύγκριση με τον τζίρο του 2019 δείχνει ότι η μεγαλύτερη πλειοψηφία 59,8%δηλώνει χειρότερο τζίρο,1 στους 5ίδιες πωλήσεις και μόνο ένα ισχνό14,2% κατόρθωσε να υπερβεί τις πωλήσεις του 2019 στη φετινή περίοδο.
Τελικά, λιγότερα από τα μισά σημεία πώλησης κατόρθωσαν να εκπληρώσουν τις προσδοκίες των εμπόρων για τη φετινή καλοκαιρινή περίοδο και να πιάσουν ή να ξεπεράσουν τους στόχους του προγραμματισμού των πωλήσεων.
Επίσης, περίπου 4 καταστήματα στα 10που δραστηριοποιούνται σε σημεία που προσελκύουν τουριστική ροή, είτε αυτά βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας κοντά στον κύκλο της Ακρόπολης ή σε εμπορικά κέντρα (malls), ενίσχυσαν σημαντικά τον τζίρο τους από τους ξένους επισκέπτες. Δυστυχώς όμως, το υπόλοιπο κέντρο της πρωτεύουσας, οι συνοικιακές αγορές της Αθήνας καθώς και οι περιφερειακές αγορές που αντιπροσωπεύουν το 63,5%του δείγματος και δεν επηρεάζονται από τον τουρισμό, αντιμετώπισαν σοβαρό πρόβλημα γιατί το ελάχιστο διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων καταναλωτών δεν μπόρεσε να τονώσει τον τζίρο.
Με αφορμή την έρευνα ο πρόεδρος Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών Σταύρος Καφούνης δήλωσε:
Η μεγάλη έρευνα για την εκπτωτική περίοδο, που έχει γίνει πλέον θεσμός, με ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα που ξεπέρασε τα 400 σημεία πώλησης, απεικονίζει απόλυτα την πραγματική κατάσταση στην αγορά και αποτελεί για μία ακόμα φορά ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια μας.
Αυτοαπασχολούμενοι, μικρές, μεσαίες και μεγάλες Ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο κέντρο, τις συνοικίες της Αθήνας καθώς και στις περιφερειακές αγορές και σε όλα τα εμπορικά κέντρα (Malls), δίνουν το στίγμα του λιανεμπορίου σε αυτή τη δύσκολη καμπή, που η αγορά προσπαθεί να ανακάμψει κάτω από ειδικές συνθήκες και την πίεση του πληθωρισμού.
H γλώσσα των αριθμών κατέγραψε συνοπτικά ότι 6 στους 10 είδαν φέτος καλύτερα ταμεία από το 2021, όμως αντίστοιχα 6 στους 10 απέχουν ακόμα αρκετά από το τελευταίο κανονικό 2019.
Επίσης, μία εξαιρετική πληροφορία που αποτυπώνει τις δυνατότητες προγραμματισμού για όλες τις επιχειρήσεις, έδειξε ότι μόνο τα μισά σημεία είδαν τις προσδοκίες και άρα τον προγραμματισμό τους να επιβεβαιώνεται, ενώ όπως όλοι περιμέναμε, σχεδόν 4 στα 10 σημεία επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό.
Με αυτά τα δεδομένα είναι ξεκάθαρο ότι πήγαμε καλύτερα από πέρσι, αλλά απέχουμε ακόμη αρκετά από το να ξεπεράσουμε το 2019, που αποτελεί για όλους τον μοναδικό στόχο.
Ο τουρισμός αδιαμφισβήτητα συνεισφέρει στην αύξηση των πωλήσεων, αλλά δεν πρέπει να στηριζόμαστε μόνο σε αυτόν, γιατί όσο απομακρυνόμαστε από περιοχές με τουριστική ροή και βασιζόμαστε μόνο στην εγχώρια κατανάλωση, τόσο δυσκολεύει η κατάσταση. Συνεπώς σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον, με την εισαγόμενη ακρίβεια να αφαιρεί εισόδημα από όλους και την αδυναμία σωστού προγραμματισμού, είναι αναγκαίο να ενισχυθεί και να συνεχιστεί η στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η απορρόφηση της αύξησης του ενεργειακού κόστους που θα βελτιώσει το διαθέσιμο
εισόδημα, μέχρι να επανέλθει η πολυπόθητη ισορροπία στην οικονομία, είναι επιτακτική ανάγκη. Αλλιώς, όλα όσα με κόπο και θυσίες διατηρήσαμε μέχρι σήμερα, θα τα δούμε να καταρρέουν με καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία και τη χώρα.
Πηγή: moneyreview.gr