Σήμερα απαιτείται μεγαλύτερη πρόοδος στα θέματα ESG καθώς αποτελούν ένα υποσύνολο από τις ενέργειες που απαιτούνται για την προώθηση των στόχων της βιωσιμότητας με ολιστικό τρόπο, ώστε το χρηματοπιστωτικό σύστημα να υπηρετεί την οικονομία, να εκπληρώνει το σκοπό του, και ταυτόχρονα να στηρίζει τη βιώσιμη ανάπτυξη. Επιπλέον, δεν πρέπει να καθυστερήσουμε τις προσπάθειές μας, καθώς η ανάγκη για μετάβαση είναι επιτακτική και ο ρυθμός ανάπτυξης των χρηματοοικονομικών προϊόντων ESG είναι ραγδαίος.
Αυτό υπογράμμισε κατά τη διάρκεια της ομιλίας της η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος, κυρία Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, στο EUROFI Financial Forum 2022, με θέμα “Clarifying the sustainable investment universe: what is needed (labels, ESG ratings)?”
Σύμφωνα με την κυρία Παπακωνσταντίνου, οι ετικέτες (labels) ESG έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν την επιτυχία της βιώσιμης μετάβασης, καθώς αποτρέπουν την εσφαλμένη κατανομή κεφαλαίων και μειώνουν τον κίνδυνο χρήσης ψευδεπίγραφης οικολογικής ταυτότητας (greenwashing), προστατεύοντας έτσι τους επενδυτές. Όμως, όπως σημείωσε η ίδια, επί του παρόντος, υπάρχει έλλειψη ενός ισχυρού και ολοκληρωμένου θεσμικού πλαισίου με κοινούς ορισμούς, κοινές ετικέτες και πρότυπα για τα βιώσιμα χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Όσον αφορά τις τράπεζες, η κυρία Παπακωνσταντίνου υπενθύμισε ότι ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) αναμένει ήδη από τα σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα στην ΕΕ να δημοσιοποιούν χρήσιμες πληροφορίες και βασικούς δείκτες για θέματα βιωσιμότητας. Επιπλέον, από φέτος, και σύμφωνα με τον κανονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περί δημοσιοποιήσεων στο πλαίσιο της Ταξινομίας βιώσιμων δραστηριοτήτων και τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (EBA), οι ευρωπαϊκές τράπεζες πρέπει να δημοσιοποιούν πληροφορίες για θέματα ESG , ενώ από το 2024 θα πρέπει να γνωστοποιούν το ποσοστό πράσινων στοιχείων ενεργητικού τους (green asset ratio), ως ένδειξη του βαθμού ευθυγράμμισής τους με την Ταξινομία της ΕΕ.
Αναφερόμενη στην ευθύνη των κεντρικών τραπεζών, παρόλο που η κύρια ευθύνη για την επίτευξη των στόχων μετάβασης εξακολουθεί να ανήκει στις κυβερνήσεις, μπορούν να αναλάβουν ενεργό ρόλο στη βιώσιμη ανάπτυξη εντός των ορίων του ρόλου τους. “Στην Τράπεζα της Ελλάδος, αρχίσαμε να εξετάζουμε τα ζητήματα βιωσιμότητας ήδη από το 2009 και είμαστε από τις πρώτες κεντρικές τράπεζες που ασχοληθήκαμε με τη μελέτη των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Και πιστεύω ότι και η ΕΚΤ και πολλές άλλες κεντρικές τράπεζες συμμερίζονται την άποψη για τον ρόλο που μπορούμε να παίξουμε στο ζήτημα της βιωσιμότητας’, ανέφερε η κυρία Παπακωνσταντίνου.
Σε αυτή την κατεύθυνση, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ συμπεριέλαβε τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής και της βιωσιμότητας στην τελευταία επανεξέταση της στρατηγικής του και αποφάσισε να εφαρμόσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση ζητημάτων βιωσιμότητας και την περαιτέρω ενσωμάτωση παραμέτρων κλιματικής αλλαγής στο πλαίσιο της πολιτικής του.
Τον Ιούλιο του 2022 ανακοινώθηκαν πρόσθετα μέτρα, τα οποία επιβεβαιώνουν αυτή τη δέσμευση και αφορούν διάφορους τομείς δραστηριοτήτων της ΕΚΤ, ορισμένοι από τους οποίους σχετίζονται με τις ετικέτες ESG.
Για παράδειγμα, η ταξινόμηση των χρηματοοικονομικών τίτλων που καταχωρούνται στην Κεντρική Βάση δεδομένων Τίτλων σε κατηγορίες ESG, με το χαρακτηρισμό “πράσινα” ή “κοινωνικά”, καθώς και η ανάπτυξη πειραματικών στατιστικών δεικτών για τους σκοπούς της ανάλυσης, που καλύπτουν τα πράσινα χρηματοοικονομικά προϊόντα, το αποτύπωμα άνθρακα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και την έκθεσή τους σε φυσικούς κινδύνους συνδεόμενους με την κλιματική αλλαγή.
Οι παραπάνω δράσεις δεν υλοποιούνται μεμονωμένα από την ΕΚΤ, αλλά σε στενή συνεργασία με ρυθμιστικές αρχές και φορείς χάραξης πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και ευθυγραμμίζονται με την πρόοδο των πολιτικών και πρωτοβουλιών της ΕΕ σχετικά με τις δημοσιοποιήσεις αειφορίας και την υποβολή αναφορών.
Τέλος, η υποδιοικήτρια της ΤτΕ προσέθεσε ότι σήμερα αντιμετωπίζουμε πρωτοφανείς και παράλληλες προκλήσεις σε παγκόσμια κλίμακα: οι οικονομίες μας εξακολουθούν να ανακάμπτουν από την πανδημία, υπάρχουν σοβαρές γεωπολιτικές εντάσεις παγκοσμίως και η αλληλεπίδραση κλίματος-ενέργειας πρέπει να αντιμετωπιστεί επειγόντως.
Τα θέματα ESG βεβαίως αναγνωρίζεται ότι αποτελούν μια ευκαιρία για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Ωστόσο, η ουσία του ζητήματος είναι η ορθή απάντηση στο ερώτημα σχετικά με το πώς θα θεσπίσουμε ένα κανονιστικό πλαίσιο που θα διευκολύνει το χρηματοπιστωτικό σύστημα να υλοποιήσει τη δέσμευση ότι θα συμβάλλει θετικά στα περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα.